Η αναθεώρηση της Ιστορίας ως ιδέα είναι πολύ παλαιότερη Γράφει ο Αμύντας Βασιλούδης Σκέψεις εξ αφορμής ενός άρθρου του «Monde Di...
Η
αναθεώρηση της Ιστορίας ως ιδέα είναι πολύ παλαιότερη
Γράφει
ο Αμύντας Βασιλούδης
Σκέψεις εξ αφορμής ενός άρθρου του «Monde Diplomatique» του Δεκεμβρίου του έτους 2016.
Σκέψεις εξ αφορμής ενός άρθρου του «Monde Diplomatique» του Δεκεμβρίου του έτους 2016.
Η έννοια
του ιστορικού αναθεωρητισμού λέγεται ότι εμφανίσθηκε μετά την συνθήκη των
Βερσαλλιών του έτους 1919 και συνδέθηκε με την διαπίστωση ότι η ηττηθείσα
Γερμανία δεν μπορούσε να εκπληρώσει τις εκ της συνθήκης απορρέουσες υποχρεώσεις
της. Οπότε, κατά τους οπαδούς του αναθεωρητισμού, η συνθήκη αυτή έπρεπε είτε να
τροποποιηθεί και να γίνει πιο επιεικής προς τους ηττημένους είτε απλώς να
καταργηθεί.
Όμως η αναθεώρηση της Ιστορίας ως ιδέα είναι πολύ παλαιότερη. Τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι, κατά κανόνα, την Ιστορία πάντοτε γράφουν οι νικηταί, με αποτέλεσμα οι ηττημένοι να μη είναι ευχαριστημένοι με τα πορίσματα της επισήμου Ιστορίας. Έτσι, αντί να υπάρχει μία καθολικώς αποδεκτή αφήγηση, εν τοις πράγμασι, υπάρχουν διαφορετικές εκδοχές για την ερμηνεία των αυτών ιστορικών γεγονότων.
Η αναθεώρηση των ήδη παραδεδεγμένων ιστορικών πορισμάτων δεν αποτελεί μειονέκτημα μιας ιστορικής αφηγήσεως. Είναι απολύτως φυσικό κάθε νέα γενεά ιστορικών να επανεξετάζει τις απόψεις των παλαιοτέρων. Νέες πηγές, νέες πληροφορίες, νέες τεχνολογίες, αλλά και νέες αντιλήψεις επιβάλλουν την επανεξέταση της κρατούσης ιστορίας.
Το Κράτος, ως φορέας εξουσίας, δεν μένει αδιάφορο ενώπιον αυτής της διαδικασίας. Η αμφισβήτηση και ανατροπή των ήδη παραδεδεγμένων έχει πολιτικές επιπτώσεις και μπορεί να οδηγήσει στην αμφισβήτηση της κρατούσης πολιτικής και οικονομικής καταστάσεως ή ακόμη στην διατάραξη των διπλωματικών σχέσεων αυτού με κάποια άλλα Κράτη.
Στα κράτη της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης ο ιστορικός αναθεωρητισμός γνώρισε μεγάλες δόξες μετά την πτώση των κομμουνιστικών καθεστώτων. Οι λαοί αυτοί, απηλλαγμένοι της σοβιετικής κυριαρχίας, θέλησαν να ξαναγράψουν την πρόσφατη ιστορία τους και να τιμήσουν εκείνους που αγωνίστηκαν για την ανεξαρτησία τους από την τότε Ε.Σ.Σ.Δ.
Η τάση αυτή οδήγησε βεβαίως και σε υπερβολές. Άνθρωποι οι οποίοι είχαν συνεργασθεί ανοικτά ή συγκεκαλυμμένα με τους Γερμανούς στην διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ανεγνωρίσθησαν ως εθνικοί ήρωες. Γι’ αυτούς τους λαούς ο νέος εχθρός ήταν οι Ρώσοι και, κατά συνέπειαν, όσοι ήσαν αντίθετοι προς αυτούς ήταν οι νέοι ήρωες της Πατρίδος. Έτσι ο Βόϊτσλαβ Μιχαήλοβιτς, εγγονός του αρχηγού των Σέρβων Τσέτνικς Ντραγκολιούμπ Ντράζα Μιχαήλοβιτς, επέτυχε την αποκατάσταση όχι μόνον του παππού, αλλά και όλων των αγωνιστών Τσέτνικς, οι οποίοι είχαν μείνει πιστοί στην εξόριστη βασιλική κυβέρνηση του Λονδίνου. Για το καθεστώς του Στρατάρχου Τίτο, ο Μιχαήλοβιτς ήταν προδότης και για τον λόγο αυτό κατεδικάσθη σε θάνατο και εκτελέσθηκε στο Βελιγράδι την 12η Μαρτίου 1946.1
Στην Κροατία προχώρησαν περισσότερο. Την 22 Ιουλίου 2016 το Εφετείο του Ζάγκρεμπ ακύρωσε απόφαση του 1946, βάσει της οποίας ο Καρδινάλιος Αλοϊζίτσε Στέπινατς είχε αναγνωρισθεί συνεργάτης του υπό ναζιστική προστασία Κράτους των Κροατών Ουστάσι. Για τον περί ού ο λόγος Καρδινάλιο το Βατικανό από του έτους 1998 έχει ξεκινήσει την διαδικασία αγιοποιήσεώς του, αλλά δεν την ολοκληρώνει, για να μη διαταραχθεί ο διάλογος Ρωμαιοκαθολικών και Ορθοδόξων.2
Στα Βαλκάνια και την εγγύς Ανατολή ο ιστορικός αναθεωρητισμός ξαναγράφει την Ιστορία προς όφελος των νέων λαών και εις βάρος των ιστορικών εθνών. Έτσι το Κράτος των Σκοπίων θεωρεί εαυτό διάδοχο του Μακεδονικού Κράτους του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ενώ η γειτονική Τουρκία προσπαθεί να αγνοήσει την μακραίωνη παρουσία Ελλήνων, Αρμενίων, Συρίων, Κούρδων και Ασσυροχαλδαίων στην Μικρά Ασία και την ευρύτερη Ανατολία, με το επιχείρημα ότι η σύγχρονοι Τούρκοι είναι απόγονοι των Χετταίων.
Αφού λοιπόν σε ένα μεγάλο τμήμα της Ευρώπης κυριαρχούν οι αναθεωρητικές τάσεις στην Ιστορία, είναι απαραίτητο να εξετασθεί λεπτομερώς το φαινόμενο αυτό, καθώς η αναθεώρηση της ευρωπαϊκής ιστορίας επηρεάζει και τις διεθνείς σχέσεις των Ευρωπαϊκών Κρατών.
Για τον λόγο αυτόν σε ένα πρώτο μέρος θα εξετάσουμε τα αίτια του ιστορικού αναθεωρητισμού (Ι) και στο δεύτερο μέρος την κρατική πολιτική έναντι αυτού (ΙΙ).
Ι. ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΣΜΟΥ.
Τα αίτια του αναθεωρητισμού διακρίνονται σε πολιτικά, κοινωνικά – ψυχολογικά και επιστημονικά.
Α. Αίτια πολιτικά. Ως προελέχθη, η Ιστορία γράφεται από τους νικητές. Οι ηττημένοι θα πρέπει να αναμείνουν ευνοϊκότερες πολιτικές συνθήκες, για να εκφράσουν την άποψή τους. Επί παραδείγματι, μέχρι το 1974 η Ελληνική Ιστορία της περιόδου 1941-1949 ήταν σύμφωνη με τις αντιλήψεις των νικητών, δηλαδή των Λαϊκών και των Φιλελευθέρων. Η Αριστερά δεν μπορούσε να εκφράσει με απόλυτη ελευθερία την άποψή της, αφού οι μνήμες του ανταρτοπολέμου ήσαν ακόμη νωπές. Μετά την μεταπολίτευση παρατηρήθηκε το αντίστροφο φαινόμενο. Εξεδόθησαν δεκάδες βιβλία, τα οποία είχαν ως σκοπό τον εξωραϊσμό της δράσεως της Αριστεράς κατά την αυτή περίοδο. Σήμερα γίνεται προσπάθεια, για να γραφεί μια όσο το δυνατόν πιο αντικειμενική Ιστορία για την περίοδο εκείνη, χωρίς μεγάλη επιτυχία, διότι κάθε ιστορική αφήγηση προσβάλλει τις ευαισθησίες κάποιου πολιτικού σχηματισμού και για τον λόγο αυτό προκαλεί αντιδράσεις.
Το αυτό συνέβη και με την ιστορία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η άποψη των νικητών εξεφράσθη από την εξάτομη ιστορική αφήγηση του Γουϊνστον Τσώρτσιλ και από την δίτομη του Ραιημόν Καρτιέ. Η αμφισβήτηση της επισήμου Ιστορίας άργησε πολύ, διότι έπρεπε πρώτα να προωθηθεί η απενοχοποίηση των ηττημένων δια της αναδείξεως συμμαχικών εγκλημάτων πολέμου, ως επί παραδείγματι ο άγριος βομβαρδισμός της Δρέσδης.
Στην Ουκρανία, το Δημοτικό Συμβούλιο του Κιέβου αρχάς Ιουλίου του 2016 απεφάσισε την μετονομασία της Λεωφόρου Μόσχας σε Λεωφόρο Στεπάν Μπαντέρα. Ο περί ού ο λόγος αγωνιστής της Ουκρανικής Ανεξαρτησίας υπήρξε, κατά την περίοδο 1941-1944, συνεργάτης των Γερμανών και δολοφόνος μερικών χιλιάδων Πολωνών. Παρά ταύτα ανεγνωρίσθη ως ήρωας της Ουκρανίας, προφανώς ως αντίποινα για την ρωσική υποστήριξη της εξεγέρσεως των Ρωσοφώνων της Ανατολικής Ουκρανίας.3
Οι πολιτικές προσεγγίσεις μεταξύ λαών, οι οποίοι ήσαν αντίπαλοι στο παρελθόν, δημιουργούν κλίμα υπέρ της αναθεωρήσεως της κρατούσης ιστορίας. Έτσι, υπό την επίδραση επισήμων φορέων ή μη κυβερνητικών οργανώσεων διορθώνονται σχολικά εγχειρίδια Ιστορίας, απαλύνονται ή αποσιωπούνται κάποια δυσάρεστα γεγονότα και επιβάλλεται μια νέα ανάγνωση του παρελθόντος. Προφανώς για να ικανοποιηθούν οι ανάγκες της βορειοατλαντικής συμμαχίας, η πρόσφατη Ιστορία των ελληνο-τουρκικών συγκρούσεων τροποποιείται, η ύπαρξη του κρυφού σχολειού αμφισβητείται, η δε εξολόθρευση τμήματος του μικρασιατικού ελληνισμού τίθεται εν αμφιβόλω.
Ακόμη και η περίοδος της οθωμανικής κατοχής εξωραϊζεται. Γνωστός καθηγητής της Παντείου έγραψε για την ανθρωποκεντρική εξουσία των κοτζαμπασήδων στα χρόνια της Τουρκοκρατίας,4 ενώ άλλοι αξιοσέβαστοι θεολόγοι ομιλούν για τις ευεργετικές συνέπειες της τουρκικής κατακτήσεως επί της Ορθοδοξίας, υπονοούντες ότι εάν δεν είχαμε υποδουλωθεί στους Τούρκους θα είχαμε γίνει Ρωμαιοκαθολικοί!5
Β. Αίτια κοινωνικά – ψυχολογικά.
Ο ιστορικός είναι και αυτός άνθρωπος με αδυναμίες. Προσπαθεί βεβαίως να είναι αντικειμενικός, αλλά και ο ίδιος ανήκει σε κάποιον κοινωνικό και πολιτικό χώρο, ο οποίος επηρεάζει τις αντιλήψεις του.
Όμως η αναθεώρηση της Ιστορίας ως ιδέα είναι πολύ παλαιότερη. Τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι, κατά κανόνα, την Ιστορία πάντοτε γράφουν οι νικηταί, με αποτέλεσμα οι ηττημένοι να μη είναι ευχαριστημένοι με τα πορίσματα της επισήμου Ιστορίας. Έτσι, αντί να υπάρχει μία καθολικώς αποδεκτή αφήγηση, εν τοις πράγμασι, υπάρχουν διαφορετικές εκδοχές για την ερμηνεία των αυτών ιστορικών γεγονότων.
Η αναθεώρηση των ήδη παραδεδεγμένων ιστορικών πορισμάτων δεν αποτελεί μειονέκτημα μιας ιστορικής αφηγήσεως. Είναι απολύτως φυσικό κάθε νέα γενεά ιστορικών να επανεξετάζει τις απόψεις των παλαιοτέρων. Νέες πηγές, νέες πληροφορίες, νέες τεχνολογίες, αλλά και νέες αντιλήψεις επιβάλλουν την επανεξέταση της κρατούσης ιστορίας.
Το Κράτος, ως φορέας εξουσίας, δεν μένει αδιάφορο ενώπιον αυτής της διαδικασίας. Η αμφισβήτηση και ανατροπή των ήδη παραδεδεγμένων έχει πολιτικές επιπτώσεις και μπορεί να οδηγήσει στην αμφισβήτηση της κρατούσης πολιτικής και οικονομικής καταστάσεως ή ακόμη στην διατάραξη των διπλωματικών σχέσεων αυτού με κάποια άλλα Κράτη.
Στα κράτη της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης ο ιστορικός αναθεωρητισμός γνώρισε μεγάλες δόξες μετά την πτώση των κομμουνιστικών καθεστώτων. Οι λαοί αυτοί, απηλλαγμένοι της σοβιετικής κυριαρχίας, θέλησαν να ξαναγράψουν την πρόσφατη ιστορία τους και να τιμήσουν εκείνους που αγωνίστηκαν για την ανεξαρτησία τους από την τότε Ε.Σ.Σ.Δ.
Η τάση αυτή οδήγησε βεβαίως και σε υπερβολές. Άνθρωποι οι οποίοι είχαν συνεργασθεί ανοικτά ή συγκεκαλυμμένα με τους Γερμανούς στην διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ανεγνωρίσθησαν ως εθνικοί ήρωες. Γι’ αυτούς τους λαούς ο νέος εχθρός ήταν οι Ρώσοι και, κατά συνέπειαν, όσοι ήσαν αντίθετοι προς αυτούς ήταν οι νέοι ήρωες της Πατρίδος. Έτσι ο Βόϊτσλαβ Μιχαήλοβιτς, εγγονός του αρχηγού των Σέρβων Τσέτνικς Ντραγκολιούμπ Ντράζα Μιχαήλοβιτς, επέτυχε την αποκατάσταση όχι μόνον του παππού, αλλά και όλων των αγωνιστών Τσέτνικς, οι οποίοι είχαν μείνει πιστοί στην εξόριστη βασιλική κυβέρνηση του Λονδίνου. Για το καθεστώς του Στρατάρχου Τίτο, ο Μιχαήλοβιτς ήταν προδότης και για τον λόγο αυτό κατεδικάσθη σε θάνατο και εκτελέσθηκε στο Βελιγράδι την 12η Μαρτίου 1946.1
Στην Κροατία προχώρησαν περισσότερο. Την 22 Ιουλίου 2016 το Εφετείο του Ζάγκρεμπ ακύρωσε απόφαση του 1946, βάσει της οποίας ο Καρδινάλιος Αλοϊζίτσε Στέπινατς είχε αναγνωρισθεί συνεργάτης του υπό ναζιστική προστασία Κράτους των Κροατών Ουστάσι. Για τον περί ού ο λόγος Καρδινάλιο το Βατικανό από του έτους 1998 έχει ξεκινήσει την διαδικασία αγιοποιήσεώς του, αλλά δεν την ολοκληρώνει, για να μη διαταραχθεί ο διάλογος Ρωμαιοκαθολικών και Ορθοδόξων.2
Στα Βαλκάνια και την εγγύς Ανατολή ο ιστορικός αναθεωρητισμός ξαναγράφει την Ιστορία προς όφελος των νέων λαών και εις βάρος των ιστορικών εθνών. Έτσι το Κράτος των Σκοπίων θεωρεί εαυτό διάδοχο του Μακεδονικού Κράτους του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ενώ η γειτονική Τουρκία προσπαθεί να αγνοήσει την μακραίωνη παρουσία Ελλήνων, Αρμενίων, Συρίων, Κούρδων και Ασσυροχαλδαίων στην Μικρά Ασία και την ευρύτερη Ανατολία, με το επιχείρημα ότι η σύγχρονοι Τούρκοι είναι απόγονοι των Χετταίων.
Αφού λοιπόν σε ένα μεγάλο τμήμα της Ευρώπης κυριαρχούν οι αναθεωρητικές τάσεις στην Ιστορία, είναι απαραίτητο να εξετασθεί λεπτομερώς το φαινόμενο αυτό, καθώς η αναθεώρηση της ευρωπαϊκής ιστορίας επηρεάζει και τις διεθνείς σχέσεις των Ευρωπαϊκών Κρατών.
Για τον λόγο αυτόν σε ένα πρώτο μέρος θα εξετάσουμε τα αίτια του ιστορικού αναθεωρητισμού (Ι) και στο δεύτερο μέρος την κρατική πολιτική έναντι αυτού (ΙΙ).
Ι. ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΣΜΟΥ.
Τα αίτια του αναθεωρητισμού διακρίνονται σε πολιτικά, κοινωνικά – ψυχολογικά και επιστημονικά.
Α. Αίτια πολιτικά. Ως προελέχθη, η Ιστορία γράφεται από τους νικητές. Οι ηττημένοι θα πρέπει να αναμείνουν ευνοϊκότερες πολιτικές συνθήκες, για να εκφράσουν την άποψή τους. Επί παραδείγματι, μέχρι το 1974 η Ελληνική Ιστορία της περιόδου 1941-1949 ήταν σύμφωνη με τις αντιλήψεις των νικητών, δηλαδή των Λαϊκών και των Φιλελευθέρων. Η Αριστερά δεν μπορούσε να εκφράσει με απόλυτη ελευθερία την άποψή της, αφού οι μνήμες του ανταρτοπολέμου ήσαν ακόμη νωπές. Μετά την μεταπολίτευση παρατηρήθηκε το αντίστροφο φαινόμενο. Εξεδόθησαν δεκάδες βιβλία, τα οποία είχαν ως σκοπό τον εξωραϊσμό της δράσεως της Αριστεράς κατά την αυτή περίοδο. Σήμερα γίνεται προσπάθεια, για να γραφεί μια όσο το δυνατόν πιο αντικειμενική Ιστορία για την περίοδο εκείνη, χωρίς μεγάλη επιτυχία, διότι κάθε ιστορική αφήγηση προσβάλλει τις ευαισθησίες κάποιου πολιτικού σχηματισμού και για τον λόγο αυτό προκαλεί αντιδράσεις.
Το αυτό συνέβη και με την ιστορία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η άποψη των νικητών εξεφράσθη από την εξάτομη ιστορική αφήγηση του Γουϊνστον Τσώρτσιλ και από την δίτομη του Ραιημόν Καρτιέ. Η αμφισβήτηση της επισήμου Ιστορίας άργησε πολύ, διότι έπρεπε πρώτα να προωθηθεί η απενοχοποίηση των ηττημένων δια της αναδείξεως συμμαχικών εγκλημάτων πολέμου, ως επί παραδείγματι ο άγριος βομβαρδισμός της Δρέσδης.
Στην Ουκρανία, το Δημοτικό Συμβούλιο του Κιέβου αρχάς Ιουλίου του 2016 απεφάσισε την μετονομασία της Λεωφόρου Μόσχας σε Λεωφόρο Στεπάν Μπαντέρα. Ο περί ού ο λόγος αγωνιστής της Ουκρανικής Ανεξαρτησίας υπήρξε, κατά την περίοδο 1941-1944, συνεργάτης των Γερμανών και δολοφόνος μερικών χιλιάδων Πολωνών. Παρά ταύτα ανεγνωρίσθη ως ήρωας της Ουκρανίας, προφανώς ως αντίποινα για την ρωσική υποστήριξη της εξεγέρσεως των Ρωσοφώνων της Ανατολικής Ουκρανίας.3
Οι πολιτικές προσεγγίσεις μεταξύ λαών, οι οποίοι ήσαν αντίπαλοι στο παρελθόν, δημιουργούν κλίμα υπέρ της αναθεωρήσεως της κρατούσης ιστορίας. Έτσι, υπό την επίδραση επισήμων φορέων ή μη κυβερνητικών οργανώσεων διορθώνονται σχολικά εγχειρίδια Ιστορίας, απαλύνονται ή αποσιωπούνται κάποια δυσάρεστα γεγονότα και επιβάλλεται μια νέα ανάγνωση του παρελθόντος. Προφανώς για να ικανοποιηθούν οι ανάγκες της βορειοατλαντικής συμμαχίας, η πρόσφατη Ιστορία των ελληνο-τουρκικών συγκρούσεων τροποποιείται, η ύπαρξη του κρυφού σχολειού αμφισβητείται, η δε εξολόθρευση τμήματος του μικρασιατικού ελληνισμού τίθεται εν αμφιβόλω.
Ακόμη και η περίοδος της οθωμανικής κατοχής εξωραϊζεται. Γνωστός καθηγητής της Παντείου έγραψε για την ανθρωποκεντρική εξουσία των κοτζαμπασήδων στα χρόνια της Τουρκοκρατίας,4 ενώ άλλοι αξιοσέβαστοι θεολόγοι ομιλούν για τις ευεργετικές συνέπειες της τουρκικής κατακτήσεως επί της Ορθοδοξίας, υπονοούντες ότι εάν δεν είχαμε υποδουλωθεί στους Τούρκους θα είχαμε γίνει Ρωμαιοκαθολικοί!5
Β. Αίτια κοινωνικά – ψυχολογικά.
Ο ιστορικός είναι και αυτός άνθρωπος με αδυναμίες. Προσπαθεί βεβαίως να είναι αντικειμενικός, αλλά και ο ίδιος ανήκει σε κάποιον κοινωνικό και πολιτικό χώρο, ο οποίος επηρεάζει τις αντιλήψεις του.
Είναι δύσκολο για τον αναθεωρητή ιστορικό να συγκρουσθεί με τις κρατούσες αντιλήψεις της κοινής γνώμης, η οποία περιμένει να ακούσει από αυτόν μία αφήγηση που θα συμπληρώνει απλώς αυτά που ο μέσος άνθρωπος έμαθε στις εγκύκλιες σπουδές του. Οι άνθρωποι, όσα ακούν για τα περασμένα, ακόμη και για εκείνα που έγιναν στον τόπο τους, τα δέχονται ο ένας από τον άλλον εξ ίσου αβασάνιστα, ωσάν να ήσαν για γεγονότα ξένης χώρας.6
Ακόμη
πιο δύσκολο γι’ αυτόν είναι συγκρουσθεί με την πολιτική εξουσία, διότι αυτό
συνεπάγεται απώλεια κοινωνικών προνομίων. Ο ιστορικός Προκόπιος επέλυσε το
ζήτημα αυτό, ως εξής. Έγραψε μία οκτάτομη επίσημη Ιστορία των χρόνων του
Ιουστινιανού,7 όπου επαινεί τον αυτοκράτορα και το περιβάλλον του και μία
Ανέκδοτη ή Απόκρυφη Ιστορία,8 όπου έλεγε την πραγματική γνώμη του για τα
πρόσωπα αυτά. Η δεύτερη θεωρήθηκε λιβελλογράφημα από πολλούς και δημοσιεύθηκε
φυσικά μετά τον θάνατο του Ιουστινιανού. Πάντως υπήρξε ο πρώτος ιστορικός ο
οποίος αναθεώρησε εν μέρει την δική του ιστορική αφήγηση.
Όταν ένα ιστορικό γεγονός εξετάζεται μετά από πολλά έτη, είναι επόμενο να μη προκαλεί τους ίδιους συσχετισμούς και τις αυτές αντιδράσεις. Οι πρωταγωνιστές και οι απόγονοί τους έχουν πεθάνει, το δε ενδιαφέρον για την δεδομένη ιστορική περίοδο μπορεί να έχει ατονήσει. Τότε είναι η κατάλληλη στιγμή για έναν νέο ιστορικό να κάνει τις δικές του σκέψεις επί των κρισίμων ιστορικών γεγονότων και να προβάλει την δική του άποψη. Είναι φυσικό η άποψη αυτή να επηρεάζεται από τις δικές του εμπειρίες, όμως δεν αποκλείεται η προσπάθεια αυτή να καταλήξει σε αντικειμενικά συμπεράσματα.
Άλλοι πάλι ιστορικοί διαλέγουν έναν έμμεσο τρόπο να αμφισβητήσουν την κρατούσα ιστορία, δίδοντας την σκυτάλη σε νεώτερες γενιές. Αυτή την τακτική ακολούθησε ο Σπ. Μαρκεζίνης, ασχολούμενος με το κίνημα του 19099. Περιγράφει το κίνημα που έφερε στα πολιτικά πράγματα τον Ελευθέριο Βενιζέλο με τον συνήθη τρόπο. Προσθέτει όμως σε ένα σημείο ότι ο Γεώργιος Θεοτόκης, πρωθυπουργός της Ελλάδος την περίοδο 1899-1909, με κάποια διαλείμματα, ακολουθούσε μάλλον φιλογερμανική πολιτική. Ένας νεώτερος λοιπόν ιστορικός, ξεκινώντας από αυτήν την διαπίστωση, θα μπορούσε να επιχειρήσει να αποδείξει «αγγλικό δάκτυλο» πίσω από το εν λόγω κίνημα.
Εξ άλλου, η υποστήριξη μειοψηφικών ή άλλως «αιρετικών» θέσεων από έναν ιστορικό του χαρίζει δημοσιότητα, αφού είναι ο πρώτος που τις υποστηρίζει. Η προβολή του μέσω εφημερίδων, τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών σταθμών μπορούν να εξασφαλίσουν υψηλές πωλήσεις στο έργο του, αφού με τον τρόπο αυτό θα καταφέρει να αφυπνίσει το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης.
Γ. Επιστημονικά.
Οι νέες τεχνολογίες επιτρέπουν σε πολλές περιπτώσεις την επαλήθευση ή την διάψευση ιστορικών γεγονότων. Χάρη σε αυτές γνωρίζουμε σήμερα τα ακριβή αίτια θανάτου κάποιων Αιγυπτίων Φαραώ, την φύση του ιού που προκάλεσε τον θάνατο χιλιάδων Αθηναίων κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο και την τύχη αρκετών Ελλήνων αιχμαλώτων στην Κύπρο το έτος 1974.
Η ανακάλυψη νέων στοιχείων επιβεβαίωσε την αρχική υποψία ότι η σφαγή των Πολωνών Αξιωματικών στο Κατύν της Λευκορωσίας ήταν έργο των Σοβιετικών και όχι των Γερμανών.10
Η χρήση όμως αμιγώς επιστημονικών μεθόδων μπορεί να οδηγήσει σε συμπεράσματα αντίθετα προς την κοινή λογική. Γνωρίζουμε όλοι ότι η βάση της ιστορίας είναι οι γραπτές πηγές. Εάν δεν υπάρχουν αυτές, είναι αδύνατον να υπάρξει ιστορία. Κατ’ αυτόν τον τρόπον ολόκληροι λαοί στερούμενοι γραφής φέρονται ως απόντες από την σύγχρονο ιστορία.
Οι ιθαγενείς της Αμερικής και της Αυστραλίας αδικούνται, αφού η παράδοσή τους είναι μόνον προφορική. Οι Ορθόδοξες Εκκλησίες δέχονται την Ιερά Παράδοση ως ισότιμη προς τις Άγιες Γραφές, όμως, αυτό δεν συμβαίνει με την Ιστορία.
Για τον λόγο αυτόν Ελληνίδα ιστορικός που ασχολήθηκε με τους Σουλιώτες μάλλον τους αδίκησε. Οι τελευταίοι δεν είχαν λογίους, οι οποίοι θα αφηγούνταν την Ιστορία τους. Έτσι η εν λόγω ιστορικός τους συνέδεσε με κάποια αλβανική φάρα που γύρω στα 1400 είχε φθάσει στην περιοχή. Μεταξύ των ετών 1400-1800, δηλαδή έως τις πρώτες συγκρούσεις με τον Αλή πασά υπάρχει το απόλυτο ιστορικό κενό. Για τις συγκρούσεις χρησιμοποιεί βεβαίως το γραπτό αρχείο του τυράννου των Ιωαννίνων, με αποτέλεσμα η αφήγησή της να είναι πιο ευνοϊκή για τον τελευταίο.11
Το αυτό ισχύει και το περίφημο κρυφό σχολειό. Είναι γνωστό ότι η οθωμανική διοίκηση δεν χρηματοδοτούσε την λειτουργία ελληνικών σχολείων. Αυτά εχρηματοδοτούντο από Έλληνες του εξωτερικού και ιδρύθηκαν σε πόλεις κυρίως μετά το έτος 1700. Το τι συνέβαινε τα προηγούμενα διακόσια πενήντα έτη σε όλον τον Ελλαδικό και Μικρασιατικό Χώρο και ακόμη και μετά το 1700 στην ύπαιθρο δεν μας το λέγει καμμία ιστορική πηγή. Δεν αποκλείεται λοιπόν οι ιερείς, οι οποίοι λόγω του λειτουργήματός τους ήξεραν κάποια γράμματα, να ανέλαβαν είτε με την ανοχή της οθωμανικής διοικήσεως είτε και χωρίς την άδειά της την διδασκαλία της ελληνικής γλώσσης. Έτσι δικαιολογείται η παράδοση του κρυφού σχολειού, την οποίαν ειρωνεύονται σύγχρονοι διανοούμενοι.
ΙΙ. Η ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ.
Η αναθεωρητισμός της Ιστορίας συναντά αντιδράσεις κυρίως όταν αποδομεί την επίσημο Ιστορία. Η τελευταία δεν είναι πάντοτε ακριβής, διότι άλλα γεγονότα υποβαθμίζει, αλλά τα παραλείπει και άλλα τα αναφέρει χωρίς σχολιασμό. Τούτο συμβαίνει διότι έχει καθαρώς ιδεολογικό σκοπό. Τονίζει τα στοιχεία εκείνα που προωθούν την εθνική ενότητα και παραλείπει να εξετάσει τις αρνητικές πλευρές των πρωταγωνιστών. Όταν λοιπόν η επίσημος Ιστορία αμφισβητείται, τότε το Κράτος έχει στο οπλοστάσιό του πολλά και αποτελεσματικά όπλα. Σε μία πρώτη φάση θα δημιουργήσει τεχνικές δυσκολίες στο έργο του ιστορικού (Α) και, όταν το ζήτημα είναι μείζονος σημασίας, τότε μπορεί να θεσπίσει ποινικές κυρώσεις εις βάρος του (Β).
Όταν ένα ιστορικό γεγονός εξετάζεται μετά από πολλά έτη, είναι επόμενο να μη προκαλεί τους ίδιους συσχετισμούς και τις αυτές αντιδράσεις. Οι πρωταγωνιστές και οι απόγονοί τους έχουν πεθάνει, το δε ενδιαφέρον για την δεδομένη ιστορική περίοδο μπορεί να έχει ατονήσει. Τότε είναι η κατάλληλη στιγμή για έναν νέο ιστορικό να κάνει τις δικές του σκέψεις επί των κρισίμων ιστορικών γεγονότων και να προβάλει την δική του άποψη. Είναι φυσικό η άποψη αυτή να επηρεάζεται από τις δικές του εμπειρίες, όμως δεν αποκλείεται η προσπάθεια αυτή να καταλήξει σε αντικειμενικά συμπεράσματα.
Άλλοι πάλι ιστορικοί διαλέγουν έναν έμμεσο τρόπο να αμφισβητήσουν την κρατούσα ιστορία, δίδοντας την σκυτάλη σε νεώτερες γενιές. Αυτή την τακτική ακολούθησε ο Σπ. Μαρκεζίνης, ασχολούμενος με το κίνημα του 19099. Περιγράφει το κίνημα που έφερε στα πολιτικά πράγματα τον Ελευθέριο Βενιζέλο με τον συνήθη τρόπο. Προσθέτει όμως σε ένα σημείο ότι ο Γεώργιος Θεοτόκης, πρωθυπουργός της Ελλάδος την περίοδο 1899-1909, με κάποια διαλείμματα, ακολουθούσε μάλλον φιλογερμανική πολιτική. Ένας νεώτερος λοιπόν ιστορικός, ξεκινώντας από αυτήν την διαπίστωση, θα μπορούσε να επιχειρήσει να αποδείξει «αγγλικό δάκτυλο» πίσω από το εν λόγω κίνημα.
Εξ άλλου, η υποστήριξη μειοψηφικών ή άλλως «αιρετικών» θέσεων από έναν ιστορικό του χαρίζει δημοσιότητα, αφού είναι ο πρώτος που τις υποστηρίζει. Η προβολή του μέσω εφημερίδων, τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών σταθμών μπορούν να εξασφαλίσουν υψηλές πωλήσεις στο έργο του, αφού με τον τρόπο αυτό θα καταφέρει να αφυπνίσει το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης.
Γ. Επιστημονικά.
Οι νέες τεχνολογίες επιτρέπουν σε πολλές περιπτώσεις την επαλήθευση ή την διάψευση ιστορικών γεγονότων. Χάρη σε αυτές γνωρίζουμε σήμερα τα ακριβή αίτια θανάτου κάποιων Αιγυπτίων Φαραώ, την φύση του ιού που προκάλεσε τον θάνατο χιλιάδων Αθηναίων κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο και την τύχη αρκετών Ελλήνων αιχμαλώτων στην Κύπρο το έτος 1974.
Η ανακάλυψη νέων στοιχείων επιβεβαίωσε την αρχική υποψία ότι η σφαγή των Πολωνών Αξιωματικών στο Κατύν της Λευκορωσίας ήταν έργο των Σοβιετικών και όχι των Γερμανών.10
Η χρήση όμως αμιγώς επιστημονικών μεθόδων μπορεί να οδηγήσει σε συμπεράσματα αντίθετα προς την κοινή λογική. Γνωρίζουμε όλοι ότι η βάση της ιστορίας είναι οι γραπτές πηγές. Εάν δεν υπάρχουν αυτές, είναι αδύνατον να υπάρξει ιστορία. Κατ’ αυτόν τον τρόπον ολόκληροι λαοί στερούμενοι γραφής φέρονται ως απόντες από την σύγχρονο ιστορία.
Οι ιθαγενείς της Αμερικής και της Αυστραλίας αδικούνται, αφού η παράδοσή τους είναι μόνον προφορική. Οι Ορθόδοξες Εκκλησίες δέχονται την Ιερά Παράδοση ως ισότιμη προς τις Άγιες Γραφές, όμως, αυτό δεν συμβαίνει με την Ιστορία.
Για τον λόγο αυτόν Ελληνίδα ιστορικός που ασχολήθηκε με τους Σουλιώτες μάλλον τους αδίκησε. Οι τελευταίοι δεν είχαν λογίους, οι οποίοι θα αφηγούνταν την Ιστορία τους. Έτσι η εν λόγω ιστορικός τους συνέδεσε με κάποια αλβανική φάρα που γύρω στα 1400 είχε φθάσει στην περιοχή. Μεταξύ των ετών 1400-1800, δηλαδή έως τις πρώτες συγκρούσεις με τον Αλή πασά υπάρχει το απόλυτο ιστορικό κενό. Για τις συγκρούσεις χρησιμοποιεί βεβαίως το γραπτό αρχείο του τυράννου των Ιωαννίνων, με αποτέλεσμα η αφήγησή της να είναι πιο ευνοϊκή για τον τελευταίο.11
Το αυτό ισχύει και το περίφημο κρυφό σχολειό. Είναι γνωστό ότι η οθωμανική διοίκηση δεν χρηματοδοτούσε την λειτουργία ελληνικών σχολείων. Αυτά εχρηματοδοτούντο από Έλληνες του εξωτερικού και ιδρύθηκαν σε πόλεις κυρίως μετά το έτος 1700. Το τι συνέβαινε τα προηγούμενα διακόσια πενήντα έτη σε όλον τον Ελλαδικό και Μικρασιατικό Χώρο και ακόμη και μετά το 1700 στην ύπαιθρο δεν μας το λέγει καμμία ιστορική πηγή. Δεν αποκλείεται λοιπόν οι ιερείς, οι οποίοι λόγω του λειτουργήματός τους ήξεραν κάποια γράμματα, να ανέλαβαν είτε με την ανοχή της οθωμανικής διοικήσεως είτε και χωρίς την άδειά της την διδασκαλία της ελληνικής γλώσσης. Έτσι δικαιολογείται η παράδοση του κρυφού σχολειού, την οποίαν ειρωνεύονται σύγχρονοι διανοούμενοι.
ΙΙ. Η ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ.
Η αναθεωρητισμός της Ιστορίας συναντά αντιδράσεις κυρίως όταν αποδομεί την επίσημο Ιστορία. Η τελευταία δεν είναι πάντοτε ακριβής, διότι άλλα γεγονότα υποβαθμίζει, αλλά τα παραλείπει και άλλα τα αναφέρει χωρίς σχολιασμό. Τούτο συμβαίνει διότι έχει καθαρώς ιδεολογικό σκοπό. Τονίζει τα στοιχεία εκείνα που προωθούν την εθνική ενότητα και παραλείπει να εξετάσει τις αρνητικές πλευρές των πρωταγωνιστών. Όταν λοιπόν η επίσημος Ιστορία αμφισβητείται, τότε το Κράτος έχει στο οπλοστάσιό του πολλά και αποτελεσματικά όπλα. Σε μία πρώτη φάση θα δημιουργήσει τεχνικές δυσκολίες στο έργο του ιστορικού (Α) και, όταν το ζήτημα είναι μείζονος σημασίας, τότε μπορεί να θεσπίσει ποινικές κυρώσεις εις βάρος του (Β).
Α. Οι τεχνικές δυσκολίες του αναθεωρητικού ιστορικού.
Στο κεφάλαιο αυτό θα μιλήσουμε για τα εμπόδια που αντιμετωπίζει ο αναθεωρητής ιστορικός, ο οποίος ενεργεί αντίθετα προς την βούληση του Κράτους. Όταν η αναθεώρηση της Ιστορίας γίνεται με την υποκίνηση κρατικών φορέων, τότε τα πράγματα είναι απείρως ευκολότερα για τον πολλά υποσχόμενο ιστορικό. Όταν όμως η αναθεώρηση της Ιστορίας προσκρούει στις κρατούσες αντιλήψεις της ιθυνούσης τάξεως ή μπορεί να διαταράξει τις διεθνείς σχέσεις του Κράτους, τότε ο αναθεωρητής ιστορικός αντιμετωπίζει σχεδόν ανυπέρβλητα εμπόδια.
1. Σχολεία.
Η σχολική ιστορία μπορεί να μην είναι πάντοτε ακριβής, αλλά προδιαθέτει τον μέσο άνθρωπο προς μία συγκεκριμένη ερμηνεία της Ιστορίας. Οι σχολικές αντιλήψεις δύσκολα ανατρέπονται κατά την διάρκεια της ζωής ενός ενήλικος. Έτσι, οι προσπάθειες αναθεωρήσεως της επισήμου Ιστορίας προσκρούουν πάντοτε στις αντιδράσεις της κοινής γνώμης, διότι οι ιστορικές γνώσεις ενός μέσου πολίτου έχουν αποκτηθεί στο σχολείο σε πολύ νεαρές ηλικίες, τότε που η κρίση δεν έχει αναπτυχθεί ιδιαιτέρως. Επομένως, η κοινή γνώμη θέλει να ακούσει από τον ιστορικό αυτά που περίπου έχει μάθει στο σχολείο με λίγο περισσότερα στοιχεία. Ποιος θα τολμούσε να αμφισβητήσει την προσφορά του Ελευθερίου Βενιζέλου στην οικοδόμηση του συγχρόνου ελληνικού κράτους, αφού στο σχολείο έχουμε μάθει μόνον τα θετικά στοιχεία του έργου του, η δε πολιτική ιθύνουσα τάξη τον θεωρεί «Εθνάρχη»; 12
Τα σχολικά εγχειρίδια Ιστορίας δεν είναι απολύτως
αντικειμενικά. Επί παραδείγματι, η «Ιστορία των νέων χρόνων»,13 σύγγραμμα
απευθυνόμενο στην Μέση Εκπαίδευση και χρησιμοποιηθέν επί μία εικοσιπενταετία,
είναι εμφανώς φιλοπροτεσταντικό. Τούτο οφείλεται στο ότι εξεδόθη το πρώτον επί
Κυβερνήσεως Πλαστήρα. Ο Φίλιππος Β΄ της Ισπανίας παρουσιάζεται ως
αντιδραστικός, καθ’ ότι Ρωμαιοκαθολικός. Το ότι ο στόλος του λεγομένου
«αντιδραστικού» κατεναυμάχησε τους Τούρκους στην Ναύπακτο (1571) αναφέρεται σε
έξι γραμμές. Το ίδιο βιβλίο αφιερώνει ελάχιστες σελίδες στην ιστορία του
υποδούλου Ελληνισμού και δεν δίδει κανένα ιστορικό στοιχείο για τον βαλκανικό
και μικρασιατικό χώρο κατά την αυτήν περίοδο (1453-1821). Ένας κακόπιστος θα
μπορούσε να ισχυρισθεί ότι αυτό δεν γίνεται τυχαίως, αλλά χάριν συγκαλύψεως
κάποιων ιστορικών πτυχών, οι οποίες θα έθιγαν εθνικές ευαισθησίες, όπως π.χ. ο εξισλαμισμός
επιφανών βυζαντινών οικογενειών, η συνεργασία μέρους του κλήρου με τον Οθωμανό
δυνάστη κλπ. Την ίδια περίοδο, άλλωστε, έγιναν ουκ ολίγα επαναστατικά κινήματα
εν Ελλάδι και σε άλλες βαλκανικές χώρες. Διερωτάται κανείς ευλόγως σήμερα για
ποιο λόγο δεν διδάσκεται στο σχολείο η Νεωτέρα Ιστορία του Βαλκανικού και
Μικρασιατικού χώρου αντί της Ευρωπαϊκής;
Εξ άλλου η ελληνική επανάσταση του 1821 παρουσιάζεται στα σχολικά εγχειρίδια, ιδίως της μεταπολιτεύσεως, περίπου ως συνέχεια της Γαλλικής του 1789. Προφανής η πολιτική σκοπιμότης να δειχθεί ότι η Ελλάς ακολουθεί την «Δύσιν», εις την οποίαν πάντοτε ανήκε. Ουδείς εξηγεί στους δυστυχείς μαθητές ότι οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι έδωσαν παράταση ζωής στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, αφού οι κύριοι αντίπαλοί της η Ρωσία και η Αυστρο-ουγγαρία ήσαν υποχρεωμένες να πολεμούν τον…..προοδευτικό Ναπολέοντα. Ο τελευταίος έγινε η αιτία να αιματοκυλιστεί όλη η Ευρώπη για περίπου είκοσι έτη (1797-1815).
Εξ άλλου η ελληνική επανάσταση του 1821 παρουσιάζεται στα σχολικά εγχειρίδια, ιδίως της μεταπολιτεύσεως, περίπου ως συνέχεια της Γαλλικής του 1789. Προφανής η πολιτική σκοπιμότης να δειχθεί ότι η Ελλάς ακολουθεί την «Δύσιν», εις την οποίαν πάντοτε ανήκε. Ουδείς εξηγεί στους δυστυχείς μαθητές ότι οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι έδωσαν παράταση ζωής στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, αφού οι κύριοι αντίπαλοί της η Ρωσία και η Αυστρο-ουγγαρία ήσαν υποχρεωμένες να πολεμούν τον…..προοδευτικό Ναπολέοντα. Ο τελευταίος έγινε η αιτία να αιματοκυλιστεί όλη η Ευρώπη για περίπου είκοσι έτη (1797-1815).
2. Θρησκεία
Σύμμαχος των κρατούντων εμφανίζεται και η Εκκλησία. Η αφήγηση της Βίβλου δεν είναι πάντοτε ακριβής από ιστορική άποψη. Η Βίβλος είναι σύγγραμμα θρησκευτικό και όχι ιστορικό. Οι αναφορές της μπορούν να επηρεάζουν ακόμη και επαγγελματίες ιστορικούς, με αποτέλεσμα, κατά μίαν άποψη, να είναι σχεδόν αδύνατη η συγγραφή μιας αντικειμενικής ιστορίας της Παλαιστίνης.14 Οιαδήποτε αρχαιολογική ανακάλυψη συνδυάζεται με τις διηγήσεις της Βίβλου και γίνεται προσπάθεια να ερμηνευθεί βάσει αυτής. Υπάρχουν βέβαια ιστορικοί που προσπαθούν να ερμηνεύσουν όσο γίνεται πιο αντικειμενικά τα αρχαιολογικά ευρήματα στην Παλαιστίνη και επισημαίνουν τις αντιφάσεις και ενίοτε το αναπόδεικτο της βιβλικής διηγήσεως.15 Τούτο είναι φυσιολογικό, διότι οι βιβλικές αφηγήσεις εγράφησαν κατά την διάρκεια της βαβυλωνείου αιχμαλωσίας, ήτοι αιώνες μετά τις βασιλείες των Σαούλ, Δαυϊδ και Σολομώντος. Κατά τους νεωτέρους αυτούς συγγραφείς, τα εβραϊκά βασίλεια ήσαν συμπαθείς ηγεμονίες της ερήμου, οι οποίες συνήθως ήσαν εξηρτημένες από άλλα μεγαλύτερα Κράτη της εποχής. Πώς να πειστεί η κοινή γνώμη ότι έτσι έχουν τα πράγματα, όταν έχουμε ανατραφεί με το μεγαλείο των εν λόγω βασιλέων και τις γλαφυρές διηγήσεις για το έργο τους;
3. Κρατικά Αρχεία
Η πρόσβαση των ιστορικών στα κρατικά αρχεία επιτρέπεται μετά από πολλές δεκαετίες. Τα αρχεία του Foreign Office δημοσιοποιούνται μετά πενήντα έτη. Όμως η δημοσίευση δεν είναι πάντοτε πλήρης. Όταν πρόκειται για ιδιαιτέρως σοβαρά θέματα που επηρεάζουν ακόμη την διεθνή πολιτική σκηνή, τα σχετικά έγγραφα μπορεί να παραμείνουν κλειστά για περισσότερο χρόνο. Επί παραδείγματι, έγγραφα αφορώντα στο Κυπριακό και στην δράση γνωστών Ελλήνων πολιτικών θα αργήσουν να δημοσιευθούν και αυτά που δημοσιεύονται μπορεί και να είναι ελαφρώς τροποποιημένα, διότι το Κυπριακό παραμένει ένα φλέγον ζήτημα, ικανό να διαταράξει τις σχέσεις των εμπλεκομένων κρατών.
Οι ηθικοί αυτουργοί της δολοφονίας του Ιωάννη Καποδίστρια δεν θα μαθευτούν ποτέ. Έχει γραφεί ότι ο φάκελος για την δολοφονία του πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδος παραμένει απόρρητος στα βρετανικά αρχεία.16 Ίσως και μόνον το γεγονός της μη προσβάσεως των ιστορικών στα επίμαχα αρχεία να αποτελεί και ένδειξη της προελεύσεως των ηθικών αυτουργών.
4. Πανεπιστήμια
Η αφιέρωση της ζωής ενός ανθρώπου στην μελέτη της Ιστορίας θέτει και το πρόβλημα του βιοπορισμού του. Εάν μεν έχει ικανή περιουσία, για να χρηματοδοτεί τις έρευνές του, τότε μπορεί να προχωρήσει απερίσπαστος. Εάν όμως είναι υποχρεωμένος να εργασθεί, για να επιβιώσει, τότε θα πρέπει να εύρει μία πανεπιστημιακή θέση, για να μπορέσει να συνεχίσει τις έρευνές του. Η ετεροαπασχόληση δεν ενδείκνυται για τους Ιστορικούς, διότι δεν θα τους αφήνει χρόνο να ασχοληθούν με την επιστήμη τους.
Τα Πανεπιστήμια όμως αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, με αυστηρή υπηρεσιακή ιεραρχία, παρά τα περί του αντιθέτου λεγόμενα. Το αυτοδιοίκητο αυτών είναι συνταγματικώς κατοχυρωμένο, πλην και στα Ιδρύματα αυτά υπάρχουν άτομα, τα οποία δύσκολα θα δέχονταν διαφορετικές απόψεις. Εάν ένας ιστορικός δεν έχει την υποστήριξη είτε του Κράτους είτε κάποιου ισχυρού φορέως (π.χ. κάποιου κόμματος εξουσίας), μάλλον θα ίδει την πόρτα του Πανεπιστημίου κλειστή. Οι νεωτερισμοί δεν είναι αρεστοί από την καθηγητική ιθύνουσα τάξη.
5. Εκδόσεις.
Ας υποθέσουμε τώρα ότι ένας αναθεωρητής ιστορικός έχει την δυνατότητα να ξεπεράσει όλα τα προηγούμενα εμπόδια και να συγγράψει το καινοτόμο έργο του. Τότε θα είναι υποχρεωμένος να ανεύρει κάποιον εκδότη, ο οποίος θα αναλάβει την εκτύπωση, προώθηση και διανομή του έργου του. Οι εκδότες όμως πανεπιστημιακών ιστορικών εγχειριδίων είναι συμβαλλόμενοι του Κράτους και είναι φυσικό να θέλουν την εύνοιά του. Η έκδοση ενός αναθεωρητικού συγγράμματος είναι πολύ πιθανόν να προσκρούσει σε...τοίχο. Οι σκαπανείς της Ιστορίας δεν είναι αρεστοί.17
Β. Η
ποινική αντιμετώπιση των διαφορετικών απόψεων.
Η αμφισβήτηση της επισήμου Ιστορίας δημιουργεί πολιτικές αντιδράσεις και ενίοτε διαταράσσει διπλωματικές σχέσεις μεταξύ Κρατών. Τότε το Κράτος χρησιμοποιεί τα μεγάλα μέσα. Θεσπίζει νόμους που απαγορεύουν την αμφισβήτηση της επισήμου Ιστορίας. Τέτοιο είναι το παράδειγμα της Ουκρανίας, η οποία κατηγγέλθη ότι εθέσπισε υπερβολικές ποινικές κυρώσεις για τους αμφισβητίες της επισήμου πολιτικής ιστορίας.18
Για τον εκφοβισμό των αμφισβητιών ιστορικών προτείνεται να θεσπιστούν τα «πλημμελήματα γνώμης» (délits d’ opinion). Τέτοια αδικήματα δεν γνωρίζει ο ελληνικός νομικός πολιτισμός. Τούτο οφείλεται στην διατύπωση του άρθρου 7 παρ. 1 του ισχύοντος Συντάγματος: «Έγκλημα δε υπάρχει ούτε ποινή επιβάλλεται χωρίς νόμο που να ισχύει πριν από την τέλεση της πράξης και να ορίζει τα στοιχεία της…..».
Η θεωρία του Ποινικού Δικαίου πάντοτε απαιτούσε το αδίκημα να είναι υλική πράξη και όχι σκέψη, για να μη διώκεται ποινικώς το φρόνημα των αντιπολιτευομένων την πολιτική εξουσία. Τα υπό του Ποινικού Κώδικος προστατευόμενα αγαθά έχουν συνήθως υλική υπόσταση: Ζωή, Υγεία, Περιουσία, Νόμισμα, Πολιτειακή Εξουσία, Θρησκευτική Ειρήνη. Η ιστορική μνήμη, ως μη έχουσα υλική υπόσταση, δεν αποτελεί μέχρι σήμερα προστατευόμενο έννομο αγαθό.
Ο νόμος 4285/2014 περί καταπολεμήσεως του εθνοφυλετισμού θα μπορούσε ενδεχομένως χρησιμοποιηθεί και εις βάρος ενός αμφισβητία ιστορικού. Το άρθρο 2 αυτού αφορά στην δημοσία επιδοκιμασία ή άρνηση εγκλημάτων. Προκειμένου να είναι εντός συνταγματικών ορίων η διάταξη, ο νομοθέτης έθεσε πολύ αυστηρές προϋποθέσεις εφαρμογής: α) Τιμωρείται όποιος εκ προθέσεως, δημοσίως, προφορικώς ή δια του τύπου ή μέσω διαδικτύου επιδοκιμάζει ή ευτελίζει ή κακοβούλως αρνείται την ύπαρξη ή την σοβαρότητα εγκλημάτων, γενοκτονιών ή εγκλημάτων πολέμου, εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητος, του Ολοκαυτώματος και των εγκλημάτων του Ναζισμού. Η διάταξη απαιτεί πρόθεση και, εν περιπτώσει κακοβούλου αρνήσεως, φαίνεται ότι απαιτείται δόλος α΄ βαθμού, δεν αρκεί δηλαδή η αμέλεια ή ο ενδεχόμενος δόλος. β) Πρέπει τα εγκλήματα αυτά να έχουν αναγνωρισθεί ως τέτοια από αποφάσεις διεθνών δικαστηρίων ή της Βουλής των Ελλήνων. Είναι προφανές ότι η διάταξη αφορά σε γενοκτονίες του εικοστού αιώνος. Γενοκτονίες προηγουμένων αιώνων, ως π.χ. των Ιθαγενών της Βορείου και Νοτίου Αμερικής και Αυστραλίας μπορούν να αμφισβητούνται ατιμώρητα. γ) Η επιλήψιμη συμπεριφορά πρέπει να στρέφεται κατά ομάδος ή μέλους αυτής προσδιοριζομένης βάσει της φυλής, του χρώματος, της θρησκείας κλπ. Η αμφισβήτηση λοιπόν συγκεκριμένου γεγονότος μάλλον δεν εμπίπτει στην εν λόγω διάταξη. Εάν η άρνηση δεν αφορά σε ομάδα ως σύνολο, αλλά σε συγκεκριμένα πρόσωπα, τότε θα μείνει ατιμώρητη και δ) και σπουδαιότερο η επιλήψιμη συμπεριφορά πρέπει να εκδηλώνεται κατά τρόπο που μπορεί να υποκινήσει βία ή μίσος ή ενέχει απειλητικό ή υβριστικό χαρακτήρα. Από την προϋπόθεση αυτή φαίνεται καθαρά ότι τα προστατευόμενα αγαθά είναι η δημοσία τάξη και η κοινωνική ειρήνη. Άλλωστε το άρθρο 2 παραπέμπει ως προς τις ποινές στο άρθρο 1 περί υποκινήσεως βίας ή μίσους.
Είναι εμφανές ότι ο νομοθέτης όρισε εξαντλητικώς όλες τις περιπτώσεις που θα αποτελούν ποινικό αδίκημα, για να είναι σύμφωνος με την συνταγματική διάταξη. Μία γενική περιγραφή της εγκληματικής πράξεως θα ήταν αντισυνταγματική.
Υπενθυμίζουμε ότι οι προοδευτικοί ποινικολόγοι πάντοτε αγανακτούσαν με τις διατάξεις που τιμωρούσαν την βλασφημία των θείων, ισχυριζόμενοι ότι ο Μεγαλοδύναμος δεν έχει ανάγκη ποινικής προστασίας. Οι λιγότερο προοδευτικοί έλεγαν ότι τοιουτοτρόπως προστατεύεται η θρησκευτική ειρήνη. Στην περίπτωση ενός ιστορικού γεγονότος, ποίο το προστατευόμενο υλικό έννομο αγαθό ; Η ιστορική μνήμη δεν είναι κάτι τέτοιο.19
Η διατύπωση της προαναφερομένης διατάξεως είναι τέτοια που αποκλείει την εφαρμογή της επί των αμφισβητιών ιστορικών. Θα είναι πολύ δύσκολο να αποδειχθεί στην πράξη ότι ένα συγκεκριμένο ιστορικό σύγγραμμα έχει ως σκοπό την διέγερση μίσους ή ότι έχει υβριστικό χαρακτήρα. Για τον λόγο δε αυτόν δεν υφίσταται και σχετική νομολογία. Διαβάσαμε στις εφημερίδες για την περίπτωση Γερμανού ιστορικού, ο οποίος σε σύγγραμμά του είχε αμφισβητήσει την αρετή των τέκνων της «λεβεντογέννας» και για τον λόγο δε αυτόν ευρέθη κατηγορούμενος ενώπιον ελληνικού δικαστηρίου. Φυσικά απηλλάγη πανηγυρικώς.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ.
Η αμφισβήτηση της επισήμου Ιστορίας δημιουργεί πολιτικές αντιδράσεις και ενίοτε διαταράσσει διπλωματικές σχέσεις μεταξύ Κρατών. Τότε το Κράτος χρησιμοποιεί τα μεγάλα μέσα. Θεσπίζει νόμους που απαγορεύουν την αμφισβήτηση της επισήμου Ιστορίας. Τέτοιο είναι το παράδειγμα της Ουκρανίας, η οποία κατηγγέλθη ότι εθέσπισε υπερβολικές ποινικές κυρώσεις για τους αμφισβητίες της επισήμου πολιτικής ιστορίας.18
Για τον εκφοβισμό των αμφισβητιών ιστορικών προτείνεται να θεσπιστούν τα «πλημμελήματα γνώμης» (délits d’ opinion). Τέτοια αδικήματα δεν γνωρίζει ο ελληνικός νομικός πολιτισμός. Τούτο οφείλεται στην διατύπωση του άρθρου 7 παρ. 1 του ισχύοντος Συντάγματος: «Έγκλημα δε υπάρχει ούτε ποινή επιβάλλεται χωρίς νόμο που να ισχύει πριν από την τέλεση της πράξης και να ορίζει τα στοιχεία της…..».
Η θεωρία του Ποινικού Δικαίου πάντοτε απαιτούσε το αδίκημα να είναι υλική πράξη και όχι σκέψη, για να μη διώκεται ποινικώς το φρόνημα των αντιπολιτευομένων την πολιτική εξουσία. Τα υπό του Ποινικού Κώδικος προστατευόμενα αγαθά έχουν συνήθως υλική υπόσταση: Ζωή, Υγεία, Περιουσία, Νόμισμα, Πολιτειακή Εξουσία, Θρησκευτική Ειρήνη. Η ιστορική μνήμη, ως μη έχουσα υλική υπόσταση, δεν αποτελεί μέχρι σήμερα προστατευόμενο έννομο αγαθό.
Ο νόμος 4285/2014 περί καταπολεμήσεως του εθνοφυλετισμού θα μπορούσε ενδεχομένως χρησιμοποιηθεί και εις βάρος ενός αμφισβητία ιστορικού. Το άρθρο 2 αυτού αφορά στην δημοσία επιδοκιμασία ή άρνηση εγκλημάτων. Προκειμένου να είναι εντός συνταγματικών ορίων η διάταξη, ο νομοθέτης έθεσε πολύ αυστηρές προϋποθέσεις εφαρμογής: α) Τιμωρείται όποιος εκ προθέσεως, δημοσίως, προφορικώς ή δια του τύπου ή μέσω διαδικτύου επιδοκιμάζει ή ευτελίζει ή κακοβούλως αρνείται την ύπαρξη ή την σοβαρότητα εγκλημάτων, γενοκτονιών ή εγκλημάτων πολέμου, εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητος, του Ολοκαυτώματος και των εγκλημάτων του Ναζισμού. Η διάταξη απαιτεί πρόθεση και, εν περιπτώσει κακοβούλου αρνήσεως, φαίνεται ότι απαιτείται δόλος α΄ βαθμού, δεν αρκεί δηλαδή η αμέλεια ή ο ενδεχόμενος δόλος. β) Πρέπει τα εγκλήματα αυτά να έχουν αναγνωρισθεί ως τέτοια από αποφάσεις διεθνών δικαστηρίων ή της Βουλής των Ελλήνων. Είναι προφανές ότι η διάταξη αφορά σε γενοκτονίες του εικοστού αιώνος. Γενοκτονίες προηγουμένων αιώνων, ως π.χ. των Ιθαγενών της Βορείου και Νοτίου Αμερικής και Αυστραλίας μπορούν να αμφισβητούνται ατιμώρητα. γ) Η επιλήψιμη συμπεριφορά πρέπει να στρέφεται κατά ομάδος ή μέλους αυτής προσδιοριζομένης βάσει της φυλής, του χρώματος, της θρησκείας κλπ. Η αμφισβήτηση λοιπόν συγκεκριμένου γεγονότος μάλλον δεν εμπίπτει στην εν λόγω διάταξη. Εάν η άρνηση δεν αφορά σε ομάδα ως σύνολο, αλλά σε συγκεκριμένα πρόσωπα, τότε θα μείνει ατιμώρητη και δ) και σπουδαιότερο η επιλήψιμη συμπεριφορά πρέπει να εκδηλώνεται κατά τρόπο που μπορεί να υποκινήσει βία ή μίσος ή ενέχει απειλητικό ή υβριστικό χαρακτήρα. Από την προϋπόθεση αυτή φαίνεται καθαρά ότι τα προστατευόμενα αγαθά είναι η δημοσία τάξη και η κοινωνική ειρήνη. Άλλωστε το άρθρο 2 παραπέμπει ως προς τις ποινές στο άρθρο 1 περί υποκινήσεως βίας ή μίσους.
Είναι εμφανές ότι ο νομοθέτης όρισε εξαντλητικώς όλες τις περιπτώσεις που θα αποτελούν ποινικό αδίκημα, για να είναι σύμφωνος με την συνταγματική διάταξη. Μία γενική περιγραφή της εγκληματικής πράξεως θα ήταν αντισυνταγματική.
Υπενθυμίζουμε ότι οι προοδευτικοί ποινικολόγοι πάντοτε αγανακτούσαν με τις διατάξεις που τιμωρούσαν την βλασφημία των θείων, ισχυριζόμενοι ότι ο Μεγαλοδύναμος δεν έχει ανάγκη ποινικής προστασίας. Οι λιγότερο προοδευτικοί έλεγαν ότι τοιουτοτρόπως προστατεύεται η θρησκευτική ειρήνη. Στην περίπτωση ενός ιστορικού γεγονότος, ποίο το προστατευόμενο υλικό έννομο αγαθό ; Η ιστορική μνήμη δεν είναι κάτι τέτοιο.19
Η διατύπωση της προαναφερομένης διατάξεως είναι τέτοια που αποκλείει την εφαρμογή της επί των αμφισβητιών ιστορικών. Θα είναι πολύ δύσκολο να αποδειχθεί στην πράξη ότι ένα συγκεκριμένο ιστορικό σύγγραμμα έχει ως σκοπό την διέγερση μίσους ή ότι έχει υβριστικό χαρακτήρα. Για τον λόγο δε αυτόν δεν υφίσταται και σχετική νομολογία. Διαβάσαμε στις εφημερίδες για την περίπτωση Γερμανού ιστορικού, ο οποίος σε σύγγραμμά του είχε αμφισβητήσει την αρετή των τέκνων της «λεβεντογέννας» και για τον λόγο δε αυτόν ευρέθη κατηγορούμενος ενώπιον ελληνικού δικαστηρίου. Φυσικά απηλλάγη πανηγυρικώς.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ.
Ιστορία
και πολιτική είναι στενώς συνδεδεμένες. Η Ιστορία διδάσκει και είναι φυσικό το
επίσημο Κράτος να επιδιώκει να ελέγχει τα ιστορικά διδάγματα, φοβούμενο τις
επιπτώσεις αυτών στο μέλλον των λαών. Είναι λογικό οι ιθύνοντες της
παγκοσμιοποιήσεως να θέλουν μία ιστορική αφήγηση σύμφωνη με τους σκοπούς και
τις επιδιώξεις τους. Όμως, ένα Κράτος Δικαίου οφείλει να προστατεύσει την
ιστορική έρευνα και την μειοψηφούσα γνώμη, όσο εξωπραγματική και αν φαίνεται.
Η άποψη του Θεόδοτου: Ο σκοπός του κράτους είναι να προστατεύει την ασφάλεια και τα (καλώς νοούμενα) συμφέροντα μιας κοινότητας. Δεν μπορεί να θέσει σε κίνδυνο αυτά τα αγαθά χάρη της ‘επιστημονικής ιστορικής αλήθειας’. Η ιστορική αλήθεια δεν μπορεί να τεθεί πάνω από την ασφάλεια μιας χώρας. Από την άλλη μεριά, δεν πρέπει το κράτος να εμποδίζει έναν ερευνητή να ασκήσει το έργο του. Πως λοιπόν μπορεί να επιλυθεί αυτή η αντίθεση; Πρώτον , με το δικαίωμα του κράτους να κρατά μυστικά αρχεία και πληροφορίες όταν θεωρεί ότι υπάρχουν σοβαροί λόγοι για να μην αποκαλυφθούν. Δεύτερον, μία έρευνα μπορεί να γίνεται εντός κλειστών ακαδημαϊκών κύκλων ελεύθερα, αλλά να μην επιτραπεί η δημοσίευσή της. Και εάν το κράτος ασκήσει την λογοκρισία του ενάντια στο εθνικό συμφέρον όπως στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο; Τότε είναι ένα κακό κράτος το οποίο πρέπει να αναδιαμορφωθεί είτε από εκείνες τις εθνικές δυνάμεις και θεσμούς που ελέγχουν τις πράξεις του ή και από τον ίδιο τον λαό. Ένα παράδειγμα: εάν υποθέσουμε ότι η κυβέρνηση μιας χώρας πριν 100 χρόνια αδίκησε κάποιους μη ιθαγενείς και αυτοί σήμερα, εάν αποκαλυφθεί το γεγονός, μπορούν να εξουθενώσουν οικονομικά τη χώρα ζητώντας αποζημιώσεις, θα πρέπει ο ιστορικός να κάνει αυτή την αποκάλυψη; Ή, άλλο παράδειγμα, εάν βρεθεί ότι κάποια πολιτισμικά ή ανθρωπολογικά χαρακτηριστικά που κρατούν ενωμένη και εμψυχωμένη την κοινότητα δεν είναι αληθή, ο ιστορικός θα το αποκαλύψει αποδομώντας έτσι όλη την κοινωνία; Να μην ξεχνάμε μία σοφή ρήση: η αλήθεια πρέπει να λέγεται μόνον σε όσους την αντέχουν. Και ο ‘δήμος’ δεν αντέχει ούτε τον ίδιο τον εαυτό του, πόσο μάλλον τις ‘επιστημονικές αλήθειες’. Επίσης, πρέπει να τονισθεί, ότι ένα έθνος ‘ζει και αναπνέει’ στηριζόμενο σε μύθους και θρύλους, φανταστείτε ένα παιδί που δεν έχει ακούσει ποτέ παραμύθια: θα γεράσει και θα πεθάνει πριν την ώρα του.
Η άποψη του Θεόδοτου: Ο σκοπός του κράτους είναι να προστατεύει την ασφάλεια και τα (καλώς νοούμενα) συμφέροντα μιας κοινότητας. Δεν μπορεί να θέσει σε κίνδυνο αυτά τα αγαθά χάρη της ‘επιστημονικής ιστορικής αλήθειας’. Η ιστορική αλήθεια δεν μπορεί να τεθεί πάνω από την ασφάλεια μιας χώρας. Από την άλλη μεριά, δεν πρέπει το κράτος να εμποδίζει έναν ερευνητή να ασκήσει το έργο του. Πως λοιπόν μπορεί να επιλυθεί αυτή η αντίθεση; Πρώτον , με το δικαίωμα του κράτους να κρατά μυστικά αρχεία και πληροφορίες όταν θεωρεί ότι υπάρχουν σοβαροί λόγοι για να μην αποκαλυφθούν. Δεύτερον, μία έρευνα μπορεί να γίνεται εντός κλειστών ακαδημαϊκών κύκλων ελεύθερα, αλλά να μην επιτραπεί η δημοσίευσή της. Και εάν το κράτος ασκήσει την λογοκρισία του ενάντια στο εθνικό συμφέρον όπως στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο; Τότε είναι ένα κακό κράτος το οποίο πρέπει να αναδιαμορφωθεί είτε από εκείνες τις εθνικές δυνάμεις και θεσμούς που ελέγχουν τις πράξεις του ή και από τον ίδιο τον λαό. Ένα παράδειγμα: εάν υποθέσουμε ότι η κυβέρνηση μιας χώρας πριν 100 χρόνια αδίκησε κάποιους μη ιθαγενείς και αυτοί σήμερα, εάν αποκαλυφθεί το γεγονός, μπορούν να εξουθενώσουν οικονομικά τη χώρα ζητώντας αποζημιώσεις, θα πρέπει ο ιστορικός να κάνει αυτή την αποκάλυψη; Ή, άλλο παράδειγμα, εάν βρεθεί ότι κάποια πολιτισμικά ή ανθρωπολογικά χαρακτηριστικά που κρατούν ενωμένη και εμψυχωμένη την κοινότητα δεν είναι αληθή, ο ιστορικός θα το αποκαλύψει αποδομώντας έτσι όλη την κοινωνία; Να μην ξεχνάμε μία σοφή ρήση: η αλήθεια πρέπει να λέγεται μόνον σε όσους την αντέχουν. Και ο ‘δήμος’ δεν αντέχει ούτε τον ίδιο τον εαυτό του, πόσο μάλλον τις ‘επιστημονικές αλήθειες’. Επίσης, πρέπει να τονισθεί, ότι ένα έθνος ‘ζει και αναπνέει’ στηριζόμενο σε μύθους και θρύλους, φανταστείτε ένα παιδί που δεν έχει ακούσει ποτέ παραμύθια: θα γεράσει και θα πεθάνει πριν την ώρα του.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. JEAN – ARNAUD DERENS : Le choc des mémoires au mépris de l’ histoire. Révisionnisme au service des nationalists en Europe Centrale et Orientale, Monde Diplomatique, Décembre 2016, σελ. 22-23.
2. JEAN – ARNAUD DERENS : ε.α., σελ. 22.
3. LAURENT GESLIN – SEBASTIEN GOBERT : Ukraine, jeux de miroirs pour héros troubles, «Monde Diplomatique», Δεκέμβριος 2016, σελ. 23. Πάντως οι αντιλήψεις αυτές δυσκολεύουν την προσέγγιση Πολωνών και Ουκρανών. Η Βορειοδυτική Ουκρανία κατοικείται ακόμη και σήμερα από Πολωνούς.
4. Τα κίνητρα βεβαίως του εν λόγω καθηγητού ήσαν αγαθά, διότι τοιουτοτρόπως προσεπάθησε να αποδείξει ότι οι Γάλλοι επαναστάτες και οι λοιποί Ευρωπαίοι δεν είχαν να διδάξουν στους Έλληνες τίποτε καινούργιο. Γεώργιος ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗΣ : Η Ελληνική Δημοκρατία του Ρήγα Βελεστινλή, εκδόσεις Παρουσία, 2008.
5. Θα
μπορούσε να αντιπροτείνει κανείς το παράδειγμα των Επτανήσων, όπου ο πληθυσμός
παρά την υποταγή του στους Βενετούς και όχι στους Τούρκους έμεινε το ίδιο
ελληνικός με αυτόν της υπολοίπου Ελλάδος και βεβαίως απέφυγε τους βιαίους
εξισλαμισμούς.
6. Οι γαρ άνθρωποι τας ακοάς των προγεγενημένων, και ην επιχώρια σφίσιν ή, ομοίως αβασανίστως παρ’ αλλήλων δέχονται. Θουκυδίδου, «Ιστορίαι» 20.1, μετάφραση Αθανασίου Γιαγκοπούλου, εκδόσεις του «Βήματος», 2020, σελ. 120.
7. ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ : Ιστορία των πολέμων, εκδ. Νέα Σύνορα – Λιβάνη 1996.
8. ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ : Ανέκδοτα ή απόκρυφη ιστορία, εκδ. Άγρα 1988.
9. Σπύρος ΜΑΡΚΕΖΙΝΗΣ : Πολιτική ιστορία της νεωτέρας Ελλάδος, εκδόσεις Πάπυρος 1966.
10. Έγκλημα αναγνωρισθέν με καθυστέρηση εβδομήντα ενός ετών από την Ρωσική «Δούμα», βλ. την ιστοσελίδα του «Βήματος» της 05.12.2010.
11. Β.Δ. ΨΙΜΟΥΛΗ : Σούλι και Σουλιώτες, α΄ έκδοση 1999, β΄ έκδοση 2006, εκδόσεις Εστία. Επαινετικό το σχόλιο του Φ. Μπαρούτσου στην «Καθημερινή» της 8-1-2006, αλλ’ η συγγραφεύς εδέχθη σκληρή κριτική από τον Γεώργιο ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ : Συνωστισμένες στο Ζάλογγο, Εναλλακτικές εκδόσεις, 2011. Πάντως πρέπει να επισημανθεί ότι δεν ερεύνησε τις σχέσεις του Σουλίου με την Βενετία, περιφερειακή δύναμη της εποχής, κατέχουσα Πάργα, Πρέβεζα, Βουθρωτό, Χειμάρρα και Ιόνια Νησιά, ούτε συσχέτισε την πτώση του Σουλίου με τον ερχομό των «αθέων Γάλλων» στα Επτάνησα. Επίσης, δεν έδωσε ικανοποιητική απάντηση στο ερώτημα πόθεν η χρηματοδότηση των Σουλιωτών, αφού οι επιδρομές κατά Τούρκων αγάδων δεν θα μπορούσαν να συντηρήσουν την συμπολιτεία τους. Ειρωνεύεται δε τα εις άπταιστον καθαρεύουσα συνταχθέντα υπομνήματά τους προς την Μεγάλη Αικατερίνη της Ρωσίας, χωρίς να αποπειραθεί να επιλύσει το μυστήριο της συντάξεώς τους, αφού οι ίδιοι ήσαν, ως λέγει, κάτοχοι μιάς διαλέκτου με αρβανίτικα, τούρκικα και λιγοστά ελληνικά στοιχεία.
12. Η δημιουργία χωριστού Κράτους από τους Βενιζελικούς και τους Αγγλο-Γάλλους στην Βόρειο Ελλάδα αναφέρεται μεν, πλην δεν σχολιάζεται. Εάν κάτι παρόμοιο συνέβαινε σήμερα, πώς θα χαρακτηριζόταν ένας τέτοιος πολιτικός ; Ούτε βέβαια έχει αναλυθεί διεξοδικώς η καθημερινή ζωή των Βορειοελλαδιτών κατά τα χρόνια της ξενικής δικτατορικής κατοχής. Αποσιωπούνται οι διώξεις των πολιτικών αντιπάλων, η βιαία στρατολογία των ανδρών, οι απειλές κατά των συζύγων εκείνων που δεν ήθελαν να στρατευθούν. Ουδείς τολμά να αποκαλέσει την αυταρχική διακυβέρνηση της Βορείου Ελλάδος από τους Βενιζελικούς και τους Συμμάχους τους δικτατορία. Και όμως ήταν η πρώτη δικτατορία, τη βοηθεία του ξένου παράγοντος.
13. Α. Λαζάρου – Αθ. Διάφας : Ιστορία των νέων χρόνων, 1951.
14. Keith W. WHITELAM : Η επινόηση του αρχαίου Ισραήλ, εκδόσεις Ενάλιος, 2006.
15. Gary GREENBERG : Το μυστήριο του Μωυσή, 1998, 101 Μύθοι της Βίβλου, 2002, Τα αμαρτήματα του βασιλιά Δαυϊδ, 2005, όλα στις εκδόσεις Ενάλιος.
16. Βλέπε σημείωμα του διευθυντού εκδόσεως Διονυσίου Μουσμούτη στην σελίδα 1 της ειδικής εκδόσεως του ιστορικού περιοδικού «Ιστορία» για τον Ιωάννη Καποδίστρια, εκδόσεις Πάπυρος 2016.
17. Υπενθυμίζουμε τι συνέβη σε γνωστό δημοσιογράφο, μακαρίτη πλέον, ο οποίος ετόλμησε να παρουσιάσει τηλεοπτική εκπομπή με θέμα την δολοφονία του Καποδίστρια. Του τηλεφώνησε ηλικιωμένη με καταγωγή από την Μάνη και τον καθύβρισε!
18. LAURENT GESLIN – SEBASTIEN GOBERT : ε.α., σελ. 23.
19. Στην Γαλλία το Ανώτατο Αναιρετικό Δικαστήριο (Cour de Cassation) έκρινε ότι η ελευθερία εκφράσεως μπορούσε νομίμως να περιορισθεί για λόγους προστασίας της δημοσίας τάξεως, της ηθικής και των συμφερόντων των θυμάτων του ναζισμού (αποφάσεις της 23.02.1993 και 09.10.1995). Η αναφορά στην δημοσία τάξη και ηθική είναι πολύ γενική, τα δε συμφέροντα των νεκρών θυμάτων δεν υπάρχει στην έννομο τάξη μας ως έννομο αγαθό. Υπάρχει μόνον το αδίκημα της προσβολής της μνήμης τεθνεώτος.
6. Οι γαρ άνθρωποι τας ακοάς των προγεγενημένων, και ην επιχώρια σφίσιν ή, ομοίως αβασανίστως παρ’ αλλήλων δέχονται. Θουκυδίδου, «Ιστορίαι» 20.1, μετάφραση Αθανασίου Γιαγκοπούλου, εκδόσεις του «Βήματος», 2020, σελ. 120.
7. ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ : Ιστορία των πολέμων, εκδ. Νέα Σύνορα – Λιβάνη 1996.
8. ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ : Ανέκδοτα ή απόκρυφη ιστορία, εκδ. Άγρα 1988.
9. Σπύρος ΜΑΡΚΕΖΙΝΗΣ : Πολιτική ιστορία της νεωτέρας Ελλάδος, εκδόσεις Πάπυρος 1966.
10. Έγκλημα αναγνωρισθέν με καθυστέρηση εβδομήντα ενός ετών από την Ρωσική «Δούμα», βλ. την ιστοσελίδα του «Βήματος» της 05.12.2010.
11. Β.Δ. ΨΙΜΟΥΛΗ : Σούλι και Σουλιώτες, α΄ έκδοση 1999, β΄ έκδοση 2006, εκδόσεις Εστία. Επαινετικό το σχόλιο του Φ. Μπαρούτσου στην «Καθημερινή» της 8-1-2006, αλλ’ η συγγραφεύς εδέχθη σκληρή κριτική από τον Γεώργιο ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ : Συνωστισμένες στο Ζάλογγο, Εναλλακτικές εκδόσεις, 2011. Πάντως πρέπει να επισημανθεί ότι δεν ερεύνησε τις σχέσεις του Σουλίου με την Βενετία, περιφερειακή δύναμη της εποχής, κατέχουσα Πάργα, Πρέβεζα, Βουθρωτό, Χειμάρρα και Ιόνια Νησιά, ούτε συσχέτισε την πτώση του Σουλίου με τον ερχομό των «αθέων Γάλλων» στα Επτάνησα. Επίσης, δεν έδωσε ικανοποιητική απάντηση στο ερώτημα πόθεν η χρηματοδότηση των Σουλιωτών, αφού οι επιδρομές κατά Τούρκων αγάδων δεν θα μπορούσαν να συντηρήσουν την συμπολιτεία τους. Ειρωνεύεται δε τα εις άπταιστον καθαρεύουσα συνταχθέντα υπομνήματά τους προς την Μεγάλη Αικατερίνη της Ρωσίας, χωρίς να αποπειραθεί να επιλύσει το μυστήριο της συντάξεώς τους, αφού οι ίδιοι ήσαν, ως λέγει, κάτοχοι μιάς διαλέκτου με αρβανίτικα, τούρκικα και λιγοστά ελληνικά στοιχεία.
12. Η δημιουργία χωριστού Κράτους από τους Βενιζελικούς και τους Αγγλο-Γάλλους στην Βόρειο Ελλάδα αναφέρεται μεν, πλην δεν σχολιάζεται. Εάν κάτι παρόμοιο συνέβαινε σήμερα, πώς θα χαρακτηριζόταν ένας τέτοιος πολιτικός ; Ούτε βέβαια έχει αναλυθεί διεξοδικώς η καθημερινή ζωή των Βορειοελλαδιτών κατά τα χρόνια της ξενικής δικτατορικής κατοχής. Αποσιωπούνται οι διώξεις των πολιτικών αντιπάλων, η βιαία στρατολογία των ανδρών, οι απειλές κατά των συζύγων εκείνων που δεν ήθελαν να στρατευθούν. Ουδείς τολμά να αποκαλέσει την αυταρχική διακυβέρνηση της Βορείου Ελλάδος από τους Βενιζελικούς και τους Συμμάχους τους δικτατορία. Και όμως ήταν η πρώτη δικτατορία, τη βοηθεία του ξένου παράγοντος.
13. Α. Λαζάρου – Αθ. Διάφας : Ιστορία των νέων χρόνων, 1951.
14. Keith W. WHITELAM : Η επινόηση του αρχαίου Ισραήλ, εκδόσεις Ενάλιος, 2006.
15. Gary GREENBERG : Το μυστήριο του Μωυσή, 1998, 101 Μύθοι της Βίβλου, 2002, Τα αμαρτήματα του βασιλιά Δαυϊδ, 2005, όλα στις εκδόσεις Ενάλιος.
16. Βλέπε σημείωμα του διευθυντού εκδόσεως Διονυσίου Μουσμούτη στην σελίδα 1 της ειδικής εκδόσεως του ιστορικού περιοδικού «Ιστορία» για τον Ιωάννη Καποδίστρια, εκδόσεις Πάπυρος 2016.
17. Υπενθυμίζουμε τι συνέβη σε γνωστό δημοσιογράφο, μακαρίτη πλέον, ο οποίος ετόλμησε να παρουσιάσει τηλεοπτική εκπομπή με θέμα την δολοφονία του Καποδίστρια. Του τηλεφώνησε ηλικιωμένη με καταγωγή από την Μάνη και τον καθύβρισε!
18. LAURENT GESLIN – SEBASTIEN GOBERT : ε.α., σελ. 23.
19. Στην Γαλλία το Ανώτατο Αναιρετικό Δικαστήριο (Cour de Cassation) έκρινε ότι η ελευθερία εκφράσεως μπορούσε νομίμως να περιορισθεί για λόγους προστασίας της δημοσίας τάξεως, της ηθικής και των συμφερόντων των θυμάτων του ναζισμού (αποφάσεις της 23.02.1993 και 09.10.1995). Η αναφορά στην δημοσία τάξη και ηθική είναι πολύ γενική, τα δε συμφέροντα των νεκρών θυμάτων δεν υπάρχει στην έννομο τάξη μας ως έννομο αγαθό. Υπάρχει μόνον το αδίκημα της προσβολής της μνήμης τεθνεώτος.
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Δεν υπάρχουν σχόλια
Μπορείτε να γράψετε και να σχολιάσετε τα πάντα, αλλά αν το κείμενο σας περιέχει υβριστικούς χαρακτηρισμούς σας ενημερώνουμε ότι δεν θα δημοσιεύεται. Σε περίπτωση καθυστέρησης δημοσίευσης των σχολίων ζητούμε συγγνώμη και παρακαλούμε να μην βγάζετε αυθαίρετα συμπεράσματα. Με σεβασμό και εκτίμηση η διαχείριση του ιστολογίου