Γράφει ο Γεώργιος Δουδούμης Η σημερινή, από οικονομική, πολιτική και κοινωνική άποψη, κατάσταση της Ελλάδος φαίνεται να είναι η πιο τραγική ...
Γράφει ο Γεώργιος Δουδούμης
Η σημερινή, από οικονομική, πολιτική και κοινωνική άποψη, κατάσταση της Ελλάδος φαίνεται να είναι η πιο τραγική μετά το 1949.
Η απογοήτευση για τη σημερινή κατάντια γίνεται ακόμη μεγαλύτερη, αν αναλογιστούμε ότι μέχρι πρόσφατα είχαμε την αίσθηση ότι η Ελλάς ανήκε στις πρώτες 24 πιο ευημερούσες χώρες του κόσμου. Οι πολλά υποσχόμενοι ρυθμοί ανάπτυξης της δεκαετίας του 2000 είχαν δημιουργήσει μια αισιόδοξη ψυχολογία στον μέσο Έλληνα, στηριγμένη στον απερίσκεπτο καταναλωτικό τρόπο ζωής, ο οποίος όμως ήταν κάτι σαν οφθαλμαπάτη όπως οικτρά επιβεβαιώθηκε από τους αμείλικτους αριθμούς, που περιγράφουν χωρίς «δημιουργικές λογιστικές» τη ζώσα συμφορά.
Οι διαδοχικοί πολιτικοί ηγέτες μίλαγαν για «ισχυρή Ελλάδα», ενώ είχαν σαφή επίγνωση, ότι η «ισχυρή Ελλάδα» έστεκε σε πήλινα πόδια αντί να στηρίζεται σε υγιείς βάσεις, με θετική προοπτική για ένα καλύτερο μέλλον.
Είχαμε βιαστεί να γίνουμε συνέταιροι της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ολλανδίας και των άλλων σε παγκόσμιο επίπεδο οικονομικώς ισχυρών κρατών, που συνέθεταν την Ευρωπαϊκή ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Κοινότητα. Απεδείχθη ότι οι ρίζες του σημερινού δράματος βρίσκονται στην τότε ασύνετη βιασύνη μας να γίνουμε, απροετοίμαστοι, μέλος μιας ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ Κοινότητας με υποχρεώσεις επικίνδυνες για το οικονομικό μας μέλλον. Κάποιοι ισχυρίστηκαν τότε, ότι τρέχοντας θα φθάναμε τους υπόλοιπους. Από τότε ήταν όμως τελείως ξεκάθαρο, ότι αυτό δεν μπορούσε να γίνει και δεν έγινε γιατί έτρεχαν και οι άλλοι. Και οι άλλοι, με περισσότερα προσόντα, έτρεχαν πιο γρήγορα, με συνέπεια η διαφορά να μεγαλώσει.
Η σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση μοιάζει με μία ομάδα 27 ανθρώπων, που όσο καιρό ήταν λίγοι, νέοι και υγιείς δεν παρουσιάστηκε πρόβλημα. Όταν προέκυψαν αρρώστιες, στο όνομα μιας νομικίστικης εκ του πονηρού δικαιοσύνης που ευνοούσε τους πιο ακμαίους, είπαν ότι τα φάρμακα πρέπει να είναι τα ίδια για όλους. Έχουμε λοιπόν το Μάαστριχτ (η σχετική συμφωνία τέθηκε σε ισχύ την 1η Νοεμβρίου 1993) με τα κριτήριά του, τα οποία έγιναν Ευαγγέλιο. Τα κριτήρια του Μάαστριχτ αποτελούν οικονομικές επιδόσεις, που πρέπει να επιτυγχάνονται από όλες τις οικονομίες των κρατών-μελών. Είναι δυνατόν τα διαφορετικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι διαφορετικών ποιοτικών και ποσοτικών χαρακτηριστικών οικονομίες, με επίσης διαφορετικά κοινωνικοπολιτικά δεδομένα, με γεωγραφικές ιδιαιτερότητες, με περίεργες γειτνιάσεις και πλήθος sui generis καταστάσεων, που χρήζουν ειδικής αντιμετώπισης, είναι δυνατόν για όλα αυτά τα διαφορετικά προβλήματα η λύση να είναι ενιαία; Κατά τους θεωρητικούς του γραφειοκρατικού τέρατος των Βρυξελλών είναι δυνατόν. Η ζωή δείχνει ότι δεν είναι δυνατόν.
Η σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση μοιάζει με μία ομάδα 27 ανθρώπων, που όσο καιρό ήταν λίγοι, νέοι και υγιείς δεν παρουσιάστηκε πρόβλημα. Όταν προέκυψαν αρρώστιες, στο όνομα μιας νομικίστικης εκ του πονηρού δικαιοσύνης που ευνοούσε τους πιο ακμαίους, είπαν ότι τα φάρμακα πρέπει να είναι τα ίδια για όλους. Έχουμε λοιπόν το Μάαστριχτ (η σχετική συμφωνία τέθηκε σε ισχύ την 1η Νοεμβρίου 1993) με τα κριτήριά του, τα οποία έγιναν Ευαγγέλιο. Τα κριτήρια του Μάαστριχτ αποτελούν οικονομικές επιδόσεις, που πρέπει να επιτυγχάνονται από όλες τις οικονομίες των κρατών-μελών. Είναι δυνατόν τα διαφορετικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι διαφορετικών ποιοτικών και ποσοτικών χαρακτηριστικών οικονομίες, με επίσης διαφορετικά κοινωνικοπολιτικά δεδομένα, με γεωγραφικές ιδιαιτερότητες, με περίεργες γειτνιάσεις και πλήθος sui generis καταστάσεων, που χρήζουν ειδικής αντιμετώπισης, είναι δυνατόν για όλα αυτά τα διαφορετικά προβλήματα η λύση να είναι ενιαία; Κατά τους θεωρητικούς του γραφειοκρατικού τέρατος των Βρυξελλών είναι δυνατόν. Η ζωή δείχνει ότι δεν είναι δυνατόν.
Ο ένας πρωθυπουργός μας στην αρχή της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, όταν αυτή δεν είχε κτυπήσει ακόμη την πόρτα μας, έλεγε με κομπασμό, ότι η κυβέρνησή του είχε θωρακίσει την ελληνική οικονομία. Ο έτοιμος (υποτίθεται) να αναλάβει νέος πρωθυπουργός ισχυρίστηκε ότι «λεφτά υπάρχουν» και μας οδήγησε σε εξευτελιστικό δανεισμό 110 δισ. €.
Η ελληνική κρίση έσκασε ουσιαστικά με τις σύγχρονες εκρήξεις δύο οικονομικών βομβών και μιας κοινωνικής βόμβας. Η πρώτη ήταν η ολοκλήρωση της αποβιομηχάνισης, στην οποία οδηγηθήκαμε λόγω ΕΟΚ (τα τελευταία μαζικά κλεισίματα των ελληνικών βιομηχανιών ήταν αυτά του τομέα των ετοίμων ενδυμάτων, εντάσεως εργασίας, που μεταφέρθηκαν στη Βουλγαρία, στην Αλβανία, στην ΠΓΔΤΜ και στη Ρουμανία και είχαν ούτως ή άλλως ημερομηνία λήξης στην Ελλάδα). Η δεύτερη ήταν το αποκορύφωμα μιας υπερκατανάλωσης, πέραν των οικονομικών μας δυνατοτήτων, δεδομένου ότι μετά το 1950 και κάθε χρόνο μέχρι και σήμερα, εκτός αυτών που παράγουμε και καταναλώνουμε οι ίδιοι εδώ στην Ελλάδα, εισάγουμε τρεις έως τέσσερις φορές περισσότερα, σε αξία, από αυτά που εξάγουμε με συνέπεια να έχουμε δανειστεί υπέρμετρα και να μην είμαστε όμως παραγωγικοί τόσο, ώστε να μπορούμε να πληρώνουμε χωρίς πρόβλημα τόκους και κεφάλαια στους δανειστές μας.
Η κοινωνική βόμβα έχει να κάνει με την υποβαθμισμένη ποιότητα της κοινωνίας μας, που οφείλεται κυρίως στο σάπιο πολιτικό κατεστημένο, με τις παρέες της «αρπαχτής», με μεγάλο ποσοστό πολιτών να φοροδιαφεύγει, με παιδεία όλων των βαθμίδων διαλυμένη, με πολλές κοινωνικές ομάδες δέσμιες των διεφθαρμένων συνδικαλιστικών τους ηγεσιών και συχνά με πολιτική κάλυψη, με τη γεωργία εγκαταλελειμμένη, με τα διαθέσιμα κονδύλια από την ΕΕ να μη μπορούν να απορροφηθούν, με τη χώρα να έχει γίνει ξέφραγο αμπέλι και τους λαθρομετανάστες να αφαιρούν θέσεις εργασίας από τους Έλληνες, κυρίως στο εμπόριο και στις λοιπές υπηρεσίες. Στον αμαρτωλό κατάλογο προστίθενται οι διάφοροι βολεμένοι, η διαλυμένη δημόσια διοίκηση, με τους υπαλλήλους της Βουλής κράτος εν κράτει, με εκτός φυλακής αποδεδειγμένα χρηματισμένους πολιτικούς, παρά τις ομολογίες τους ότι πήραν χρήματα.
Με κάθε είδους συντρίμμια γύρω μας πρέπει να εργαστούμε σκληρά, συλλογικά και μεθοδικά με ξεκαθαρισμένες τις ζωτικής σημασίας προτεραιότητες της Ελλάδος, οι οποίες είναι α) η ανασυγκρότηση της οικονομίας με ειδικό βάρος στις παραγωγικές επενδύσεις, β) η ενίσχυση της εθνικής άμυνας με πολεμικό υλικό και κάθε δυνατή συμμαχία και γ) ουσιαστικές επενδύσεις στην παιδεία, ώστε οι νέες γενιές να είναι αναβαθμισμένες σε ήθος και σε γνώσεις σε σχέση με αυτές που κυβερνούν σήμερα.
Όσον αφορά την οικονομική ανασυγκρότηση της χώρας πρέπει να αποτελεί το πρώτο, άμεσο και κύριο μέλημα σε συνεχή βάση, η ύπαρξη ενός παραγωγικού μηχανισμού σε διαρκή λειτουργία, που θα εξασφαλίζει ότι μπορούμε από γονατιστοί να ξαναβρεθούμε όρθιοι. Είναι λανθασμένος ο ισχυρισμός του υπουργού Οικονομικών, ότι η ανάπτυξη μπορεί να επιδιωχθεί, αφού πρώτα επαναποκτήσουμε, μέσω της αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας, την εμπιστοσύνη «των αγορών», ώστε να αντλήσουμε σχετικά φθηνό χρήμα που θα κατευθυνθεί σε επενδύσεις, μέσω των οποίων θα δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας προκειμένου να μπούμε σε νέο αναπτυξιακό κύκλο, ο οποίος θα διευκολύνει και την αποπληρωμή του δημόσιου χρέους. Μαζί με την επιμήκυνση αποπληρωμής τόκων και κεφαλαίων και τη μείωση των επιτοκίων και ενδεχομένως πρόσθετων θετικών μέτρων ισοδυνάμου αποτελέσματος, δηλαδή μέτρων που θα μειώσουν το φορτίο του χρέους και μάλιστα εντός ενός διευρυμένου χρονικού διαστήματος, πρέπει να επιδιωχθεί με σοβαρή επιχειρηματολογία να πεισθούν οι εταίροι μας στην ευρωζώνη να δημιουργηθεί άμεσα ειδικός επενδυτικός μηχανισμός διάσωσης της οικονομίας με παροχή εξαιρετικών κινήτρων προσέλκυσης επενδυτικών κεφαλαίων.
Δηλαδή, παράλληλα με την προσπάθεια περιορισμού του δημοσιονομικού ελλείμματος μπορεί και πρέπει να τεθεί σε λειτουργία μια αναπτυξιακή διαδικασία μέσω ενός ειδικού επενδυτικού μηχανισμού διάσωσης, που δεν θα εξαντλείται στο να δίνει χρήματα σε κάποιον που «δεν έχει σάλιο» ή να μη του ζητάει να πληρώσει εδώ και τώρα τα χρέη του, αλλά να του δίνει τη δυνατότητα να κερδίζει χρήματα όντας παραγωγικός, ώστε να βοηθηθεί να πάψει να ζητάει χρήματα από παλιούς ή νέους υποψήφιους δανειστές και να καταφέρει έστω με καθυστέρηση να αποπληρώσει τα χρέη του.
Ο μηχανισμός (ESM), που εφευρέθηκε και πρόκειται να ισχύσει από 1ης Ιουλίου 2013 σε αντικατάσταση του υπάρχοντος μηχανισμού EFSF, είναι άκρως ακατάλληλος ως μηχανισμός διάσωσης της οικονομίας μας, άσχετα αν μας δίνει την «άνεση» να καταφύγουμε σ’ αυτόν σε περίπτωση αδυναμίας άντλησης δανειακών κεφαλαίων από την ελεύθερη αγορά. Διότι απλά θα μας εξασφαλίσει κάποια χρήματα, τα οποία θα πρέπει με «αιματηρές οικονομίες» να επιστραφούν εντόκως και αν μάλιστα δεν αποδειχθούμε επαρκώς «πειθαρχημένοι» θα μας επιβληθεί πρόστιμο ή πρόστιμα, το/α οποίο/α (τραγική ειρωνεία) θα καταλήξει/ουν στο ταμείο του ίδιου του μηχανισμού στήριξης.
Αποτελεί ως εκ τούτου επιτακτική ανάγκη, αντί να περιμένουμε τί θα σκαρφιστούν οι διάφοροι καλοθελητές (εκτός αλλά και εντός εισαγωγικών) εταίροι μας, να διαμορφώσουμε εμείς ως Ελλάς μέχρι τη συνάντηση του προσεχούς Ιουνίου ολοκληρωμένη πρόταση δημιουργίας επενδυτικού μηχανισμού, στον οποίο μάλιστα, πέραν της συμμετοχής των εταίρων μας σε επίπεδο χωρών, η συμμετοχή των ιδιωτών επενδυτών θα είναι από τους ίδιους περισσότερο ελκυστική παρά η σχεδιασμένη συμμετοχή τους στον μηχανισμό ESM, εφόσον στον μεν μηχανισμό ESM καλούνται να συμβάλλουν με μεγάλο ρίσκο στο κόστος διάσωσης, ενώ σε ένα καλοσχεδιασμένο επενδυτικό μηχανισμό ο κίνδυνος οικονομικών απωλειών εκτιμάται ότι θα είναι σχετικά περιορισμένος. Υπάρχει χρόνος για δημιουργική δράση, ώστε να πάμε τον Ιούνιο με ολοκληρωμένες και πειστικές προτάσεις στο ραντεβού.
Για την ενίσχυση της εθνικής άμυνας χρειάζεται λίγη φαντασία, ώστε να δημιουργηθούν νέες μορφές διμερούς συνεργασίας, που στο πλαίσιο ειδικών οικονομικο-αμυντικών συμφωνιών θα περιλαμβάνουν δυνατότητα δανεισμού κάθε είδους αμυντικού υλικού μέχρι και επανδρωμένων πολεμικών αεροσκαφών. Η σημερινή πραγματικότητα επιτρέπει νέες συνθέσεις και εξελιγμένες προσεγγίσεις, που μπορούν να βοηθήσουν, παρά την οικονομική κρίση, στην καλύτερη εξυπηρέτηση των εθνικών μας αναγκών.
Τέλος, οι επενδύσεις στην παιδεία είναι μακροχρόνια οι πιο ουσιαστικές. Η σημερινή κατάσταση μόνο αισιοδοξία δεν εμπνέει και αν για την οικονομία είναι μια φορά αναγκαία μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας, για την παιδεία η ανάγκη εθνικής συναίνεσης είναι πολλαπλάσια επιτακτική. Η θεσμοθέτηση μονίμων ειδικών επιτροπών για θέματα παιδείας, όχι υποχρεωτικά διακομματικών, αλλά περισσότερο στελεχωμένων από ανθρώπους των γραμμάτων και του πνεύματος, θα ήταν ένα μεγάλο βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Σε κάθε περίπτωση η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας θα πρέπει πάντα να έχει ξεκάθαρα την «έξωθεν καλήν μαρτυρίαν» ως ελάχιστη προϋπόθεση προκειμένου να έχουν σοβαρές πιθανότητες επιτυχίας οι όποιες συναινετικές κινήσεις και προοδευτικές μεταρρυθμίσεις, που σε έναν ραγδαία εξελισσόμενο κόσμο πρέπει να είναι συχνές και σύνθετες.
Από "ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΖΩΝΗ"
Δεν υπάρχουν σχόλια
Μπορείτε να γράψετε και να σχολιάσετε τα πάντα, αλλά αν το κείμενο σας περιέχει υβριστικούς χαρακτηρισμούς σας ενημερώνουμε ότι δεν θα δημοσιεύεται. Σε περίπτωση καθυστέρησης δημοσίευσης των σχολίων ζητούμε συγγνώμη και παρακαλούμε να μην βγάζετε αυθαίρετα συμπεράσματα. Με σεβασμό και εκτίμηση η διαχείριση του ιστολογίου