Η θέση της μάχης των Γιαννιτσών στην ιστορία των Βαλκανικών πολέμων είναι εξέχουσα. Η κρίσιμη και αποφασιστική μάχη, για την απελευθέρωσή το...
Η θέση της μάχης των Γιαννιτσών στην ιστορία των Βαλκανικών πολέμων είναι εξέχουσα.
Η κρίσιμη και αποφασιστική μάχη, για την απελευθέρωσή τους, είναι η σπουδαιότερη των πολέμων αυτών. Ο Ελληνικός στρατός εξόρμησε στις 5 Οκτωβρίου από τα Θεσσαλικά σύνορα, προς Ελασσόνα και Σαραντάπορο όπου σημειώνεται η πρώτη λαμπρή νίκη του. Μια εβδομάδα αργότερα, καταλαμβάνονται και απελευθερώνονται τα Σέρβια, Κοζάνη, τα Γρεβενά, η Κατερίνη και η Εδεσσα. Ο Ελληνικός στρατός βρίσκεται στις 19 Οκτωβρίου δυτικά των Γιαννιτσών.
Το Ελληνικό Στρατηγείο περίμενε να συναντήσει του Τούρκους οχυρωμένους στην Ανατολική όχθη του Αξιού. Οι Τούρκοι όμως αποφάσισαν να δώσουν μάχη, στις φυσικές οχυρές θέσεις των λόφων, δυτικά της πόλης, που άρχιζαν από τις παρυφές της λίμνης και κατέληγαν στους πρόποδες του Πάϊκου.
Οι λόγοι που προτίμησαν να δώσουν μάχη στα Γιαννιτσά και όχι στην ανατολική όχθη του Αξιού ήταν η οχυρή θέση στο στενό πέρασμα στη λίμνη και στο Πάϊκο και κυρίως η υπεράσπιση της ιερής πόλης τους, που φιλοξενούσε τον τάφο του Γαζή Εβρενός Μπέη του πρώτου Τούρκου κατακτητή της Ευρώπης και των απογόνων του. Ο Στρατός μας αιφνιδιάστηκε γιατί υπήρχε έλλειψη στρατηγικού επιτελικού σχεδίου, και γιατί βασίστηκε σε αυτοσχεδιασμούς της τελευταίας στιγμής.
Οι Τούρκοι διέθεταν 25.000 στρατό, στηριζόμενο σε ισχυρό πυροβολικό και 30 πυροβόλα. Κατείχαν ισχυρές θέσεις και πολλές "φωλιές" πολυβόλων που μπορούσαν να θερίζουν κυριολεκτικά κάθε στρατιώτη στο πεδινό έδαφος. Ο Ελληνικός στρατός διέθετε σε πυκνή διάταξη τις Μεραρχίες του :τρίτη-δεύτερη-τέταρτη-έκτη από τη λίμνη μέχρι το Πάϊκο και πίσω από αυτές την πρώτη ως εφεδρεία.
Η έβδομη μεραρχία προχωρούσε νότια της λίμνης με σκοπό να καταλάβει τηνν γέφυρα της σιδηροδρομικής γραμμής επί Λουδία και να προχωρήσει προς τον Αξιό. Οι στρατιώτες μας ήσαν φοβερά ταλαιπωρημένοι, από την εξαντλητική πορεία τόσων ημερών, κάτω από δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Είχαν προβλήματα εφοδιασμού, το ηθικό τους όμως ήταν υψηλό, ύστερα από τις μεγάλες νίκες ενώ τους φλόγιζε την ψυχή, η θέληση να προλάβουν να ελευθερώσουν την Θεσσαλονίκη πριν από τους Βούλγαρους.
Τα προελαύνοντα Ελληνικά τμήματα, δέχτηκαν τους πρώτους πυροβολισμούς πλησιάζοντας την γέφυρα της Μπάλνιτζας (Μελισσίου). Μετά τον πρώτο αιφνιδιασμό, ανασυντάχθηκαν. Συγχρόνως άρχισε και ο κανονιοβολισμός των Τουρκικών πολυβόλων από τα υψώματα του Ταλαμπάζ. Το Ελληνικό πυροβολικό στήθηκε και άρχισε να κανονιοβολεί τις εχθρικές θέσεις. Κάτω από συνεχή κανονιοβολισμό οι μονάδες της τρίτης και δεύτερης μεραρχίας περνούσαν την γέφυρα και έπαιρναν θέσεις στο πεδίο μεταξύ Μελισσίου και Γιαννιτσών. Η τέταρτη μεραρχία βαδίζοντας από Γυψοχώρι προς Μυλότοπο και Αξό, γύρω στο μεσημέρι μπήκε και αυτή στη μάχη. Η έκτη μεραρχία προχωρούσε από Αχλαδοχώρι προς Αμπελιές, με τα ευζωνικά της τάγματα. Ηρθε σε επαφή με τον οχυρωμένο εχθρό, στα αντικρυνά υψώματα. Ετσι η μάχη γενικεύθηκε σε όλο το μήκος, από Βορρά προς Νότο, με τους Ελληνες στρατιώτες να καταβάλουν υπεράνθρωπες προσπάθειες, να προχωρήσουν στο ανοιχτό πεδίο και να πλησιάσουν τις εχθρικές θέσεις. Και όλα αυτά, κάτω από ισχυρή καταρακτώδη βροχή. Η μάχη σταμάτησε αργά τη νύχτα. Την επόμενη ημέρα 20ή Οκτωβρίου, με την ανατολή του ηλίου, ξανάρχισαν πάλι οι κανονιοβολισμοί. Γύρω στις 8.45 π.μ. το ένατο ευζωνικό τάγμα, με διοικητή τον αντισυνταγματάρχη Κ.Παπαδόπουλο κατόρθωσε να καταλάβει το ύψωμα των νεκροταφείων της πόλης (Μητρόπολης) με τα τέσσερα πυροβόλα που ήταν οχυρωμένα σ'αυτό. Κυνήγησε τους υποχωρούντες Τούρκους ανατολικά. Οι υπόλοιπες γραμμές των Τούρκων, με κίνδυνο να περικυκλωθούν, ύστερα από την είδηση ότι στα βόρεια έσπασε το μέτωπο από τους τσολιάδες, παράτησαν πυροβόλα-πολυβόλα και λοιπό εξοπλισμό και τράπηκαν σε φυγή προς Θεσσαλονίκη.
Οι τουρκικές αρχές, όταν έμαθαν ότι ο Ελληνικός Στρατός πλησιάζει, κάλεσαν τους προύχοντες της Ελληνικής Κοινότητας Π.Γκοτζαμάνη, Ι.Μάγγο, Ι.Σταμενίτη, Χ.Λιάπτση, Χ.Γκάλτση, Δ.Μπόσκο μαζί με τον αρχιμανδρίτη της Μητρόπολης, προκειμένου από κοινού να οργανώσουν την υποδοχή του Αρχιστρατήγου Κωνσταντίνου και να παραδώσουν την πόλη αμαχητί. Η υποδοχή θα γινόταν έξω από το Μελλίσι με όλα τα ελληνικά και τουρκικά σχολεία.
Με την άφιξη όμως ισχυρών τουρκικών στρατευμάτων, τόσο από την Βέροια όσο και από την Θεσσαλονίκη η κατάσταση άλλαξε εντελώς. Οι Ελληνες από τα χαράματα της 19ης, μέχρι την είσοδο του στρατού στην πόλη, έμειναν στα σπίτια τους, περιμένοντας με αγωνία την έκβαση της μάχης. Πολλά γυναικόπαιδα κλείστηκαν για λόγους ασφαλείας στην Μητρόπολη.
Τα πρώτα τμήματα που μπήκαν στην πόλη, από το δρόμο της Αξού ήταν της δεύτερης μεραρχίας με τον Μέραρχο Καλάρη. Γύρω στις 11 π.μ. από τον ίδιο δρόμο μπαίνει και ο αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος με το Επιτελείο του. Δημογέροντες της ελληνικής κοινότητας και πλήθος κόσμου, τους υποδέχονταν μέσα σε παραλήρημα χαράς και ζητοκραυγών, στην οδό Χατζηδημητρίου, στο ύψος της νέας αγοράς. Επακολούθησε νεκρώσιμη ακολουθεία στο Ναό της Παναγίας, για τους νεκρούς στρατιώτες. Γυναίκες τους καθάρισαν, τους έπλυναν με κρασί και τους στόλισαν με λουλούδια. Κατόπιν άρχισε μεγάλη Δοξολογία μπροστά σε αξιωματικούς, στρατιώτες και κατοίκους της πόλης. Ολα τα σπίτια πήραν στρατιώτες να τους φιλοξενήσουν.
Η εικόνα των Τούρκων στρατιωτών που ξεχύθηκαν στους λασπωμένους δρόμους ήταν φρικτή. Η καταδίωξη έγινε σε μικρό βαθμό, μέχρι την Πέλλα, κυρίως λόγω της μεγάλης εξάντλησης των ανδρών από την διήμερη μάχη. Οι Τούρκοι διέφυγαν προς Θεσσαλονίκη και οχυρώθηκαν, αποφεύγοντας την πλήρη αιχμαλωσία. Ενας πολεμικός ανταποκριτής των "ΤΑΙΜΣ" ο Κρώφορντ Πράϊς γράφει :"είδα πολλά άξια λόγου θέματα στη Μακεδονία, αλλά κανένα απ'αυτά τόσο σπαρακτικό και τόσο τρομερό, όσο η υποχώρηση του Ταξίν, την επόμενη της μάχης των Γιαννιτσών". Πίσω στα Γιαννιτσά η Τουρκική συνοικία παραδόθηκε στις φλόγες, και τα λάφυρα ήσαν άφθονα. Υπήρξαν 3000 αιχμάλωτοι Τούρκοι στρατιώτες, 25 πυροβόλα από τα 30, και 2 πολεμικές σημαίες. Δεν υπάρχει σαφής εικόνα του αριθμού των νεκρών. Οι απώλειες του Ελληνικού στρατού ήταν βαριές : 10 αξιωματικοί και 178 στρατιώτες νεκροί, 29 τραυματίες αξιωματικοί και 756 στρατιώτες. Υπήρξε η πιο φονική μάχη των Βαλκανικών πολέμων.
Η μάχη των Γιαννιτσών ήταν η σπουδαιότερη του Α' Βαλκανικού πολέμου. "Αποτελεί για τον Ελληνικό στρατό νέο τίτλο τιμής και δόξας" γράφει στην ημερήσια διαταγή της Στρατιάς ο αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος. Υπήρξε μια μάχη όπου διέπρεψε το πυροβολικό, όπως στη μάχη του Σαρανταπόρου το πεζικό. Πρόκειται για μεγαλούργημα του Ελληνικού στρατού, αφού κατά τις κρίσεις ξένων στρατιωτικών, θα απαιτούνταν υπερδιπλάσιες δυνάμεις, με ισχυρό πυροβολικό, για να εκτοπίσουν τους Τούρκους από τις ισχυρές τους θέσεις. Η μάχη των Γιαννιτσών άνοιξε τον δρόμο για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης. Ο επιτελικός αξιωματικός του πυροβολικού Μανουήλ Ρακτιβάν έγραψε χαρακτηριστικά προς την Πηνελόπη Δέλτα :"20η Οκτωβρίου. Γιαννιτσά. Είναι η μέρα που ουσιαστικά πήραμε την Θεσσαλονίκη".
Πηγή
Η κρίσιμη και αποφασιστική μάχη, για την απελευθέρωσή τους, είναι η σπουδαιότερη των πολέμων αυτών. Ο Ελληνικός στρατός εξόρμησε στις 5 Οκτωβρίου από τα Θεσσαλικά σύνορα, προς Ελασσόνα και Σαραντάπορο όπου σημειώνεται η πρώτη λαμπρή νίκη του. Μια εβδομάδα αργότερα, καταλαμβάνονται και απελευθερώνονται τα Σέρβια, Κοζάνη, τα Γρεβενά, η Κατερίνη και η Εδεσσα. Ο Ελληνικός στρατός βρίσκεται στις 19 Οκτωβρίου δυτικά των Γιαννιτσών.
Το Ελληνικό Στρατηγείο περίμενε να συναντήσει του Τούρκους οχυρωμένους στην Ανατολική όχθη του Αξιού. Οι Τούρκοι όμως αποφάσισαν να δώσουν μάχη, στις φυσικές οχυρές θέσεις των λόφων, δυτικά της πόλης, που άρχιζαν από τις παρυφές της λίμνης και κατέληγαν στους πρόποδες του Πάϊκου.
Οι λόγοι που προτίμησαν να δώσουν μάχη στα Γιαννιτσά και όχι στην ανατολική όχθη του Αξιού ήταν η οχυρή θέση στο στενό πέρασμα στη λίμνη και στο Πάϊκο και κυρίως η υπεράσπιση της ιερής πόλης τους, που φιλοξενούσε τον τάφο του Γαζή Εβρενός Μπέη του πρώτου Τούρκου κατακτητή της Ευρώπης και των απογόνων του. Ο Στρατός μας αιφνιδιάστηκε γιατί υπήρχε έλλειψη στρατηγικού επιτελικού σχεδίου, και γιατί βασίστηκε σε αυτοσχεδιασμούς της τελευταίας στιγμής.
Οι Τούρκοι διέθεταν 25.000 στρατό, στηριζόμενο σε ισχυρό πυροβολικό και 30 πυροβόλα. Κατείχαν ισχυρές θέσεις και πολλές "φωλιές" πολυβόλων που μπορούσαν να θερίζουν κυριολεκτικά κάθε στρατιώτη στο πεδινό έδαφος. Ο Ελληνικός στρατός διέθετε σε πυκνή διάταξη τις Μεραρχίες του :τρίτη-δεύτερη-τέταρτη-έκτη από τη λίμνη μέχρι το Πάϊκο και πίσω από αυτές την πρώτη ως εφεδρεία.
Η έβδομη μεραρχία προχωρούσε νότια της λίμνης με σκοπό να καταλάβει τηνν γέφυρα της σιδηροδρομικής γραμμής επί Λουδία και να προχωρήσει προς τον Αξιό. Οι στρατιώτες μας ήσαν φοβερά ταλαιπωρημένοι, από την εξαντλητική πορεία τόσων ημερών, κάτω από δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Είχαν προβλήματα εφοδιασμού, το ηθικό τους όμως ήταν υψηλό, ύστερα από τις μεγάλες νίκες ενώ τους φλόγιζε την ψυχή, η θέληση να προλάβουν να ελευθερώσουν την Θεσσαλονίκη πριν από τους Βούλγαρους.
Τα προελαύνοντα Ελληνικά τμήματα, δέχτηκαν τους πρώτους πυροβολισμούς πλησιάζοντας την γέφυρα της Μπάλνιτζας (Μελισσίου). Μετά τον πρώτο αιφνιδιασμό, ανασυντάχθηκαν. Συγχρόνως άρχισε και ο κανονιοβολισμός των Τουρκικών πολυβόλων από τα υψώματα του Ταλαμπάζ. Το Ελληνικό πυροβολικό στήθηκε και άρχισε να κανονιοβολεί τις εχθρικές θέσεις. Κάτω από συνεχή κανονιοβολισμό οι μονάδες της τρίτης και δεύτερης μεραρχίας περνούσαν την γέφυρα και έπαιρναν θέσεις στο πεδίο μεταξύ Μελισσίου και Γιαννιτσών. Η τέταρτη μεραρχία βαδίζοντας από Γυψοχώρι προς Μυλότοπο και Αξό, γύρω στο μεσημέρι μπήκε και αυτή στη μάχη. Η έκτη μεραρχία προχωρούσε από Αχλαδοχώρι προς Αμπελιές, με τα ευζωνικά της τάγματα. Ηρθε σε επαφή με τον οχυρωμένο εχθρό, στα αντικρυνά υψώματα. Ετσι η μάχη γενικεύθηκε σε όλο το μήκος, από Βορρά προς Νότο, με τους Ελληνες στρατιώτες να καταβάλουν υπεράνθρωπες προσπάθειες, να προχωρήσουν στο ανοιχτό πεδίο και να πλησιάσουν τις εχθρικές θέσεις. Και όλα αυτά, κάτω από ισχυρή καταρακτώδη βροχή. Η μάχη σταμάτησε αργά τη νύχτα. Την επόμενη ημέρα 20ή Οκτωβρίου, με την ανατολή του ηλίου, ξανάρχισαν πάλι οι κανονιοβολισμοί. Γύρω στις 8.45 π.μ. το ένατο ευζωνικό τάγμα, με διοικητή τον αντισυνταγματάρχη Κ.Παπαδόπουλο κατόρθωσε να καταλάβει το ύψωμα των νεκροταφείων της πόλης (Μητρόπολης) με τα τέσσερα πυροβόλα που ήταν οχυρωμένα σ'αυτό. Κυνήγησε τους υποχωρούντες Τούρκους ανατολικά. Οι υπόλοιπες γραμμές των Τούρκων, με κίνδυνο να περικυκλωθούν, ύστερα από την είδηση ότι στα βόρεια έσπασε το μέτωπο από τους τσολιάδες, παράτησαν πυροβόλα-πολυβόλα και λοιπό εξοπλισμό και τράπηκαν σε φυγή προς Θεσσαλονίκη.
Οι τουρκικές αρχές, όταν έμαθαν ότι ο Ελληνικός Στρατός πλησιάζει, κάλεσαν τους προύχοντες της Ελληνικής Κοινότητας Π.Γκοτζαμάνη, Ι.Μάγγο, Ι.Σταμενίτη, Χ.Λιάπτση, Χ.Γκάλτση, Δ.Μπόσκο μαζί με τον αρχιμανδρίτη της Μητρόπολης, προκειμένου από κοινού να οργανώσουν την υποδοχή του Αρχιστρατήγου Κωνσταντίνου και να παραδώσουν την πόλη αμαχητί. Η υποδοχή θα γινόταν έξω από το Μελλίσι με όλα τα ελληνικά και τουρκικά σχολεία.
Με την άφιξη όμως ισχυρών τουρκικών στρατευμάτων, τόσο από την Βέροια όσο και από την Θεσσαλονίκη η κατάσταση άλλαξε εντελώς. Οι Ελληνες από τα χαράματα της 19ης, μέχρι την είσοδο του στρατού στην πόλη, έμειναν στα σπίτια τους, περιμένοντας με αγωνία την έκβαση της μάχης. Πολλά γυναικόπαιδα κλείστηκαν για λόγους ασφαλείας στην Μητρόπολη.
Τα πρώτα τμήματα που μπήκαν στην πόλη, από το δρόμο της Αξού ήταν της δεύτερης μεραρχίας με τον Μέραρχο Καλάρη. Γύρω στις 11 π.μ. από τον ίδιο δρόμο μπαίνει και ο αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος με το Επιτελείο του. Δημογέροντες της ελληνικής κοινότητας και πλήθος κόσμου, τους υποδέχονταν μέσα σε παραλήρημα χαράς και ζητοκραυγών, στην οδό Χατζηδημητρίου, στο ύψος της νέας αγοράς. Επακολούθησε νεκρώσιμη ακολουθεία στο Ναό της Παναγίας, για τους νεκρούς στρατιώτες. Γυναίκες τους καθάρισαν, τους έπλυναν με κρασί και τους στόλισαν με λουλούδια. Κατόπιν άρχισε μεγάλη Δοξολογία μπροστά σε αξιωματικούς, στρατιώτες και κατοίκους της πόλης. Ολα τα σπίτια πήραν στρατιώτες να τους φιλοξενήσουν.
Η εικόνα των Τούρκων στρατιωτών που ξεχύθηκαν στους λασπωμένους δρόμους ήταν φρικτή. Η καταδίωξη έγινε σε μικρό βαθμό, μέχρι την Πέλλα, κυρίως λόγω της μεγάλης εξάντλησης των ανδρών από την διήμερη μάχη. Οι Τούρκοι διέφυγαν προς Θεσσαλονίκη και οχυρώθηκαν, αποφεύγοντας την πλήρη αιχμαλωσία. Ενας πολεμικός ανταποκριτής των "ΤΑΙΜΣ" ο Κρώφορντ Πράϊς γράφει :"είδα πολλά άξια λόγου θέματα στη Μακεδονία, αλλά κανένα απ'αυτά τόσο σπαρακτικό και τόσο τρομερό, όσο η υποχώρηση του Ταξίν, την επόμενη της μάχης των Γιαννιτσών". Πίσω στα Γιαννιτσά η Τουρκική συνοικία παραδόθηκε στις φλόγες, και τα λάφυρα ήσαν άφθονα. Υπήρξαν 3000 αιχμάλωτοι Τούρκοι στρατιώτες, 25 πυροβόλα από τα 30, και 2 πολεμικές σημαίες. Δεν υπάρχει σαφής εικόνα του αριθμού των νεκρών. Οι απώλειες του Ελληνικού στρατού ήταν βαριές : 10 αξιωματικοί και 178 στρατιώτες νεκροί, 29 τραυματίες αξιωματικοί και 756 στρατιώτες. Υπήρξε η πιο φονική μάχη των Βαλκανικών πολέμων.
Η μάχη των Γιαννιτσών ήταν η σπουδαιότερη του Α' Βαλκανικού πολέμου. "Αποτελεί για τον Ελληνικό στρατό νέο τίτλο τιμής και δόξας" γράφει στην ημερήσια διαταγή της Στρατιάς ο αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος. Υπήρξε μια μάχη όπου διέπρεψε το πυροβολικό, όπως στη μάχη του Σαρανταπόρου το πεζικό. Πρόκειται για μεγαλούργημα του Ελληνικού στρατού, αφού κατά τις κρίσεις ξένων στρατιωτικών, θα απαιτούνταν υπερδιπλάσιες δυνάμεις, με ισχυρό πυροβολικό, για να εκτοπίσουν τους Τούρκους από τις ισχυρές τους θέσεις. Η μάχη των Γιαννιτσών άνοιξε τον δρόμο για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης. Ο επιτελικός αξιωματικός του πυροβολικού Μανουήλ Ρακτιβάν έγραψε χαρακτηριστικά προς την Πηνελόπη Δέλτα :"20η Οκτωβρίου. Γιαννιτσά. Είναι η μέρα που ουσιαστικά πήραμε την Θεσσαλονίκη".
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια
Μπορείτε να γράψετε και να σχολιάσετε τα πάντα, αλλά αν το κείμενο σας περιέχει υβριστικούς χαρακτηρισμούς σας ενημερώνουμε ότι δεν θα δημοσιεύεται. Σε περίπτωση καθυστέρησης δημοσίευσης των σχολίων ζητούμε συγγνώμη και παρακαλούμε να μην βγάζετε αυθαίρετα συμπεράσματα. Με σεβασμό και εκτίμηση η διαχείριση του ιστολογίου