Το δόγμα του ενιαίου αμυντικού χώρου Ελλάδας–Κύπρου και η αναβίωση του σήμερα - Ελλήνων Αφύπνιση

Page Nav

HIDE

Grid

GRID_STYLE
{fbt_classic_header}

ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ:

latest

Το δόγμα του ενιαίου αμυντικού χώρου Ελλάδας–Κύπρου και η αναβίωση του σήμερα

  Στις μέρες μας, με την τουρκική προκλητικότητα να βρίσκεται στο ζενίθ της, το ζήτημα περί αναβίωσης του Δόγματος Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ε...

 



Στις μέρες μας, με την τουρκική προκλητικότητα να βρίσκεται στο ζενίθ της, το ζήτημα περί αναβίωσης του Δόγματος Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδας-Κύπρου φαίνεται να επανέρχεται στο προσκήνιο.


Της Κωνσταντίνας Μόδα, Ερευνήτριας της Ομάδας Διεθνών Σχέσεων & Εξωτερικής Πολιτικής

Ιστορική αναδρομή

Το Δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδας-Κύπρου υιοθετήθηκε το Νοέμβριο του 1993 και τέθηκε σε ισχύ ένα χρόνο αργότερα από την Ελληνική Κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου και την Κυπριακή του Γλαύκου Κληρίδη. Επρόκειτο για την στρατηγική σύζευξη της Ελλάδας με την Κυπριακή Δημοκρατία. Το ζήτημα της εθνικής ασφάλειας ανέκαθεν συνιστούσε προτεραιότητα και για τα δύο μέρη. Ωστόσο, μετά το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή στην Μεγαλόνησο το 1974, η ανισομερής ως προς ελληνοκυπριακή πλευρά, παρουσία ισχυρών τουρκικών δυνάμεων, ενέτεινε το κλίμα ανασφάλειας και προωθούσε την επιτακτική πλέον ανάγκη για ενίσχυση του αμυντικού συστήματος.

Εξάλλου, η εν λόγω παρουσία, αλλά και το ιδιαίτερο καθεστώς του νησιού συνιστούσε τροχοπέδη και για την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας στο πεδίο του αμυντικού σχεδιασμού (Συρίγος, 2016), ειδικά σε σχέση με την αξιοπιστία της αποτρεπτικής στρατηγικής της, τη στιγμή, μάλιστα, που ο συνυφασμένος χαρακτήρας μεταξύ διπλωματίας, αποτρεπτικής άμυνας και στρατηγικής σύζευξης είναι ευδιάκριτος. (Ήφαιστος, 2020). Ειδικότερα, το ζήτημα της αξιοπιστίας κρίνεται στην βάση των θέσεων της εκάστοτε πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας, σε συνδυασμό με την οργάνωση του κράτους και την ιεράρχηση των εθνικών συμφερόντων, καθώς και με την επακόλουθη  δυνατότητα αποτροπής τόσο γενικευμένης όσο και μεσαίας ή/και χαμηλής έντασης σύρραξης. Άλλωστε, σύμφωνα με τον Waltz «κυρίαρχος στόχος του κράτους είναι η κατοχύρωση της ασφάλειάς του, δηλαδή η ΕΠΙΒΙΩΣΗ, η διατήρηση της εδαφικής κυριαρχίας και της εθνικής ανεξαρτησίας/αυτονομίας» (Ήφαιστος, 2017).

Περιεχόμενο Δόγματος Ενιαίου Αμυντικού Χώρου

Το Δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδας-Κύπρου ή αλλιώς Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα Θράκης, Αιγαίου και Κύπρου, αποτελούσε έναν αμυντικό συμπληρωματικό μηχανισμό των δύο χωρών ο οποίος θα ενεργοποιούνταν σε ενδεχόμενη τουρκική απειλή. Πιο συγκεκριμένα, ο αμυντικός χώρος της Ελλάδας θα περιελάμβανε πλέον και την ουδέτερη ζώνη της Κύπρου. Επιπρόσθετα, η εν λόγω δέσμευση για συνεργασία προς απώθηση τυχόν τουρκικής απειλής προβλεπόταν και στην Συνθήκη Εγγυήσεως του 1960 (άρθρα I και IV). Σύμφωνα με αυτή η Κυπριακή Δημοκρατία αναλάμβανε να διατηρήσει την ανεξαρτησία της, την εδαφική της ακεραιότητα και την ασφάλειά της, τηρώντας το Σύνταγμά της. Ακόμη, ήταν υποχρεωμένη να απέχει από κάθε προσπάθεια ένωσης του νησιού με άλλη χώρα ούτε διχοτόμησής του. Σε περίπτωση μάλιστα ανατροπής του καθεστώτος, οι Εγγυήτριες δυνάμεις (ήτοι Ελλάδα, Τουρκία και Μεγάλη Βρετανία) είχαν το δικαίωμα συλλογικής ή ατομικής επέμβασης (Νομική Υπηρεσία Κυπριακής Δημοκρατίας).

Ιδιαίτερη βαρύτητα αποδίδεται στην δήλωση του Έλληνα Πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου ο οποίος ρητά γνωστοποίησε την ελληνική θέση, καθιστώντας σαφές το casus belli. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά «η βασική δέσμευση της Ελλάδος [είναι] ότι αν υπάρξει προέλαση τουρκικών στρατευμάτων, αυτό οδηγεί σε πόλεμο» (Συρίγος, 2016). Ενώ ο Πρόεδρος  της Κύπρου δήλωσε εμφατικά ότι «συνεργασία σημαίνει αλληλοενημέρωση, συναποφάσεις» καθιστώντας ξεκάθαρη την απουσία μονομερών πρωτοβουλιών στο συγκεκριμένο ζήτημα (Αρσένης, 2009). Μοιραία, οι δύο αυτές τοποθετήσεις συνέβαλαν καθοριστικά στην ενίσχυση του ελληνοκυπριακού φρονήματος, αλλά και στην σαφή επικοινωνία προς τα έξω περί της εν λόγω αμφίδρομης στήριξης.

Διακλαδικές ασκήσεις

Προς επίτευξη των στόχων του δόγματος δημιουργήθηκε ναύσταθμος στην περιοχή της Λεμεσού καθώς και στρατιωτική αεροπορική βάση στην Πάφο, ενώ προβλεπόταν συντονισμός τόσο των στρατιωτικών δυνάμεων και των σχεδίων αμύνης, όσο και των αντίστοιχων υποδομών. Επίσης, σημαντικό ρόλο στην ελληνοκυπριακή επιχείρηση διαδραμάτιζε η διοργάνωση διακλαδικών ασκήσεων. Οι κοινές ασκήσεις αφενός συνέβαλαν στην εναρμόνιση των στρατιωτικών και διοικητικών ζητημάτων ετοιμότητας και αποτελεσματικότητας, αφετέρου ενίσχυσαν το αίσθημα της εμπιστοσύνης των Ελληνοκυπρίων. Ιδιαίτερη αναφορά αρμόζει στην κοινή άσκηση Ελλάδας-Κύπρου, την επονομαζόμενη «Τοξότης» που πραγματοποιήθηκε στον θαλάσσιο χώρο μεταξύ Ρόδου και Κύπρου και διήρκησε από το 1994 έως το 2001. Το 2005 η άσκηση επανελήφθη, δίχως όμως την παρουσία των εκατέρωθεν στρατευμάτων. Η άσκηση πραγματοποιήθηκε επί χάρτου ενώ εγκαταλείφθηκε πλήρως το 2008. Είναι χαρακτηριστικό ότι η εν λόγω διεξαγωγή αποτέλεσε σημείο προστριβής με την Τουρκία, η οποία ήγειρε αντιδράσεις. Παράλληλα, αξιοσημείωτη ήταν η συμμετοχή της ελληνικής πλευράς και στην άσκηση «Νικηφόρος»η οποία λάμβανε χώρα τόσο στον εναέριο χώρο με την  συνεργασία αμφότερων μαχητικών αεροσκαφών, όσο και στον θαλάσσιο, με την συμμετοχή πλοίων (Συρίγος, 2016). 

Στόχοι και προσδοκίες…

Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, η τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974 μετέβαλε το τότε υφιστάμενο status quo. Η πάγια θέση της Ελλάδας στο εν λόγω ζήτημα ήταν και είναι πρόδηλη, με το ψευδοκράτος να αναγνωρίζεται μόνο από την πλευρά της Τουρκίας, τη στιγμή που καταδικάζεται  με τις Αποφάσεις  541 του 1983 και 550 του 1984 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών (Ελληνική Δημοκρατία, Υπουργείο Εξωτερικών). Ως εκ τούτου η επαναφορά της ισορροπίας ισχύος στην περιοχή συνιστούσε πρωτεύον ζήτημα με την ταυτόχρονη επαναφορά του Κυπριακού στην διεθνή κοινότητα προς επιτακτική επίλυσή του. Συγχρόνως, η σπουδαιότητα της περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου αποτέλεσε κινητήριο δύναμη για την υλοποίηση της ελληνοκυπριακής συνεργασίας. Η παρουσία του ελληνισμού στην ευρύτερη γεωπολιτικής σημασίας περιοχή, συνιστούσε σημαίνοντα στόχο της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Σύμφωνα, μάλιστα, με τον Ήφαιστο Π. ο Ενιαίος Αμυντικός Χώρος «δεν ήταν μία τυχαία στρατηγική» αλλά στηρίχθηκε στην δήλωση περί casus belli του Ανδρέα Παπανδρέου το 1983 και στον ενδεχόμενο κίνδυνο μετατροπής των      Ελληνοκυπρίων σε στρατηγικούς ομήρους της Τουρκίας. Παράλληλα, η ορθή εφαρμογή του ΔΕΑΧ συνδυαστικά με την κεντρική στρατηγική στο Αιγαίο θα παρείχε τη δυνατότητα για οριοθέτηση κοινών θαλάσσιων συνόρων μεταξύ Ελλάδας-Κύπρου (Ήφαιστος, 2019).

Διεθνείς αντιδράσεις

Η αρνητική στάση της Τουρκίας ως προς την αμυντική σύμπραξη Ελλάδας και Κύπρου ήταν ολοφάνερη, ενώ παράλληλα επιχειρούνταν και ενδυνάμωση της τουρκικής άμυνας στον εναέριο χώρο. Πιο συγκεκριμένα, στο πλαίσιο των προγραμμάτων Peace Onyx Ι (1987-1995) και ΙΙ (1995-1999), η Τουρκία προέβη σε αγορά 240 μαχητικών αεροσκαφών συνολικά (Turkish aerospace). Σε κάθε περίπτωση αποσκοπούσε στην κυριαρχία της επί της Ανατολικής Μεσογείου με όλες της τις δυνάμεις. Ως εκ τούτου, μία αμυντική συμμαχία εναντίον ενδεχόμενης τουρκικής απειλής αλλά και οι προαναφερθείσες στοχεύσεις της ελληνικής πλευράς, θα υπέσκαπταν την εξωτερική πολιτική της. Επιπλέον, εμφανίζονταν και άλλες δυνάμεις, πέραν της Τουρκίας, αρνητικά διακείμενες προς το ΔΕΑΧ.

Η περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου ανέκαθεν συνιστούσε πεδίο γεωστρατηγικού ενδιαφέροντος της διεθνούς κοινότητας. Μάλιστα, η σημαίνουσας σημασίας γεωγραφική θέση της Μεγαλονήσου αποτελεί στρατηγικό εργαλείο για την εκάστοτε Μεγάλη Δύναμη που επιχειρεί την υπεράσπιση και την προώθηση των εθνικών της συμφερόντων στην ευρύτερη περιοχή (Τσιριγώτης, 2019, Fouskas and Tackie, 2009).   Παρά την καθόλα παράνομη εισβολή τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο και την εγκατάστασή τους, η νέα τάξη πραγμάτων που εγκαινιάστηκε ευνοούσε τόσο την Μεγάλη Βρετανία, όσο και τις Η.Π.Α., καθώς συνέτεινε στην διατήρηση της σταθερότητας στην περιοχή. Οτιδήποτε αντίθετο σ’ αυτήν, φόβιζε τις εν λόγω δυνάμεις και τις ωθούσε να εγείρουν αντιδράσεις επί του Δόγματος. Με τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας να υπογραμμίζει ότι «η Κύπρος είναι ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί», αυτή η επικείμενη αναδιαμόρφωση της κατάστασης σίγουρα έβρισκε αντίθετες τις δυνάμεις της διεθνούς πολιτικής σκηνής (Συρίγος, 2016). 

Σε κάθε περίπτωση η δημιουργία ενός Ενιαίου Αμυντικού Χώρου δεν θεωρούνταν μία εύκολη υπόθεση. Παρά τις αντιδράσεις, τόσο η Ελλάδα, όσο και η Κύπρος βάδιζαν προς την κατεύθυνση αυτή της «ενοποίησης». Χαρακτηριστικό, μάλιστα, παράδειγμα έκδηλου ενδιαφέροντος για την Κυπριακή Δημοκρατία και την ασφάλεια από ελληνικής πλευράς, ήταν η πρόταση για αγορά του ρωσικού κινητού πυραυλικού αντιαεροπορικού συστήματος S-300PMU-1, το 1996.

Κρίση πυραύλων S-300. Η συμφωνία και η ισχύς του πυραυλικού συστήματος.

Στις 4 Ιανουαρίου 1997 υπεγράφη, τελικά, η συνθήκη μεταξύ Κύπρου και Ρωσίας αναφορικά με την αγορά του συγκεκριμένου πυραυλικού συστήματος. Επρόκειτο για μία συμφωνία ήσσονος σημασίας, η οποία ενίσχυε το Δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου.

Απαρτιζόταν από 4 συστοιχίες αποτελούμενη από 12 πυραύλους έκαστη, 48 στο σύνολο, το βεληνεκές των οποίων ήταν αξιοσημείωτο -150 χιλιόμετρα-, όπως επίσης και η εμβέλεια των ραντάρ τους που άγγιζε τα 300 χιλιόμετρα (Συρίγος, 2016). Επρόκειτο για ένα σύστημα ικανό να θωρακίζει μεγάλου εύρους εγκαταστάσεις. Η ιδιότητά του, μάλιστα, να αντιμετωπίζει ακόμη και επιθέσεις προερχόμενες από βαλλιστικούς ή τακτικού πεδίου μάχης πυραύλους προσέδιδε επιπλέον ισχύ στο εν λόγω σύστημα (Πολεμική Αεροπορία). Επιπροσθέτως, μέσω αυτού η Κύπρος θα μπορούσε να πλήξει εχθρικούς στόχους που βρίσκονταν πέραν της τουρκικής επικράτειας (Κρασσάς, 2018).

Κύμα αντιδράσεων…

Η συγκεκριμένη δυναμική δεν συνιστούσε απειλή μόνο για την τουρκική πλευρά αλλά για τα συμφέροντα άλλων χωρών της Ανατολικής Μεσογείου. Συγκεκριμένα, η δυνατότητα της Κύπρου να αποκτήσει πρόσβαση μέσω των ραντάρ της στις περιοχές του Ισραήλ, του Λιβάνου και της Συρίας, θα  συνιστούσε ακόμη έναν παράγοντα επικείμενης ανατροπής του status quo στην περιοχή. Ως εκ τούτου, οι βλέψεις των δυνάμεων των Η.Π.Α. και της Μεγάλης Βρετανίας για παρεμπόδιση αναθεωρητικών τάσεων ενισχύονται με την παράλληλη στάση των ως άνω χωρών.

Στον αντίποδα βρίσκεται η διαχρονική θέληση της Μόσχας να είναι παρούσα στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου. Το γεγονός αυτό την φέρνει αντιμέτωπη με τα αντίστοιχα συμφέροντα και της Μεγάλης Βρετανίας, η οποία την περίοδο εκείνη διατηρεί βάσεις στην Μεγαλόνησο. Ακόμη η ρωσική προέλευση του πυραυλικού συστήματος ενισχύει σε κάθε περίπτωση τις επεκτατικές βλέψεις της πρώτης, τη στιγμή που την φέρνει σε σύγκρουση με την αμερικανική ιδεολογία (Συρίγος, 2016).

Σύμφωνα με την θέση των Η.Π.Α., η διατάραξη της ισορροπίας ισχύος στην περιοχή θα ήταν δεδομένη σε περίπτωση εγκατάστασης πυραυλικού συστήματος στην Κύπρο. Σε ένα πρώτο επίπεδο το οικονομικό, αλλά κυρίως το γεωστρατηγικό πλεονέκτημα της Μόσχας θα έπληττε σημαντικά τα αμερικανικά συμφέροντα στην Μέση Ανατολή. Συγχρόνως, θα κλιμακωνόταν ο ανταγωνισμός Κύπρου-Τουρκίας ως προς το μέγεθος των στρατιωτικών εξοπλισμών. Η κλιμάκωση στις διμερείς σχέσεις των δύο χωρών θα καθιστούσε περαιτέρω δυσεπίλυτο το  Κυπριακό Ζήτημα. Τέλος,  οι Η.Π.Α. τάσσονταν κατά της κατοχής πυρηνικών όπλων αντίστοιχου βεληνεκούς και υπέρ της ειρηνικής διευθέτησης του ζητήματος. Μάλιστα, σύμφωνα με τον Κώδικα των Ηνωμένων Πολιτειών, η επίλυση διαφορών στηρίζεται στη βάση διαπραγματεύσεων και ειρηνικών διαδικασιών, ενώ παράλληλα ενθαρρύνεται η αποφυγή χρήσης προβοκατόρικων πράξεων και η χρήση βίας ή η απειλή αυτής (United States Code, chapter 22 § 2373 – Eastern Mediterranean policy requirements).

Θέσεις Ελλάδας-Κύπρου

Ήταν χαρακτηριστική η αδυναμία πλήρους σύμπλευσης των εκατέρωθεν ηγεσιών ως προς την υιοθέτηση ενιαίας πολιτικής στο πεδίο της εγκατάστασης των πυραύλων S-300 στην Μεγαλόνησο. Αφενός η ελληνική κυβέρνηση υπό την προεδρία του Κώστα Σημίτη σκιαγραφείται από αβεβαιότητα και φόβο ανάληψης ευθυνών, αφετέρου η Κυπριακή Δημοκρατία επί Γλαύκου Κληρίδη αντιμετωπίζει την εγκατάσταση ως νόμιμο δικαίωμα αμυντικής δυνατότητας, τη στιγμή που υπάρχουν και προβληματισμοί αναφορικά με την ενδεχόμενη κλιμάκωση των ήδη τεταμένων σχέσεων. Η μόνη περίπτωση ματαίωσης της πυραυλικής εγκατάστασης είναι η ολική αποχώρηση των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, η πλήρης δηλαδή αποστρατικοποίηση της Κύπρου (Συρίγος, 2016).

Τουρκική τοποθέτηση

Η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας είχε θέσει σαφή και αμετάκλητα όρια ως προς τους ρωσικούς πυραύλους S-300. Για τη γείτονα χώρα το ζήτημα της εγκατάστασής τους συνιστούσε απειλή της εθνικής της ασφάλειας και εμπόδιο στον τουρκικό αναθεωρητισμό. Η αρνητική της στάση αποτυπώνεται και στην δήλωση του Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ, τότε Προέδρου της, ο οποίος τόνισε ότι σε περίπτωση απειλής της εθνικής ασφάλειας και ανατροπής της ισορροπίας ισχύος στην περιοχή «αντίστοιχα στρατιωτικά και πολιτικά μέτρα θα ληφθούν χωρίς δισταγμό» (Συρίγος, 2016),

Οι προσπάθειες της Τουρκίας για αποτροπή της εγκατάστασης ήταν έκδηλες. Οι απειλές και οι προκλήσεις υπήρξαν συνεχείς με χαρακτηριστικό παράδειγμα την άσκηση του Νοεμβρίου του 1997 στο υπό κατοχή βόρειο τμήμα της Κύπρου και την απειλή προληπτικού χτυπήματος τον Ιανουάριο του ίδιου έτους. Παράλληλα, η Τουρκία προσπαθούσε να πολλαπλασιάσει τους συμμάχους της, εγείροντας θέματα σταθερότητας και ασφάλειας τόσο προς τις Η.Π.Α όσο και προς την Ε.Ε (Κρασσάς, 2018, Συρίγος, 2016).

Ματαίωση σχεδίου S-300 και μεταφορά τους στην Ελλάδα

Σε ευρύτερο πλαίσιο, είναι γεγονός ότι η ελληνοκυπριακή συμμαχία δεχόταν πολυάριθμες πιέσεις γεγονός που οδήγησε και σε καθυστέρηση των διαδικασιών  υλοποίησης της. Το εγχείρημα συναντούσε πάγιες αντιδράσεις διεθνώς και αυτό δυσχέραινε σημαντικά τον απώτερο σκοπό των δύο χωρών. Σύμφωνα με τον τότε υπουργό Άμυνας της Κυπριακής Δημοκρατίας, Όμηρο Γιαννάκη, στις 27 Νοεμβρίου του 1998 πραγματοποιήθηκε καθοριστικής σημασίας σύσκεψη μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου, με την πρώτη να τοποθετείται ρητά κατά της έλευσης των πυραύλων στην Κύπρο και να αντιπροτείνει την μεταφορά τους στην Κρήτη. Τελικώς, η επιχείρηση περί της έλευσης τους στην Κύπρο ματαιώνεται με το Γλαύκο Κληρίδη να αναλαμβάνει την ευθύνη της κοινοποίησης της απόφασης (Γιαννάκης, 2018). Οι δύο πλευρές συμφώνησαν στην μεταφορά του πυραυλικού συστήματος στην Ελλάδα, η οποία με τη σειρά της παραχώρησε στην Κύπρο τους αντιαεροπορικούς πυραύλους TOR-M1. Σήμερα, οι S-300 βρίσκονται στην κατοχή της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας, αλλά παραμένουν αδρανείς. Μοναδική εξαίρεση αποτελεί το έτος 2013, όταν πραγματοποιήθηκε δοκιμαστική βολή τους (Κρασσάς, 2018).

Επίλογος 

Η ανάγκη, λοιπόν, για οικοδόμηση ενός Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδας-Κύπρου βρήκε έρεισμα σε εξωγενείς παράγοντες και, συγκεκριμένα, στην τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974. Η ορατή τουρκική απειλή και το γενικευμένο κλίμα ανασφάλειας αποτέλεσαν το εναρκτήριο λάκτισμα των ανάλογων διαδικασιών προς επίτευξη του στόχου. Η εν λόγω προσπάθεια αλληλοϋποστήριξης πυροδότησε αντιδράσεις διεθνούς εμβέλειας με την Τουρκία να διαδραματίζει καίριο ρόλο. Εντός του επιχειρησιακού αυτού πλαισίου, σημείο αναφοράς αποτέλεσε η κρίση των πυραύλων S-300. Η ελληνική πρόταση για ενίσχυση της ασφάλειας και προστασίας των Ελληνοκυπρίων μέσω της εγκατάστασης του συγκεκριμένου ρωσικού πυραυλικού μηχανισμού στην Μεγαλόνησο δεν στέφθηκε από επιτυχία. Ουσιαστικά η ματαίωση της επιχείρησης αποτέλεσε ορόσημο για την αναποτελεσματικότητα του ΔΕΑΧ. Πέραν των στρατηγικών και πολιτικών στόχων που δεν επιτεύχθηκαν, σημαντικός κρίνεται και ο αρνητικός αντίκτυπος στο αίσθημα εμπιστοσύνης των Ελλήνων και των Κυπρίων, τη στιγμή που ο φόβος της τουρκικής απειλής ενισχυόταν, το Κυπριακό Ζήτημα δεν σημείωσε πρόοδο, ενώ παράλληλα κλονίστηκε και η αξιοπιστία της Ελλάδας ως αποτρεπτικό κράτος (Ήφαιστος, 2019). Ωστόσο, παρά το πλήγμα που δέχθηκε το ΔΕΑΧ, είναι γεγονός η συνέχιση του επιχειρησιακού συντονισμού των ελληνικών και των κυπριακών επιτελείων, τη στιγμή που η εν λόγω συνεργασία διαδραματίζει σημαντικό ρόλο και στην προσπάθεια εξεύρεσης βιώσιμης και δίκαιης λύσης στο Κυπριακό Ζήτημα (Ελληνική Δημοκρατία Υπουργείο Εξωτερικών). Επιπλέον, ιδιαίτερη αναφορά αρμόζει στην διακλαδική άσκηση Έρευνας-Διάσωσης «ΑΕΤΟΣ», που έλαβε χώρα στην περιοχή μεταξύ Ρόδου και Μεγίστης στις 25 Νοεμβρίου του τρέχοντος έτους, όπου συμμετείχαν ελληνικές και κυπριακές δυνάμεις  (ΓΕΝΙΚΟ ΕΠΙΤΕΛΕΙΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ). Στις μέρες μας, μάλιστα, με την τουρκική προκλητικότητα να βρίσκεται στο ζενίθ της, το ζήτημα περί αναβίωσης του Δόγματος Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδας-Κύπρου φαίνεται να επανέρχεται στο προσκήνιο, με την ανάγκη να ενταχθεί «σε μία νέα λογική εθνικής αποτρεπτικής στρατηγικής από αυτήν που ακολουθείται τις τελευταίες δεκαετίες» (Ήφαιστος, 2020). Σε κάθε περίπτωση «η υπεράσπιση χώρου, κράτους και ελληνισμού» θα πρέπει να αποτελεί τον βασικό άξονα της στρατηγικής των δύο χωρών (Γιαλλουρίδης, 2019).

Βιβλιογραφία

Ελληνική βιβλιογραφία

Συρίγος, A. (2016). Ελληνοτουρκικές Σχέσεις. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκης.

Ξενόγλωσση βιβλιογραφία

Fouskas, V.K., Tackie, A.O. (2009). Cyprus: The Post-Imperial Constitution. London: Pluto Press.

Άρθρα

Αρσένης, Γ.Δ. (2009). «Η γεωπολιτική σημασία του Δόγματος του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδας-Κύπρου». Γεράσιμος Δ. Αρσένης. Διαθέσιμο εδώ [πρόσβαση 27/11/20]

Γιαννάκης, Ο. (2018). «Γιαννάκης Ομήρου: S-300, 20 χρόνια μετά – Ιδού η αλήθεια». Φilenews. Διαθέσιμο εδώ [πρόσβαση 09/12/20]

Γιαλλουρίδης, Χ.Κ. (2019). «Κυπριακού ενεργειακής πολιτικής συνθήκες». HUFFPOST. Διαθέσιμο εδώ [πρόσβαση 09/12/20]

Ήφαιστος, Π. «ΤΟΥΡΙΚΗ ΑΠΕΙΛΗ: ΑΠΟΤΡΕΠΤΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΙ ΣΧΕΣΗ ΑΠΕΙΛΩΝ ΧΑΜΗΛΗΣ ΕΝΤΑΣΗΣ – ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΟΛΕΜΙΚΗΣ ΣΥΡΡΑΞΗΣ». Εκδόσεις Ποιότητα. Διαθέσιμο εδώ [πρόσβαση 27/11/20]

Ήφαιστος, Π. (2017). «Ο πόλεμος ως διαχρονικό φαινόμενο». Παναγιώτης Ήφαιστος. Διαθέσιμο εδώ [πρόσβαση 27/11/20]

Ήφαιστος, Π. (2019). «Η αξιοπιστία της Εθνικής στρατηγικής, η Τουρκική απειλή και συμμαχίες». Εκδόσεις Ποιότητα. Διαθέσιμο εδώ [πρόσβαση 27/11/20]

Ήφαιστος, Π. (2020). «Εθνική Αποτρεπτική Στρατηγική – Ενιαίος Αμυντικός Χώρος – Διπλωματία». Παναγιώτης Ήφαιστος. Διαθέσιμο εδώ [πρόσβαση 27/11/20]

Ήφαιστος, Π. (2020) «Στρατηγική ανασύνταξη για να μην παγιδευτεί η Ελλάδα στην Άγκυρα». HUFFPOST. Διαθέσιμο εδώ [πρόσβαση 27/11/20]

Κρασσάς, Ι. (2018). «Η κρίση των πυραύλων S-300 και ο Ενιαίος Αμυντικός Χώρος». ArmyVoice. Διαθέσιμο εδώ [πρόσβαση 27/11/20]

Τσιριγώτης, Δ. (2019). «Οι Τουρκικές αξιώσεις ισχύος σε Ελλάδα και Κύπρο. Μια διεθνολογική χαρτογράφηση». New Economy. Διαθέσιμο εδώ [πρόσβαση 09/12/20] 

Διεθνή Κείμενα 

NO 5476 TREATY OF THE GUARANTEE  SIGNED AT NICOSIA ON 16 AUGUST 1960. Διαθέσιμο εδώ [πρόσβαση 25/11/20]

Ιστοσελίδες

ΓΕΝΙΚΟ ΕΠΙΤΕΛΕΙΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ. (2020). Διακλαδική Άσκηση Έρευνας-Διάσωσης «ΑΕΤΟΣ». Διαθέσιμο εδώ  [πρόσβαση 09/12/20]

Ελληνική Δημοκρατία Υπουργείο Εξωτερικών, Κυπριακό. Το Κυπριακό ζήτημα σήμερα. Διαθέσιμο εδώ [πρόσβαση 27/11/20]

Νομική Υπηρεσία Κυπριακής Δημοκρατίας, Ανεξαρτησία. Διαθέσιμο εδώ [πρόσβαση 27/11/20]

Πολεμική Αεροπορία, S-300 PMU1. Διαθέσιμο εδώ [πρόσβαση 27/11/20]

Legal Information Institute, United States Code, chapter 22 § 2373 – Eastern Mediterranean policy requirements. Διαθέσιμο εδώ [πρόσβαση 27/11/20]

Turkish Aerospace, Peace Onyx I Program. Διαθέσιμο εδώ [πρόσβαση 25/11/20]

Turkish Aerospace, Peace Onyx II Program. Διαθέσιμο εδώ [πρόσβαση 25/11/20]



Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου

Δεν υπάρχουν σχόλια

Μπορείτε να γράψετε και να σχολιάσετε τα πάντα, αλλά αν το κείμενο σας περιέχει υβριστικούς χαρακτηρισμούς σας ενημερώνουμε ότι δεν θα δημοσιεύεται. Σε περίπτωση καθυστέρησης δημοσίευσης των σχολίων ζητούμε συγγνώμη και παρακαλούμε να μην βγάζετε αυθαίρετα συμπεράσματα. Με σεβασμό και εκτίμηση η διαχείριση του ιστολογίου