του Ανδρέα Πενταρά* Η επικύρωση της συνθήκης της Λισσαβόνας από τον Ιρλανδικό λαό, η αντίστοιχη απόφαση της Πολωνίας και το επικείμενο ναι τ...
του Ανδρέα Πενταρά*
Η επικύρωση της συνθήκης της Λισσαβόνας από τον Ιρλανδικό λαό, η αντίστοιχη απόφαση της Πολωνίας και το επικείμενο ναι της Τσεχίας, δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία πλέον, ότι από το νέο χρόνο θα τεθεί σε ισχύ η νέα συνθήκη που αναμφίβολα αποτελεί ένα ακόμα βήμα προς την Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
Η συνθήκη της Λισσαβόνας περιέχει πολλά νέα στοιχεία που θα αλλάξουν ριζικά το τρόπο λειτουργίας της ΕΕ όπως τον γνωρίζουμε σήμερα, με σοβαρές θετικές επιπτώσεις στα κράτη μέλη.
Για τη Κύπρο, που είναι η μοναδική χώρα που αντιμετωπίζει πραγματικό πρόβλημα ασφάλειας εξ αιτίας αφενός της παρουσίας στο έδαφός της Τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων και των απειλών αφετέρου που κατά καιρούς η Άγκυρα εκτοξεύει κατά των ελευθέρων εδαφών, το μείζον από τα οφέλη είναι ασφαλώς το ζήτημα της ασφάλειας που η νέα συνθήκη προσφέρει στα μέλη της. Συγκεκριμένα, στη παράγραφο 7 του άρθρου 44 της συνθήκης, αναφέρεται ότι ΄΄ Σε περίπτωση κατά την οποία κράτος μέλος δεχθεί ένοπλη επίθεση στο έδαφός του, τα άλλα κράτη μέλη οφείλουν να του παράσχουν βοήθεια και συνδρομή με όλα τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών΄΄.
Η μελέτη και ανάλυση της διατύπωσης αυτής, μας οδηγεί σε δύο συμπεράσματα που δεν θα πρέπει να διαλάθουν της προσοχής κανενός. Το πρώτο, είναι το γεγονός ότι η Ένωση απευθύνεται στα κράτη μέλη τα οποία οφείλουν να σπεύσουν σε βοήθεια του μέλους που έχει υποστεί την ένοπλη επίθεση. Υπό κανονικάς συνθήκας, θα έπρεπε η ίδια η Ένωση να σπεύδει για βοήθεια με το δικό της στρατό στη περίπτωση που υπήρχε. Επειδή όμως η ΕΕ μέχρι σήμερα έχει αναπτύξει μόνο τον τομέα της ασφάλειας- δηλαδή την αποστολή ειρηνευτικών αποστολών εκτός ΕΕ- ενώ τον τομέα της άμυνας, δηλ. την οργάνωση ιδίων Ενόπλων Δυνάμεων για απόκρουση εξωτερικών επιθέσεων, τον αφήνει για το μέλλον, αναθέτει τη σημαντική αυτή αποστολή συνδρομής στα κράτη μέλη. Το γεγονός αυτό, δηλαδή η βοήθεια από τις χώρες μεμονωμένα, λειτουργεί ευνοϊκά για τη περίπτωσή μας γιατί έτσι αποφεύγονται οι γραφειοκρατικές διαδικασίες λήψης απόφασης από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, όπου κάποιες χώρες θα μπορούσαν να προτάξουν βέτο.
Το δεύτερο και πιο σημαντικό, είναι ότι η όλη στρατιωτική βοήθεια που θα παράσχουν οι χώρες μέλη στη χώρα που θα υποστεί την επίθεση, τίθεται από πλευράς διεθνούς δικαίου κάτω από το άρθρο 51 του καταστατικού χάρτη των ΗΕ , σύμφωνα με το οποίο, κάθε κράτος μέλος του ΟΗΕ έχει το δικαίωμα της ατομικής ή συλλογικής αυτοάμυνας. Με λίγα λόγια, η ίδια η συνθήκη της Λισσαβόνας καθίσταται και μια αμυντική συμφωνία η οποία αφού τεθεί σε ισχύ και κατατεθεί στη Γραμματεία του ΟΗΕ, μπορεί να λειτουργήσει αυτόνομα σ ότι αφορά το άρθρο 51, δηλαδή χωρίς προηγούμενη έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας. Βασική προϋπόθεση βέβαια, είναι όπως το κράτος που θα υποστεί την επίθεση διαθέτει δικές του ΕΔ, έτσι ώστε να προβάλει αυτοάμυνα και στα πλαίσια της δικής του ατομικής αυτοάμυνας να καλέσει τα κράτη της ΕΕ να σπεύσουν για βοήθεια. Η Κυπριακή Δημοκρατία διαθέτει σήμερα την ΕΦ και επ αυτού δεν υπάρχει πρόβλημα.
Το μεγάλο όμως πρόβλημα που έχει η Κυπριακή Δημοκρατία σήμερα και το οποίο εξουδετερώνει κυριολεκτικά το μέγιστο αυτό πλεονέκτημα, όπου άλλες 26 χώρες συνδέονται με τη Κύπρο σε ένα κοινό αμυντικό δόγμα, είναι η μη συμμετοχή της Κύπρου στο πρόγραμμα του Συνεταιρισμού για την Ειρήνη. Ο λόγος είναι ότι η μη συμμετοχή μας στο πρόγραμμα αυτό, δεν επιτρέπει τη τεχνική διασύνδεση της ΕΦ με τους στρατούς των υπόλοιπων 26 χωρών της ΕΕ οι οποίες είναι μέλη, είτε του ΝΑΤΟ είτε του ΣγΕ. Λέγοντας δε τεχνική διασύνδεση, εννοούμε τις κοινές διαδικασίες που χρησιμοποιούνται από στρατούς διαφορετικών χωρών στο πόλεμο, έτσι ώστε να μιλούν την ίδια γλώσσα και να μη σκοτώνονται μεταξύ τους. Χωρίς η Κύπρος να είναι κάτοχος και χρήστης των κοινών αυτών διαδικασιών, καμιά Ευρωπαϊκή χώρα δεν θα σπεύσει για βοήθεια σε περίπτωση τουρκικής επίθεσης, γιατί απλά δεν θα επιθυμεί να θέσει σε κίνδυνο τα δικά της στρατεύματα σε μια χώρα που θα εφαρμόζει άλλες διαδικασίες και άλλες τακτικές.
Για τη κυβέρνηση και τις πολιτικές δυνάμεις του τόπου, το θέμα της συμμετοχής της Κύπρου στο ΣγΕ, με την εφαρμογή της συνθήκης της Λισσαβόνας μπαίνει σε μια εντελώς διαφορετική τροχιά αντιμετώπισης απ ότι μέχρι σήμερα. Οι ιδεολογικές αγκυλώσεις και τα συμπλέγματα του παρελθόντος δεν έχουν θέση μπροστά στα ύψιστα εθνικά συμφέροντα του τόπου. Όσοι αρνούνται αυτή τη συμμετοχή, αρνούνται ουσιαστικά τη προσφερόμενη στρατιωτική βοήθεια από άλλες 26 χώρες στη περίπτωση που η Τουρκία επιβουλευόταν τα ελεύθερα εδάφη. Από το 1974 μέχρι σήμερα δεν κατόρθωσε η Κύπρος να συνάψει ούτε μια αμυντική συμφωνία με άλλη χώρα συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας. Και σήμερα μας φέρνουν στο πιάτο 26 ουσιαστικά αμυντικές συμφωνίες, τις οποίες η Κύπρος αποποιείται με την άρνησή της να συμμετάσχει στο ΣγΕ. Τα πολιτικά κόμματα οφείλουν να επαναλάβουν με επιτακτικότητα την ανάγκη η Κύπρος να καταστεί μέλος του ΣγΕ, και για ο ΑΚΕΛ είναι μια καλή ευκαιρία να αναθεωρήσει τη στάση του. Το Εθνικό Συμβούλιο θα πρέπει επειγόντως να ασχοληθεί και με το θέμα αυτό, ενώ η Βουλή να ξαναφέρει το ζήτημα ενώπιόν της λόγω των νέων δεδομένων που προέκυψαν με τη συνθήκη της Λισσαβόνας.
* Υποστράτηγος ε.α.
Εστάλη από http://geopolitics-gr.blogspot.com/
Η επικύρωση της συνθήκης της Λισσαβόνας από τον Ιρλανδικό λαό, η αντίστοιχη απόφαση της Πολωνίας και το επικείμενο ναι της Τσεχίας, δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία πλέον, ότι από το νέο χρόνο θα τεθεί σε ισχύ η νέα συνθήκη που αναμφίβολα αποτελεί ένα ακόμα βήμα προς την Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
Η συνθήκη της Λισσαβόνας περιέχει πολλά νέα στοιχεία που θα αλλάξουν ριζικά το τρόπο λειτουργίας της ΕΕ όπως τον γνωρίζουμε σήμερα, με σοβαρές θετικές επιπτώσεις στα κράτη μέλη.
Για τη Κύπρο, που είναι η μοναδική χώρα που αντιμετωπίζει πραγματικό πρόβλημα ασφάλειας εξ αιτίας αφενός της παρουσίας στο έδαφός της Τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων και των απειλών αφετέρου που κατά καιρούς η Άγκυρα εκτοξεύει κατά των ελευθέρων εδαφών, το μείζον από τα οφέλη είναι ασφαλώς το ζήτημα της ασφάλειας που η νέα συνθήκη προσφέρει στα μέλη της. Συγκεκριμένα, στη παράγραφο 7 του άρθρου 44 της συνθήκης, αναφέρεται ότι ΄΄ Σε περίπτωση κατά την οποία κράτος μέλος δεχθεί ένοπλη επίθεση στο έδαφός του, τα άλλα κράτη μέλη οφείλουν να του παράσχουν βοήθεια και συνδρομή με όλα τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών΄΄.
Η μελέτη και ανάλυση της διατύπωσης αυτής, μας οδηγεί σε δύο συμπεράσματα που δεν θα πρέπει να διαλάθουν της προσοχής κανενός. Το πρώτο, είναι το γεγονός ότι η Ένωση απευθύνεται στα κράτη μέλη τα οποία οφείλουν να σπεύσουν σε βοήθεια του μέλους που έχει υποστεί την ένοπλη επίθεση. Υπό κανονικάς συνθήκας, θα έπρεπε η ίδια η Ένωση να σπεύδει για βοήθεια με το δικό της στρατό στη περίπτωση που υπήρχε. Επειδή όμως η ΕΕ μέχρι σήμερα έχει αναπτύξει μόνο τον τομέα της ασφάλειας- δηλαδή την αποστολή ειρηνευτικών αποστολών εκτός ΕΕ- ενώ τον τομέα της άμυνας, δηλ. την οργάνωση ιδίων Ενόπλων Δυνάμεων για απόκρουση εξωτερικών επιθέσεων, τον αφήνει για το μέλλον, αναθέτει τη σημαντική αυτή αποστολή συνδρομής στα κράτη μέλη. Το γεγονός αυτό, δηλαδή η βοήθεια από τις χώρες μεμονωμένα, λειτουργεί ευνοϊκά για τη περίπτωσή μας γιατί έτσι αποφεύγονται οι γραφειοκρατικές διαδικασίες λήψης απόφασης από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, όπου κάποιες χώρες θα μπορούσαν να προτάξουν βέτο.
Το δεύτερο και πιο σημαντικό, είναι ότι η όλη στρατιωτική βοήθεια που θα παράσχουν οι χώρες μέλη στη χώρα που θα υποστεί την επίθεση, τίθεται από πλευράς διεθνούς δικαίου κάτω από το άρθρο 51 του καταστατικού χάρτη των ΗΕ , σύμφωνα με το οποίο, κάθε κράτος μέλος του ΟΗΕ έχει το δικαίωμα της ατομικής ή συλλογικής αυτοάμυνας. Με λίγα λόγια, η ίδια η συνθήκη της Λισσαβόνας καθίσταται και μια αμυντική συμφωνία η οποία αφού τεθεί σε ισχύ και κατατεθεί στη Γραμματεία του ΟΗΕ, μπορεί να λειτουργήσει αυτόνομα σ ότι αφορά το άρθρο 51, δηλαδή χωρίς προηγούμενη έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας. Βασική προϋπόθεση βέβαια, είναι όπως το κράτος που θα υποστεί την επίθεση διαθέτει δικές του ΕΔ, έτσι ώστε να προβάλει αυτοάμυνα και στα πλαίσια της δικής του ατομικής αυτοάμυνας να καλέσει τα κράτη της ΕΕ να σπεύσουν για βοήθεια. Η Κυπριακή Δημοκρατία διαθέτει σήμερα την ΕΦ και επ αυτού δεν υπάρχει πρόβλημα.
Το μεγάλο όμως πρόβλημα που έχει η Κυπριακή Δημοκρατία σήμερα και το οποίο εξουδετερώνει κυριολεκτικά το μέγιστο αυτό πλεονέκτημα, όπου άλλες 26 χώρες συνδέονται με τη Κύπρο σε ένα κοινό αμυντικό δόγμα, είναι η μη συμμετοχή της Κύπρου στο πρόγραμμα του Συνεταιρισμού για την Ειρήνη. Ο λόγος είναι ότι η μη συμμετοχή μας στο πρόγραμμα αυτό, δεν επιτρέπει τη τεχνική διασύνδεση της ΕΦ με τους στρατούς των υπόλοιπων 26 χωρών της ΕΕ οι οποίες είναι μέλη, είτε του ΝΑΤΟ είτε του ΣγΕ. Λέγοντας δε τεχνική διασύνδεση, εννοούμε τις κοινές διαδικασίες που χρησιμοποιούνται από στρατούς διαφορετικών χωρών στο πόλεμο, έτσι ώστε να μιλούν την ίδια γλώσσα και να μη σκοτώνονται μεταξύ τους. Χωρίς η Κύπρος να είναι κάτοχος και χρήστης των κοινών αυτών διαδικασιών, καμιά Ευρωπαϊκή χώρα δεν θα σπεύσει για βοήθεια σε περίπτωση τουρκικής επίθεσης, γιατί απλά δεν θα επιθυμεί να θέσει σε κίνδυνο τα δικά της στρατεύματα σε μια χώρα που θα εφαρμόζει άλλες διαδικασίες και άλλες τακτικές.
Για τη κυβέρνηση και τις πολιτικές δυνάμεις του τόπου, το θέμα της συμμετοχής της Κύπρου στο ΣγΕ, με την εφαρμογή της συνθήκης της Λισσαβόνας μπαίνει σε μια εντελώς διαφορετική τροχιά αντιμετώπισης απ ότι μέχρι σήμερα. Οι ιδεολογικές αγκυλώσεις και τα συμπλέγματα του παρελθόντος δεν έχουν θέση μπροστά στα ύψιστα εθνικά συμφέροντα του τόπου. Όσοι αρνούνται αυτή τη συμμετοχή, αρνούνται ουσιαστικά τη προσφερόμενη στρατιωτική βοήθεια από άλλες 26 χώρες στη περίπτωση που η Τουρκία επιβουλευόταν τα ελεύθερα εδάφη. Από το 1974 μέχρι σήμερα δεν κατόρθωσε η Κύπρος να συνάψει ούτε μια αμυντική συμφωνία με άλλη χώρα συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας. Και σήμερα μας φέρνουν στο πιάτο 26 ουσιαστικά αμυντικές συμφωνίες, τις οποίες η Κύπρος αποποιείται με την άρνησή της να συμμετάσχει στο ΣγΕ. Τα πολιτικά κόμματα οφείλουν να επαναλάβουν με επιτακτικότητα την ανάγκη η Κύπρος να καταστεί μέλος του ΣγΕ, και για ο ΑΚΕΛ είναι μια καλή ευκαιρία να αναθεωρήσει τη στάση του. Το Εθνικό Συμβούλιο θα πρέπει επειγόντως να ασχοληθεί και με το θέμα αυτό, ενώ η Βουλή να ξαναφέρει το ζήτημα ενώπιόν της λόγω των νέων δεδομένων που προέκυψαν με τη συνθήκη της Λισσαβόνας.
* Υποστράτηγος ε.α.
Εστάλη από http://geopolitics-gr.blogspot.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια
Μπορείτε να γράψετε και να σχολιάσετε τα πάντα, αλλά αν το κείμενο σας περιέχει υβριστικούς χαρακτηρισμούς σας ενημερώνουμε ότι δεν θα δημοσιεύεται. Σε περίπτωση καθυστέρησης δημοσίευσης των σχολίων ζητούμε συγγνώμη και παρακαλούμε να μην βγάζετε αυθαίρετα συμπεράσματα. Με σεβασμό και εκτίμηση η διαχείριση του ιστολογίου