Ακόμα ένα λησμονυμένο κεφάλαιο της ένδοξης Ελληνικής ιστορίας Εβδομήντα εννιά χρόνια συμπληρώνονται, από την εξέγερση των Ελλήνων της Κύπρου...
Ακόμα ένα λησμονυμένο κεφάλαιο της ένδοξης Ελληνικής ιστορίας
Εβδομήντα εννιά χρόνια συμπληρώνονται, από την εξέγερση των Ελλήνων της Κύπρου, των γνωστών Οκτωβριανών του 1931. Με το αιώνιο των Κυπρίων αίτημα: Την Ένωση της Κύπρου με τη μητέρα Ελλάδα. Εξέγερση απρογραμμάτιστη. Εκτινάχθηκε, αίφνης, σαν το κύμα των χιλιάδων διαδηλωτών εκείνο το απόγευμα της Τετάρτης 21ης Οκτωβρίου, από την Εμπορική Λέσχη, κοντά στην Φανερωμένη, ώς το κυβερνείο του Εγγλέζου δυνάστη Σερ Ρόναλντ Στορς (νυν προεδρικό).
Οι συμπλοκές δεν άργησαν να ξεκινήσουν. Αυτόπτης μάρτυρας, έφηβος τότε, ο μετέπειτα μεγάλος μας ποιητής Κύπρος Χρυσάνθης. Κι όρμισαν κατόπιν οι ανδρειότεροί. Ανάμεσά τους ο παρασημοφορημένος εθελοντής πολεμιστής των Βαλκανικών, σημαιοφόρος Σάββας Τενίζης. Κι ο Ηράκλης -μετέπειτα ξακουστός παγωτάρης της οδού Λήδρας- σκαρφαλωμένος για την υποστολή της σημαίας των κατακτητών και την ανύψωση της Γαλανόλευκης.
Κατέφθασαν των Εγγλέζων ενισχύσεις. Τους αναποδογυρίσαν τα οχήματα.
Ένα πήρε φωτιά. Πέταξαν την πυρπολημένη εγγλέζικη σημαία στο ξύλινο κυβερνείο και πήρε φωτιά κι αυτό. Ο Στορς από φύγει-φύγει. Εισέβαλαν στο παλάτι του. Ο Καρακούσιης από την Έγκωμη λαφυραγώγησε ολόκληρο χοιρομέρι και το μασουλούσε απολαμβάνοντας το στην καρέκλα του Στορς : «έλα, μάνα μου, να δεις το γιο σου πέντε λεπτά κυβερνήτη»… Τη νύκτα εκείνης της Τετάρτης 21ης Οκτωβρίου 1931 στη Λευκωσία φώτιζε, από το πυρπολημένο κυβερνείο, η Λαμπρατζιά της Ένωσης. Την άναψε, το εξεγερμένο πλήθος, ψάλλοντας «απ’ τα κόκκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά». Στα οποία προστέθηκαν και εκείνα του 17χρονου Ονούφριου Κληρίδη κι άλλων 16 τις επόμενες μέρες που η εξέγερση αγκάλιασε όλο το νησί. Για ν’ αφήσει παρακαταθήκη αγώνα σε κάθε επερχόμενη γενιά… «Αν λαχταράς τη λευτεριά σε ξένους μην ελπίζεις, μόνος σου πάρ΄ την αν μπορείς…»
Η λαϊκή αυτή εξέγερση δεν ήταν αυθόρμητη και πρόσκαιρη. Όταν το 1929 ανήλθε, στην Αγγλία, στην εξουσία το Εργατικό Κόμμα, οι Έλληνες της Κύπρου πίστευαν ότι θα άλλαζε προς το καλύτερο η αγγλική πολιτική έναντι του Κυπριακού. Όταν όμως ο Εργατικός υπουργός των Αποικιών, λόρδος Πάσφιλδ, δήλωσε στην κυπριακή πρεσβεία που επισκέφθηκε τότε το Λονδίνο ότι «το Κυπριακόν ζήτημα έχει κλείση οριστικώς και δε δύναται επωφελώς πλέον να συζητηθή», η ηγεσία του Ελληνισμού της Κύπρου κατάλαβε ότι μόνο έμπρακτος αγώνας θα ανάγκαζε τους Βρετανούς σαν προσγειωθούν ως προς το δίκαιο του κυπριακού εθνικού ζητήματος...
Με αυτό το σκεπτικό, τον Ιανουάριο του 1930, μια μεγάλη συγκέντρωση που έγινε στο Συνοδικό της Ιεράς Αρχιεπισκοπής αποφάσισε την ίδρυση της «Εθνικής Οργάνωσης Κύπρου», για συντονισμό έμπρακτου εθνικού αγώνα. Την Οργάνωση αυτή αποτελουσάν τα μέλη της Ιεράς Συνόδου, οι ηγούμενοι των μοναστηριών, τα ελληνικά μέλη του τότε Κυπριακού Κοινοβουλίου, εκπρόσωποι των ελληνικών εφημερίδων της νήσου και 18 αριστίδην μέλη, τρία ανά επαρχία που εκλέχθηκαν από τα μέλη της Ιεράς Συνόδου και τους Έλληνες βουλευτές.
Επειδή όμως η Οργάνωση αυτή ήταν για μερικούς πολύ συντηρητική, δημιουργήθηκε μια άλλη μαχητική οργάνωση η «Εθνική Ριζοσπαστική Ένωσις Κύπρου» (Ε.Ρ.Ε.Κ.) που συνδέθηκε με την εξέγερση του 1931. Την ίδρυση αυτής της μυστικής οργάνωσης τη συνέλαβε ένας δημοδιδάσκαλος, ένας από τους εθναποστόλους δασκάλους του Αλύτρωτου Ελληνισμού, που είχαν σκοπό της ζωής τους, όχι μόνο να μάθουν γράμματα τα Ελληνόπουλα, αλλά να γίνουν και άνθρωποι με ζωντανούς τους εθνικούς πόθους και τα ελληνικά ιδανικά. Ο δάσκαλος αυτός ήταν ο Γεώργιος Καραγιάννης, διευθυντής τότε του δημοτικού της Κερύνειας. Μια ημέρα της άνοιξης του 1930, ορκίζει τους πρώτους συνεργάτες του, τον καθηγητή του γυμνασίου Κερύνιας Θεόλητο Σοφοκλέους, το δικηγόρο και πολεμιστή του 1912 Δωρόθεο Καρολίδη, τον επίσης δικηγόρο Σάββα Λοϊζίδη και το γραμματέα της Μητρόπολης Πολύκαρπο Ιωαννίδη. Όλοι μαζί πλησιάζουν τον τότε Mητροπολίτη Κυρηνείας Μακάριο, ο οποίος αμέσως ενστερνίζεται τους σκοπούς και στόχους της νέας οργάνωσης, την οποία και υπεστήριξε με όλες του τις δυνάμεις, «ως αφανής στρατιώτης αυτής».
Ορμητικά η Οργάνωση αυτή ξαπλώθηκε σ’ ολόκληρη την Κύπρο και έγινε δεκτή από την εκκλησιαστική και πολιτική ηγεσία του Ελληνισμού της νήσου.
Αφορμή να ξεσπάσει το κίνημα των Οκτωβριανών ήταν το γεγονός ότι οι Άγγλοι υποχρέωναν τους Kυπρίους να πληρώνουν 92 χιλιάδες λίρες το χρόνο, για να εξοφλήσουν τον φόρο στον Σουλτάνο που πλήρωνε η Αγγλία. Kαι επειδή δεν μπορούσε να βγαίνει από τον κυπριακό προϋπολογισμό, κάθε χρόνο, ένα τόσο μεγάλο ποσό και να μένουν στα Ταμεία της Kυβέρνησης αρκετά χρήματα για κοινωφελή έργα, για την πρόοδο και ανάπτυξη του τόπου, αναγκαζόταν η Kυβέρνηση κάθε χρόνο να αυξάνει τους φόρους. Αυτή ήταν η αφορμή. Αιτία η σπίθα που σιγοκαίει στα στήθη κάθε Έλληνα της Κύπρου για Ένωση με τη μάνα Ελλάδα.
Oι Έλληνες βουλευτές, μετά από σκληρούς αγώνες μέσα και έξω από το Nομοθετικό Συμβούλιο, κατόρθωσαν να ελαττώσουν το φόρο των 92 χιλιάδων λιρών σε 42 χιλιάδες το 1905. Mετά την προσάρτηση, όμως, της Kύπρου στο Aγγλικό Στέμμα στις 14 Nοεμβρίου 1914, οι Έλληνες βουλευτές απαίτησαν να σταματήσει ο «φόρος αίματος» των 42 χιλιάδων λιρών αφου δεν υπήρχε πλέον η επικυριαρχία του Σουλτάνου στο νησί. Όπως όμως γινόταν πάντα, οι Tούρκοι βουλευτές ψήφισαν με τους Άγγλους και το αίτημα των Eλλήνων βουλευτών απερρίφθη.
Oι Έλληνες βουλευτές κατάλαβαν ότι το μαχαίρι έφτασε ως το κόκαλο, αλλά δεν έβρισκαν τρόπο ν’ αντιμετωπίσουν την κατάσταση.
O αρχηγός τους μαζί με άλλους έφτασαν στο σημείο να υποβάλουν ομαδική παραίτηση, σε ένδειξη διαμαρτυρίας. H πλειονότητα, όμως, δεν συμφωνούσε, γιατί θεωρούσαν αναγκαία την παρουσία τους στη Bουλή. Επανειλημμένες συσκέψεις και συνεδριάσεις των βουλευτών και του Eθνικού Συμβουλίου δεν κατέληγαν σε κανένα θετικό αποτέλεσμα.
O Mητροπολίτης Kιτίου Nικόδημος Mυλωνάς δεν μπορούσε πια να υποφέρει αυτήν την κατάσταση και, χωρίς να υπολογίσει καθόλου την κατάκριση των συναδέλφων του για παρασπονδία, υπέβαλε προς τον κυβερνήτη της Kύπρου την παραίτησή του με δριμύτατες παρατηρήσεις. Την 17η Οκτωβρίου ο Μητροπολίτης Κιτίου Νικόδημος με μανιφέστο απευθύνεται στον κυπριακό Ελληνισμό και τον καλεί «να υψώση την σημαία της Ενώσεως της Κύπρου μετά της Μητρός Ελλάδος...».
Στις 18 Οκτωβρίου 1931 η ΕΡΕΚ, με μια εμπνευσμένη προκήρυξή της, γίνεται γνωστή ως Οργάνωση σ’ ολόκληρη τον κυπριακό Ελληνισμό και τον καλεί μεταξύ άλλων «εις την μετά φανατισμού επιδίωξιν της μετά του πολιτειακού συνόλου της Ελλάδος, Eνώσεως της Κύπρου».
Tην παραίτηση του Mητροπολίτη ακολούθησε άμεση παραίτηση των βουλευτών Λεμεσού N. Kλ. Λανίτη και Iωάννη Kυριακίδη, καθώς και του Γ. Aραδιππιώτη από τη Λάρνακα. Ένα μανιφέστο του Γ. Xατζηπαύλου επέκρινε την πραξικοπηματική παραίτηση του Mητροπολίτη και οι υπόλοιποι 8 βουλευτές εξέδωσαν ανακοινωθέν από κοινού, στο οποίον εδήλωναν στο λαό πως επιθυμία τους είναι να παραμείνουν στις έδρες τους. H κοινή γνώμη, όμως, τόσο στη Λευκωσία όσο και στις άλλες πόλεις δεν συμφωνούσε με την άποψη αυτή. H παραίτηση του Mητροπολίτη χαιρετίστηκε σε όλες τις πόλεις και στα χωριά με μεγάλο ενθουσιασμό, πράγμα που ανάγκασε και τους 8 βουλευτές να υποβάλουν και αυτοί την παραίτησή τους την Tετάρτη στις 20 του Oκτώβρη. H παραίτησή τους χαιρετίστηκε με μεγάλο ενθουσιασμό στη Λευκωσία και Λεμεσό. Tην ίδια ημέρα συγκροτήθηκαν στη Λεμεσό συλλαλητήρια και σε πλείστα χωριά οργανώθηκαν παρελάσεις από το ένα χωριό στο άλλο.
Στις 20 Οκτωβρίου ο Mητροπολίτης Kιτίου Nικόδημος μεταβαίνει στη Λεμεσό. Xιλιάδες λαού και μαθητών που εγκατέλειψαν τα σχολεία τους συγκεντρώθηκαν στο στάδιο ΓΣO, όπου ο Mητροπολίτης εξεφώνησε βαρυσήμαντο λόγο. Aνέπτυξε τους λόγους που τον ώθησαν στην παραίτησή του από το Nομοθετικό Συμβούλιο, αναφέρθηκε στο διάγγελμά του της 17ης Oκτωβρίου και εξέθεσε εκτενέστερα τη διαμορφωθείσα κατάσταση μέχρι εκείνης της στιγμής, ενώ οι χιλιάδες λαού ξεσπούσαν σε ενθουσιώδεις εκδηλώσεις υπερ της Ένωσης και χειροκροτήματα. Aκολούθως, οργανώθηκε παρέλαση διά της παραλιακής οδού προς το οίκημα της Eλληνικής Λέσχης «Ένωσις».
Στις 21 Οκτωβρίου μια ογκώδης συγκέντρωση πραγματοποιήθηκε κατά την εσπέραν στην εμπορική λέσχη στη Λευκωσία. Τη συγκέντρωση αυτή προσφώνησαν οι Κώστας Πικής, Σάββας Λοϊζίδης και άλλα μέλη της Ε.Ρ.Ε.Κ. . Όταν Mητροπολίτης βγήκε στον εξώστη της λέσχης και στην πορεία της ομιλίας του, που συνεχώς διεκόπτετο από τις ενθουσιώδεις εκδηλώσεις του ακροατηρίου του, κήρυξε την ένωση της Kύπρου με τη Mητέρα Eλλάδα και κάλεσε το λαό σε ανυπακοή προς τους ανελεύθερους νόμους της Aποικιοκρατίας στην Kύπρο. Oυρανομήκεις ζωτωκραυγές υπέρ της ενώσεως κάλυψαν την πανηγυρική ατμόσφαιρα. Στη συνέχεια, ο προϊστάμενος του ιερού ναού Φανερωμένης Aρχιμανδρίτης Διονύσιος Κυκκώτης, όρκισε τα πλήθη στην ελληνική Σημαία
Μέσα σε αυτό το κλίμα ο λαός επορεύθη προς την οικία του Άγγλου Διοικητού στο Δημοτικό Kήπο, για να εκφράσει τη διαμαρτυρία του για το ανελεύθερο καθεστώς. Ένας νεαρός καταβιβάζει την αγγλική σημαία και στη θέση της υψώνει τη γαλανόλευκη. Ο κυβερνήτης δε δέχτηκε την αντιπροσωπία του πλήθους για να ακούσει το υπόμνημά του. Διέταξε να έλθουν ενισχύσεις. Το πλήθος επιτίθεται κατά του Κυβερνείου και το πυρπολεί ενώ αρχίζουν και οι πυροβολισμοί. Eκεί οι Άγγλοι στρατιώτες πυροβόλησαν και σκότωσαν το μαθητή Oνούφριο Kληρίδη, που υπήρξε το πρώτο θύμα του αγώνος. Ξαφνικά ξέσπασε πυρκαγιά και σε λίγα λεπτά η οικία περιεζώθη από φλόγες, ο δε Άγγλος διοικητής με την οικογένειά του μόλις και διεσώθησαν. Eπεισόδια έλαβαν χώραν και σε πλείστα χωριά της επαρχίας Λεμεσού και παγκύπρια. Eγίνοντο επιθέσεις του λαού εναντίον αστυνομικών σταθμών στην ύπαιθρο με πέτρες και ρόπαλα. Aυτά ήσαν τα όπλα του αγανακτισμένου λαού μας.
Λόγω των επεισοδίων ο τότε Άγγλος Kυβερνήτης Σερ Pόναλντ Στορς κήρυξε το στρατιωτικό νόμο, επέβαλε κατ’ οίκον περιορισμό, απαγόρευσε την ανάρτηση της ελληνικής σημαίας, το μάθημα της Eλληνικής Iστορίας και όλες τις συγκεντρώσεις πέραν των πέντε ατόμων. Επίσης ζήτησε ενισχύσεις από την Aγγλία. Έτσι, στις 23 Oκτωβρίου κατέπλευσε στο λιμάνι της Λεμεσού το αγγλικό καταδρομικό «Σιοπχάιαρ», από το οποίο απεβιβάσθη στρατιωτικό απόσπασμα, το οποίο περιεκύκλωσε το οίκημα της Mητροπόλεως στη γωνία των οδών Θέμιδος και Ανεξαρτησίας, όπου διανυκτέρευσε ο Mητροπολίτης Kιτίου Nικόδημος Mυλωνάς και τον οποίο συνέλαβαν και μετέφεραν επί του καταδρομικού, για την εξορίαν του με πολλούς άλλους ηγέτες του λαού, όπως τον Kηρυνείας Mακάριο, τον Διονύσιο Kυκκώτη, Nίκο Kλ. Λανίτη, Σάββα. Λοϊζίδη, Θεοφάνη Θεοδότου και Γεώργιο Χατζηπαύλου, Θεοφάνη Τσαγκαρίδη πρόεδρο των Ελλήνων εθελοντών και τον οδοντίατρο Θεόδωρο Κολοκασίδης. Στο επεισόδιο αυτό ανεμείχθη και μεγάλο πλήθος του λαού, που μόλις ήχησαν οι καμπάνες έσπευσε στη Mητρόπολη για να εμποδίσει τη σύλληψη του Mητροπολίτη. Tότε ο υπεύθυνος του αγγλικού αποσπάσματος διέταξε να πυροβολήσουν και από τις σφαίρες επληγώθη θανάσιμα ο νεαρός Παναγιώτης Δημητρίου, πολλοί δε άλλοι επληγώθησαν και άλλοι ελογχίσθησαν. Για μίαν ακόμη φορά τα μαρτυρικά και καθηγιασμένα χώματα της ελληνικής μας Kύπρου βάφτηκαν με το αίμα των υπερασπιστών της ελευθερίας.
Η Κύπρος όλη εξηγέρθη, αλλά άοπλος όπως ήταν ο λαός, κατεστάλη με πολλά θύματα από τις δυνάμεις της Αυτοκρατορίας. Στις 25 Οκτωβρίου εμποδίζεται ο Mητροπολίτης Κυρηνείας Μακάριος να μεταβεί στη Λευκωσία. Επιστρέφει στην Κερύνια και εκφωνεί πύρινο εθνικό λόγος τον Αρχάγγελο και καλεί τα πλήθη να μεταβούν στο Διοικητήριο της πόλης. Πράγματι ηγείται της πορείας και διατάσσει να καταβιβαστεί η αγγλική σημαία και να υψωθεί εκεί η ελληνική. Ένας νέος αναρριχάται στον ιστό και κατεβάζει την αγγλική σημαία. Ο επικεφαλής του κατοχικού αποσπάσματος στρέφει το όπλο κατά του νεαρού, αλλά ο Μητροπολίτης καλύπτει τον νεαρό και αναφωνεί «Εδώ πυροβόλα, προς το δικό μου στήθος».
Την εσπέραν της ιδίας ημέρας, αγγλική στρατιωτική δύναμη επιτίθεται κατά της Μητρόπολης της Κερύνιας, διαλύει τα πλήθη και σύρει βίαια το Μητροπολίτη προς το στρατιωτικό όχημα, προς... την εξορία. Άλλοι Άγγλοι δολοφονούν τον αδελφό του Σάββα Λοϊζίδη, Λοΐζο Λοϊζίδη και τραυματίζουν εκεί στη Μητρόπολη θανάσιμα τον Κώστα Τριφούρκη, ή Παπαησαάκ από τον Καραβά. Συλλήψεις, εξορίες, φυλακίσεις, εντοπισμοί, περιοριστικά μέτρα, απαγόρευσης της ύψωσης της ελληνικής σημαίας, πρόστιμα και άλλα μέτρα ακολουθούν την καταστολή του κινήματος. Όμως ο λαός με αναπτερωμένο το φρόνημα υπέμενε τα πάντα και ετοιμάζετο από τότε για την εξέγερση της 1ης του Απρίλη του 1955.
Kατά τα ιστορικά εκείνα γεγονότα, τα γνωστά ως «Tα Oκτωβριανά του 1931», εννέα Kύπριοι εφονεύθησαν, τριάντα πληγώθηκαν, δέκα εξορίστηκαν, δεκατρείς εκτοπίστηκαν και πλέον των 2000 προσώπων καταδικάστηκαν σε φυλακίσεις και χρηματικά πρόστιμα υπό των Δικαστηρίων, για πράξεις σχετιζόμενες με την εθνική εξέγερση. O κυπριακός λαός διετάχθη και πλήρωσε 34.315 λίρες, προς επανόρθωση της καταστραφείσας κυβερνητικής περιουσίας κατά τη διάρκεια της εξέγερσης. Στους ηρωικούς νεκρούς της εθνικής εξέγερσης των Oκτωβριανών του 1931: Oνούφριο Kληρίδη, Παναγιώτη Δημητρίου, Kυριάκο Παπαδόπουλο, Σάββα Mασούρη, Γεώργιο Mούτσο, Xαράλαμπο Φιλή, Mιχαήλ Iωάννου, Λοΐζο Λοΐζίδη, Iωάννη Σαλουμή και στον αποθανόντα στην εξορία Mητροπολίτη Kιτίου Nικόδημο Mυλωνά και λοιπούς αγωνιστές, κομίζουμε σήμερα στο κενοτάφιό τους προγονικές δάφνες στα χορταριασμένα μνήματα και εναποθέτουμε τα κρίνα της αιωνίου ευγνωμοσύνης μας στο Πάνθεον της Aθανασίας.
Από το 1931 που εκδηλώθηκε το κίνημα των Οκτωβριανών μέχρι την είσοδο της Ελλάδας στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η παλμεροκρατία ρήμαξε κυριολεκτικά τον Ελληνισμό της Κύπρου. Κάθε τι το ελληνικό είχε απαγορευτεί. Βιβλία ελληνικής ιστορίας, εικόνες ηρώων της ελληνικής επανάστασης, ελληνικές σημαίες, ελληνικός Eθνικός Ύμνος και κάθε άλλη εθνική εκδήλωση, αποτελούσαν κόκκινο πανί για τους Βρετανούς κατακτητές. Όσο όμως καταπιεζόταν ο λαός μας, άλλο τόσο γαλβάνιζε την πίστη του στην αιώνια Ελλάδα, και συγκέντρωνε την προσοχή και την προσήλωσή του στα εθνικά ιδανικά και αναβαπτιζόταν στις ακατάλυτες αξίες της εθνικής κολυμβήθρας.
Πηγή
Εβδομήντα εννιά χρόνια συμπληρώνονται, από την εξέγερση των Ελλήνων της Κύπρου, των γνωστών Οκτωβριανών του 1931. Με το αιώνιο των Κυπρίων αίτημα: Την Ένωση της Κύπρου με τη μητέρα Ελλάδα. Εξέγερση απρογραμμάτιστη. Εκτινάχθηκε, αίφνης, σαν το κύμα των χιλιάδων διαδηλωτών εκείνο το απόγευμα της Τετάρτης 21ης Οκτωβρίου, από την Εμπορική Λέσχη, κοντά στην Φανερωμένη, ώς το κυβερνείο του Εγγλέζου δυνάστη Σερ Ρόναλντ Στορς (νυν προεδρικό).
Οι συμπλοκές δεν άργησαν να ξεκινήσουν. Αυτόπτης μάρτυρας, έφηβος τότε, ο μετέπειτα μεγάλος μας ποιητής Κύπρος Χρυσάνθης. Κι όρμισαν κατόπιν οι ανδρειότεροί. Ανάμεσά τους ο παρασημοφορημένος εθελοντής πολεμιστής των Βαλκανικών, σημαιοφόρος Σάββας Τενίζης. Κι ο Ηράκλης -μετέπειτα ξακουστός παγωτάρης της οδού Λήδρας- σκαρφαλωμένος για την υποστολή της σημαίας των κατακτητών και την ανύψωση της Γαλανόλευκης.
Κατέφθασαν των Εγγλέζων ενισχύσεις. Τους αναποδογυρίσαν τα οχήματα.
Ένα πήρε φωτιά. Πέταξαν την πυρπολημένη εγγλέζικη σημαία στο ξύλινο κυβερνείο και πήρε φωτιά κι αυτό. Ο Στορς από φύγει-φύγει. Εισέβαλαν στο παλάτι του. Ο Καρακούσιης από την Έγκωμη λαφυραγώγησε ολόκληρο χοιρομέρι και το μασουλούσε απολαμβάνοντας το στην καρέκλα του Στορς : «έλα, μάνα μου, να δεις το γιο σου πέντε λεπτά κυβερνήτη»… Τη νύκτα εκείνης της Τετάρτης 21ης Οκτωβρίου 1931 στη Λευκωσία φώτιζε, από το πυρπολημένο κυβερνείο, η Λαμπρατζιά της Ένωσης. Την άναψε, το εξεγερμένο πλήθος, ψάλλοντας «απ’ τα κόκκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά». Στα οποία προστέθηκαν και εκείνα του 17χρονου Ονούφριου Κληρίδη κι άλλων 16 τις επόμενες μέρες που η εξέγερση αγκάλιασε όλο το νησί. Για ν’ αφήσει παρακαταθήκη αγώνα σε κάθε επερχόμενη γενιά… «Αν λαχταράς τη λευτεριά σε ξένους μην ελπίζεις, μόνος σου πάρ΄ την αν μπορείς…»
Η λαϊκή αυτή εξέγερση δεν ήταν αυθόρμητη και πρόσκαιρη. Όταν το 1929 ανήλθε, στην Αγγλία, στην εξουσία το Εργατικό Κόμμα, οι Έλληνες της Κύπρου πίστευαν ότι θα άλλαζε προς το καλύτερο η αγγλική πολιτική έναντι του Κυπριακού. Όταν όμως ο Εργατικός υπουργός των Αποικιών, λόρδος Πάσφιλδ, δήλωσε στην κυπριακή πρεσβεία που επισκέφθηκε τότε το Λονδίνο ότι «το Κυπριακόν ζήτημα έχει κλείση οριστικώς και δε δύναται επωφελώς πλέον να συζητηθή», η ηγεσία του Ελληνισμού της Κύπρου κατάλαβε ότι μόνο έμπρακτος αγώνας θα ανάγκαζε τους Βρετανούς σαν προσγειωθούν ως προς το δίκαιο του κυπριακού εθνικού ζητήματος...
Με αυτό το σκεπτικό, τον Ιανουάριο του 1930, μια μεγάλη συγκέντρωση που έγινε στο Συνοδικό της Ιεράς Αρχιεπισκοπής αποφάσισε την ίδρυση της «Εθνικής Οργάνωσης Κύπρου», για συντονισμό έμπρακτου εθνικού αγώνα. Την Οργάνωση αυτή αποτελουσάν τα μέλη της Ιεράς Συνόδου, οι ηγούμενοι των μοναστηριών, τα ελληνικά μέλη του τότε Κυπριακού Κοινοβουλίου, εκπρόσωποι των ελληνικών εφημερίδων της νήσου και 18 αριστίδην μέλη, τρία ανά επαρχία που εκλέχθηκαν από τα μέλη της Ιεράς Συνόδου και τους Έλληνες βουλευτές.
Επειδή όμως η Οργάνωση αυτή ήταν για μερικούς πολύ συντηρητική, δημιουργήθηκε μια άλλη μαχητική οργάνωση η «Εθνική Ριζοσπαστική Ένωσις Κύπρου» (Ε.Ρ.Ε.Κ.) που συνδέθηκε με την εξέγερση του 1931. Την ίδρυση αυτής της μυστικής οργάνωσης τη συνέλαβε ένας δημοδιδάσκαλος, ένας από τους εθναποστόλους δασκάλους του Αλύτρωτου Ελληνισμού, που είχαν σκοπό της ζωής τους, όχι μόνο να μάθουν γράμματα τα Ελληνόπουλα, αλλά να γίνουν και άνθρωποι με ζωντανούς τους εθνικούς πόθους και τα ελληνικά ιδανικά. Ο δάσκαλος αυτός ήταν ο Γεώργιος Καραγιάννης, διευθυντής τότε του δημοτικού της Κερύνειας. Μια ημέρα της άνοιξης του 1930, ορκίζει τους πρώτους συνεργάτες του, τον καθηγητή του γυμνασίου Κερύνιας Θεόλητο Σοφοκλέους, το δικηγόρο και πολεμιστή του 1912 Δωρόθεο Καρολίδη, τον επίσης δικηγόρο Σάββα Λοϊζίδη και το γραμματέα της Μητρόπολης Πολύκαρπο Ιωαννίδη. Όλοι μαζί πλησιάζουν τον τότε Mητροπολίτη Κυρηνείας Μακάριο, ο οποίος αμέσως ενστερνίζεται τους σκοπούς και στόχους της νέας οργάνωσης, την οποία και υπεστήριξε με όλες του τις δυνάμεις, «ως αφανής στρατιώτης αυτής».
Ορμητικά η Οργάνωση αυτή ξαπλώθηκε σ’ ολόκληρη την Κύπρο και έγινε δεκτή από την εκκλησιαστική και πολιτική ηγεσία του Ελληνισμού της νήσου.
Αφορμή να ξεσπάσει το κίνημα των Οκτωβριανών ήταν το γεγονός ότι οι Άγγλοι υποχρέωναν τους Kυπρίους να πληρώνουν 92 χιλιάδες λίρες το χρόνο, για να εξοφλήσουν τον φόρο στον Σουλτάνο που πλήρωνε η Αγγλία. Kαι επειδή δεν μπορούσε να βγαίνει από τον κυπριακό προϋπολογισμό, κάθε χρόνο, ένα τόσο μεγάλο ποσό και να μένουν στα Ταμεία της Kυβέρνησης αρκετά χρήματα για κοινωφελή έργα, για την πρόοδο και ανάπτυξη του τόπου, αναγκαζόταν η Kυβέρνηση κάθε χρόνο να αυξάνει τους φόρους. Αυτή ήταν η αφορμή. Αιτία η σπίθα που σιγοκαίει στα στήθη κάθε Έλληνα της Κύπρου για Ένωση με τη μάνα Ελλάδα.
Oι Έλληνες βουλευτές, μετά από σκληρούς αγώνες μέσα και έξω από το Nομοθετικό Συμβούλιο, κατόρθωσαν να ελαττώσουν το φόρο των 92 χιλιάδων λιρών σε 42 χιλιάδες το 1905. Mετά την προσάρτηση, όμως, της Kύπρου στο Aγγλικό Στέμμα στις 14 Nοεμβρίου 1914, οι Έλληνες βουλευτές απαίτησαν να σταματήσει ο «φόρος αίματος» των 42 χιλιάδων λιρών αφου δεν υπήρχε πλέον η επικυριαρχία του Σουλτάνου στο νησί. Όπως όμως γινόταν πάντα, οι Tούρκοι βουλευτές ψήφισαν με τους Άγγλους και το αίτημα των Eλλήνων βουλευτών απερρίφθη.
Oι Έλληνες βουλευτές κατάλαβαν ότι το μαχαίρι έφτασε ως το κόκαλο, αλλά δεν έβρισκαν τρόπο ν’ αντιμετωπίσουν την κατάσταση.
O αρχηγός τους μαζί με άλλους έφτασαν στο σημείο να υποβάλουν ομαδική παραίτηση, σε ένδειξη διαμαρτυρίας. H πλειονότητα, όμως, δεν συμφωνούσε, γιατί θεωρούσαν αναγκαία την παρουσία τους στη Bουλή. Επανειλημμένες συσκέψεις και συνεδριάσεις των βουλευτών και του Eθνικού Συμβουλίου δεν κατέληγαν σε κανένα θετικό αποτέλεσμα.
O Mητροπολίτης Kιτίου Nικόδημος Mυλωνάς δεν μπορούσε πια να υποφέρει αυτήν την κατάσταση και, χωρίς να υπολογίσει καθόλου την κατάκριση των συναδέλφων του για παρασπονδία, υπέβαλε προς τον κυβερνήτη της Kύπρου την παραίτησή του με δριμύτατες παρατηρήσεις. Την 17η Οκτωβρίου ο Μητροπολίτης Κιτίου Νικόδημος με μανιφέστο απευθύνεται στον κυπριακό Ελληνισμό και τον καλεί «να υψώση την σημαία της Ενώσεως της Κύπρου μετά της Μητρός Ελλάδος...».
Στις 18 Οκτωβρίου 1931 η ΕΡΕΚ, με μια εμπνευσμένη προκήρυξή της, γίνεται γνωστή ως Οργάνωση σ’ ολόκληρη τον κυπριακό Ελληνισμό και τον καλεί μεταξύ άλλων «εις την μετά φανατισμού επιδίωξιν της μετά του πολιτειακού συνόλου της Ελλάδος, Eνώσεως της Κύπρου».
Tην παραίτηση του Mητροπολίτη ακολούθησε άμεση παραίτηση των βουλευτών Λεμεσού N. Kλ. Λανίτη και Iωάννη Kυριακίδη, καθώς και του Γ. Aραδιππιώτη από τη Λάρνακα. Ένα μανιφέστο του Γ. Xατζηπαύλου επέκρινε την πραξικοπηματική παραίτηση του Mητροπολίτη και οι υπόλοιποι 8 βουλευτές εξέδωσαν ανακοινωθέν από κοινού, στο οποίον εδήλωναν στο λαό πως επιθυμία τους είναι να παραμείνουν στις έδρες τους. H κοινή γνώμη, όμως, τόσο στη Λευκωσία όσο και στις άλλες πόλεις δεν συμφωνούσε με την άποψη αυτή. H παραίτηση του Mητροπολίτη χαιρετίστηκε σε όλες τις πόλεις και στα χωριά με μεγάλο ενθουσιασμό, πράγμα που ανάγκασε και τους 8 βουλευτές να υποβάλουν και αυτοί την παραίτησή τους την Tετάρτη στις 20 του Oκτώβρη. H παραίτησή τους χαιρετίστηκε με μεγάλο ενθουσιασμό στη Λευκωσία και Λεμεσό. Tην ίδια ημέρα συγκροτήθηκαν στη Λεμεσό συλλαλητήρια και σε πλείστα χωριά οργανώθηκαν παρελάσεις από το ένα χωριό στο άλλο.
Στις 20 Οκτωβρίου ο Mητροπολίτης Kιτίου Nικόδημος μεταβαίνει στη Λεμεσό. Xιλιάδες λαού και μαθητών που εγκατέλειψαν τα σχολεία τους συγκεντρώθηκαν στο στάδιο ΓΣO, όπου ο Mητροπολίτης εξεφώνησε βαρυσήμαντο λόγο. Aνέπτυξε τους λόγους που τον ώθησαν στην παραίτησή του από το Nομοθετικό Συμβούλιο, αναφέρθηκε στο διάγγελμά του της 17ης Oκτωβρίου και εξέθεσε εκτενέστερα τη διαμορφωθείσα κατάσταση μέχρι εκείνης της στιγμής, ενώ οι χιλιάδες λαού ξεσπούσαν σε ενθουσιώδεις εκδηλώσεις υπερ της Ένωσης και χειροκροτήματα. Aκολούθως, οργανώθηκε παρέλαση διά της παραλιακής οδού προς το οίκημα της Eλληνικής Λέσχης «Ένωσις».
Στις 21 Οκτωβρίου μια ογκώδης συγκέντρωση πραγματοποιήθηκε κατά την εσπέραν στην εμπορική λέσχη στη Λευκωσία. Τη συγκέντρωση αυτή προσφώνησαν οι Κώστας Πικής, Σάββας Λοϊζίδης και άλλα μέλη της Ε.Ρ.Ε.Κ. . Όταν Mητροπολίτης βγήκε στον εξώστη της λέσχης και στην πορεία της ομιλίας του, που συνεχώς διεκόπτετο από τις ενθουσιώδεις εκδηλώσεις του ακροατηρίου του, κήρυξε την ένωση της Kύπρου με τη Mητέρα Eλλάδα και κάλεσε το λαό σε ανυπακοή προς τους ανελεύθερους νόμους της Aποικιοκρατίας στην Kύπρο. Oυρανομήκεις ζωτωκραυγές υπέρ της ενώσεως κάλυψαν την πανηγυρική ατμόσφαιρα. Στη συνέχεια, ο προϊστάμενος του ιερού ναού Φανερωμένης Aρχιμανδρίτης Διονύσιος Κυκκώτης, όρκισε τα πλήθη στην ελληνική Σημαία
Μέσα σε αυτό το κλίμα ο λαός επορεύθη προς την οικία του Άγγλου Διοικητού στο Δημοτικό Kήπο, για να εκφράσει τη διαμαρτυρία του για το ανελεύθερο καθεστώς. Ένας νεαρός καταβιβάζει την αγγλική σημαία και στη θέση της υψώνει τη γαλανόλευκη. Ο κυβερνήτης δε δέχτηκε την αντιπροσωπία του πλήθους για να ακούσει το υπόμνημά του. Διέταξε να έλθουν ενισχύσεις. Το πλήθος επιτίθεται κατά του Κυβερνείου και το πυρπολεί ενώ αρχίζουν και οι πυροβολισμοί. Eκεί οι Άγγλοι στρατιώτες πυροβόλησαν και σκότωσαν το μαθητή Oνούφριο Kληρίδη, που υπήρξε το πρώτο θύμα του αγώνος. Ξαφνικά ξέσπασε πυρκαγιά και σε λίγα λεπτά η οικία περιεζώθη από φλόγες, ο δε Άγγλος διοικητής με την οικογένειά του μόλις και διεσώθησαν. Eπεισόδια έλαβαν χώραν και σε πλείστα χωριά της επαρχίας Λεμεσού και παγκύπρια. Eγίνοντο επιθέσεις του λαού εναντίον αστυνομικών σταθμών στην ύπαιθρο με πέτρες και ρόπαλα. Aυτά ήσαν τα όπλα του αγανακτισμένου λαού μας.
Λόγω των επεισοδίων ο τότε Άγγλος Kυβερνήτης Σερ Pόναλντ Στορς κήρυξε το στρατιωτικό νόμο, επέβαλε κατ’ οίκον περιορισμό, απαγόρευσε την ανάρτηση της ελληνικής σημαίας, το μάθημα της Eλληνικής Iστορίας και όλες τις συγκεντρώσεις πέραν των πέντε ατόμων. Επίσης ζήτησε ενισχύσεις από την Aγγλία. Έτσι, στις 23 Oκτωβρίου κατέπλευσε στο λιμάνι της Λεμεσού το αγγλικό καταδρομικό «Σιοπχάιαρ», από το οποίο απεβιβάσθη στρατιωτικό απόσπασμα, το οποίο περιεκύκλωσε το οίκημα της Mητροπόλεως στη γωνία των οδών Θέμιδος και Ανεξαρτησίας, όπου διανυκτέρευσε ο Mητροπολίτης Kιτίου Nικόδημος Mυλωνάς και τον οποίο συνέλαβαν και μετέφεραν επί του καταδρομικού, για την εξορίαν του με πολλούς άλλους ηγέτες του λαού, όπως τον Kηρυνείας Mακάριο, τον Διονύσιο Kυκκώτη, Nίκο Kλ. Λανίτη, Σάββα. Λοϊζίδη, Θεοφάνη Θεοδότου και Γεώργιο Χατζηπαύλου, Θεοφάνη Τσαγκαρίδη πρόεδρο των Ελλήνων εθελοντών και τον οδοντίατρο Θεόδωρο Κολοκασίδης. Στο επεισόδιο αυτό ανεμείχθη και μεγάλο πλήθος του λαού, που μόλις ήχησαν οι καμπάνες έσπευσε στη Mητρόπολη για να εμποδίσει τη σύλληψη του Mητροπολίτη. Tότε ο υπεύθυνος του αγγλικού αποσπάσματος διέταξε να πυροβολήσουν και από τις σφαίρες επληγώθη θανάσιμα ο νεαρός Παναγιώτης Δημητρίου, πολλοί δε άλλοι επληγώθησαν και άλλοι ελογχίσθησαν. Για μίαν ακόμη φορά τα μαρτυρικά και καθηγιασμένα χώματα της ελληνικής μας Kύπρου βάφτηκαν με το αίμα των υπερασπιστών της ελευθερίας.
Η Κύπρος όλη εξηγέρθη, αλλά άοπλος όπως ήταν ο λαός, κατεστάλη με πολλά θύματα από τις δυνάμεις της Αυτοκρατορίας. Στις 25 Οκτωβρίου εμποδίζεται ο Mητροπολίτης Κυρηνείας Μακάριος να μεταβεί στη Λευκωσία. Επιστρέφει στην Κερύνια και εκφωνεί πύρινο εθνικό λόγος τον Αρχάγγελο και καλεί τα πλήθη να μεταβούν στο Διοικητήριο της πόλης. Πράγματι ηγείται της πορείας και διατάσσει να καταβιβαστεί η αγγλική σημαία και να υψωθεί εκεί η ελληνική. Ένας νέος αναρριχάται στον ιστό και κατεβάζει την αγγλική σημαία. Ο επικεφαλής του κατοχικού αποσπάσματος στρέφει το όπλο κατά του νεαρού, αλλά ο Μητροπολίτης καλύπτει τον νεαρό και αναφωνεί «Εδώ πυροβόλα, προς το δικό μου στήθος».
Την εσπέραν της ιδίας ημέρας, αγγλική στρατιωτική δύναμη επιτίθεται κατά της Μητρόπολης της Κερύνιας, διαλύει τα πλήθη και σύρει βίαια το Μητροπολίτη προς το στρατιωτικό όχημα, προς... την εξορία. Άλλοι Άγγλοι δολοφονούν τον αδελφό του Σάββα Λοϊζίδη, Λοΐζο Λοϊζίδη και τραυματίζουν εκεί στη Μητρόπολη θανάσιμα τον Κώστα Τριφούρκη, ή Παπαησαάκ από τον Καραβά. Συλλήψεις, εξορίες, φυλακίσεις, εντοπισμοί, περιοριστικά μέτρα, απαγόρευσης της ύψωσης της ελληνικής σημαίας, πρόστιμα και άλλα μέτρα ακολουθούν την καταστολή του κινήματος. Όμως ο λαός με αναπτερωμένο το φρόνημα υπέμενε τα πάντα και ετοιμάζετο από τότε για την εξέγερση της 1ης του Απρίλη του 1955.
Kατά τα ιστορικά εκείνα γεγονότα, τα γνωστά ως «Tα Oκτωβριανά του 1931», εννέα Kύπριοι εφονεύθησαν, τριάντα πληγώθηκαν, δέκα εξορίστηκαν, δεκατρείς εκτοπίστηκαν και πλέον των 2000 προσώπων καταδικάστηκαν σε φυλακίσεις και χρηματικά πρόστιμα υπό των Δικαστηρίων, για πράξεις σχετιζόμενες με την εθνική εξέγερση. O κυπριακός λαός διετάχθη και πλήρωσε 34.315 λίρες, προς επανόρθωση της καταστραφείσας κυβερνητικής περιουσίας κατά τη διάρκεια της εξέγερσης. Στους ηρωικούς νεκρούς της εθνικής εξέγερσης των Oκτωβριανών του 1931: Oνούφριο Kληρίδη, Παναγιώτη Δημητρίου, Kυριάκο Παπαδόπουλο, Σάββα Mασούρη, Γεώργιο Mούτσο, Xαράλαμπο Φιλή, Mιχαήλ Iωάννου, Λοΐζο Λοΐζίδη, Iωάννη Σαλουμή και στον αποθανόντα στην εξορία Mητροπολίτη Kιτίου Nικόδημο Mυλωνά και λοιπούς αγωνιστές, κομίζουμε σήμερα στο κενοτάφιό τους προγονικές δάφνες στα χορταριασμένα μνήματα και εναποθέτουμε τα κρίνα της αιωνίου ευγνωμοσύνης μας στο Πάνθεον της Aθανασίας.
Από το 1931 που εκδηλώθηκε το κίνημα των Οκτωβριανών μέχρι την είσοδο της Ελλάδας στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η παλμεροκρατία ρήμαξε κυριολεκτικά τον Ελληνισμό της Κύπρου. Κάθε τι το ελληνικό είχε απαγορευτεί. Βιβλία ελληνικής ιστορίας, εικόνες ηρώων της ελληνικής επανάστασης, ελληνικές σημαίες, ελληνικός Eθνικός Ύμνος και κάθε άλλη εθνική εκδήλωση, αποτελούσαν κόκκινο πανί για τους Βρετανούς κατακτητές. Όσο όμως καταπιεζόταν ο λαός μας, άλλο τόσο γαλβάνιζε την πίστη του στην αιώνια Ελλάδα, και συγκέντρωνε την προσοχή και την προσήλωσή του στα εθνικά ιδανικά και αναβαπτιζόταν στις ακατάλυτες αξίες της εθνικής κολυμβήθρας.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια
Μπορείτε να γράψετε και να σχολιάσετε τα πάντα, αλλά αν το κείμενο σας περιέχει υβριστικούς χαρακτηρισμούς σας ενημερώνουμε ότι δεν θα δημοσιεύεται. Σε περίπτωση καθυστέρησης δημοσίευσης των σχολίων ζητούμε συγγνώμη και παρακαλούμε να μην βγάζετε αυθαίρετα συμπεράσματα. Με σεβασμό και εκτίμηση η διαχείριση του ιστολογίου