Η Ελλάδα κινδυνεύει όχι μόνο με τη λεηλασία της αλλά, επιπλέον, με την αλλοίωση του πληθυσμού της – με την απώλεια της εδαφικής της ακε...
Η Ελλάδα κινδυνεύει όχι μόνο με τη λεηλασία της
αλλά, επιπλέον, με την αλλοίωση του πληθυσμού της – με την απώλεια της εδαφικής
της ακεραιότητας, με τη μετατροπή των Ελλήνων σε σκλάβους χρέους ή σε πρόσφυγες
ενός οικονομικού πολέμου...
Για τους ηττημένους που ευρίσκονται στο έλεος των
Αγορών και των πάσης φύσεως δανειστών τους, όπως είναι κυρίως η Ελλάδα, δεν
υπάρχουν εύκολες λύσεις – ενώ η γάγγραινα είναι προχωρημένη σε μεγάλο βαθμό.
Το
αποτέλεσμα είναι να κινδυνεύει όχι μόνο με τη λεηλασία της αλλά, επιπλέον, με
την αλλοίωση του πληθυσμού της – με την απώλεια της εδαφικής της ακεραιότητας,
με τη μετατροπή των Ελλήνων σε σκλάβους χρέους ή σε πρόσφυγες ενός οικονομικού
πολέμου που μαίνεται, με την υποβάθμιση της σε μία περιοχή-στρατόπεδο
συγκέντρωσης παράνομων μεταναστών, χρησιμοποιούμενο ως ανάχωμα της Ευρώπης, με
την ραγδαία άνοδο της εγκληματικότητας κοκ.
Η λύση εν προκειμένω είναι τόσο
επώδυνη, όσο και η θεραπεία της γάγγραινας – την οποία πολύ δύσκολα μπορεί να
προτείνει κανείς σε έναν ασθενή, πόσο μάλλον γνωρίζοντας πως δεν υπάρχει καμία
εγγύηση επιτυχίας της εγχείρησης. Το μόνο σίγουρο είναι όμως πως εάν δεν το
επιδιώξει, για παράδειγμα με το GREEXIT ταυτόχρονα με το κλείσιμο των συνόρων,
τότε «Καληνύχτα Ελλάδα».
Στην
αρχή υπήρχε η κοινωνία, την οποία ακολούθησε το Κράτος και μαζί με αυτό η Αγορά
– ο φιλελευθερισμός. Σύμφωνα δε με την επικρατούσα θεωρία η Αγορά, το
αόρατο χέρι του A. Smith, είναι σε θέση να διορθώνει τα πάντα –
ενώ όταν δεν τα καταφέρνει, τότε η φιλελεύθερη πλειοψηφία πιστεύει πως
οφείλεται σε κάποιο ελάττωμα που αφορά την ανταγωνιστικότητα. Η πεποίθηση όμως
αυτή στηρίζεται στις εμπειρίες του παρελθόντος – όπου πράγματι η Αγορά
λειτουργούσε, επιλύοντας τα τότε υφιστάμενα υλικά μας προβλήματα. Στη γλώσσα
των οικονομολόγων, εκείνες τις εποχές οι τιμές των προϊόντων και των υπηρεσιών
έστελναν σαφή μηνύματα, σχετικά με τις υλικές ελλείψεις, σηματοδοτώντας τις
πραγματικές ανάγκες των ανθρώπων – κάτι που αδυνατούσε να συμβεί στα
κομμουνιστικά συστήματα, με αποτέλεσμα την αποτυχία τους.
Σήμερα
όμως η Αγορά έχει πάψει να στέλνει αυτά τα χρήσιμα μηνύματα – γεγονός
που οφείλεται κυρίως στη μη ισορροπημένη αναδιανομή των εισοδημάτων. Ειδικότερα,
όταν το 30-50% των εισοδημάτων οδηγούνται στο πλουσιότερο 10% των νοικοκυριών
και μόλις το 4% στο φτωχότερο 30%, τότε δεν μπορεί να ισχυρίζεται κανείς πως η
Αγορά, οι τιμές, σηματοδοτούν ελλείψεις – αφού οι ανάγκες των φτωχότερων δεν
στέλνουν κανενός είδους μηνύματα, ενώ των πλουσιότερων σπάνια σηματοδοτούν
πραγματικές ανάγκες.
Η
κατάσταση όμως είναι ακόμη χειρότερη – επειδή η μονόπλευρη αναδιανομή των
εισοδημάτων σημαίνει σε μία οικονομία της ελεύθερης αγοράς επί πλέον ότι, τα
περιουσιακά στοιχεία του πληθυσμού συσσωρεύονται στο πλουσιότερο 10% και πρέπει
να διαχειρίζονται επαγγελματικά. Οι επαγγελματίες αυτοί διαχειριστές
δε (οι δέκα μεγαλύτεροι διαχειρίζονται κεφάλαια ύψους 30 τρις $, γράφημα),
σχηματίζουν την Κεφαλαιαγορά ή απλά τη νέα Αγορά – η οποία, λόγω της τεράστιας
δύναμης που διαθέτει, θα πρέπει να αναγράφεται με κεφαλαία γράμματα, ενώ έχει
μετατραπεί πλέον στον ισχυρότερο ρυθμιστή της ελεύθερης αγοράς. Δυστυχώς το
γεγονός αυτό δεν έχει γίνει αντιληπτό από τους οπαδούς του φιλελευθερισμού που
ζουν σε άλλες εποχές – ούτε από αρκετούς οικονομολόγους, παρά το ότι διαπιστώνουν
πως οι παραδοσιακοί κανόνες, όπως αυτοί του υπερπληθωρισμού, έχουν πάψει πια να
ισχύουν.
Το πώς
μοιάζουν τα συγκεκριμένα σήματα της νέας αγοράς, της Κεφαλαιαγοράς και με ποιόν
τρόπο επιδρούν, είχε τη δυνατότητα να καταλάβει κανείς, για παράδειγμα,
μετά την ανατροπή στις προκριματικές εκλογές της Αργεντινής (=απόρριψη
της νεοφιλελεύθερης πολιτικής από τους ψηφοφόρους, πηγή)
– όπου τα ΜΜΕ αναφέρονταν στην κατάρρευση του χρηματιστηρίου του Μπουένος Άιρες
κατά 35% σε μία ημέρα (Δευτέρα ως συνήθως), με αρκετές μετοχές να παρουσιάζουν
πτώση σχεδόν 50%. Ταυτόχρονα, το νόμισμα της χώρας υποτιμήθηκε απέναντι στο
δολάριο κατά 29% – ενώ ένα μέρος των ανταλλακτηρίων έκλεισε.
Περαιτέρω,
λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις νέες συνθήκες, την απόλυτη δηλαδή κυριαρχία των
ΑΓΟΡΩΝ, θα πρέπει να αναρωτηθούν οι κοινωνίες, τα κράτη, εάν είναι σε θέση πια
και πώς να τις αντιμετωπίσουν. Επίσης ποιές κυβερνήσεις οφείλουν να
έχουν εκείνες οι χώρες που η μοίρα τους, το μέλλον τους, εξαρτάται απόλυτα από
τις ΑΓΟΡΕΣ – όπου τα παραδείγματα της Ελλάδας, της Ιταλίας, της
Αργεντινής, της Βραζιλίας και πολλών άλλων, δίνουν την απάντηση.
Οι φίλοι
των ΑΓΟΡΩΝ βέβαια εκθειάζουν τις συνθήκες δημοσιονομικής πειθαρχίας που
επιβάλλουν οι χρηματαγορές – σαν να πρόκειται για ένα είδος νοημοσύνης
ενός σμήνους αρπαχτικών πουλιών. Εν τούτοις, τα λίγα επιλεγμένα σήματα, με
βάση τα οποία πρέπει να αντιδράσει το σμήνος μέσα σε ελάχιστα δέκατα του
δευτερολέπτου, δεν έχουν στο σύνολο τους καμία απολύτως σχέση με την πραγματική
Οικονομία – ενώ προκαλούν βραχυπρόθεσμα χάος, φροντίζοντας μεσοπρόθεσμα να
αναδιανεμηθούν τα εισοδήματα ακόμη πιο μονόπλευρα, οπότε να γίνουν ακόμη πιο
ισχυρές οι ΑΓΟΡΕΣ.
Έτσι η
Ανθρωπότητα έχει οδηγηθεί σε ένα αδιέξοδο, χωρίς να μπορεί να βρει μία βιώσιμη
λύση – όπως στο παράδειγμα της Ελλάδας που συμμορφώνεται μεν με τις εντολές των
ΑΓΟΡΩΝ, με αποτέλεσμα να μειώνεται το επιτόκιο των δεκαετών της ομολόγων, αλλά
την ίδια στιγμή λεηλατείται τόσο ο δημόσιος, όσο και ο ιδιωτικός της τομέας,
ενώ βυθίζεται όλο και περισσότερο στην κινούμενη άμμο της κρίσης, χωρίς καμία
δυνατότητα διαφυγής.
Αναζητώντας
τώρα τη διέξοδο από το αδιέξοδο, οφείλει να ξεκινήσει κανείς από το ότι η βάση,
στην οποία στηρίζονται οι Αγορές, είναι το Κράτος και η γραφειοκρατία του –
αφού χωρίς την ύπαρξη ενός κράτους δεν μπορούν να λειτουργήσουν οι
Αγορές. Η καλύτερη δυνατή δε συμβίωση του Κράτους και των Αγορών
επετεύχθη στη χρυσή τριακονταετία που ακολούθησε μετά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο –
όπου όμως, από τη σημερινή οπτική γωνία, δεν επρόκειτο ουσιαστικά για μία
ελεύθερη οικονομία της αγοράς, αλλά για μία μικτή οικονομία με πολλά στοιχεία
κεντρικού προγραμματισμού.
Το
γραφείο ενός είδους κεντρικού σχεδιασμού αποτελούταν τότε από το
Κράτος, από μερικές μεγάλες εταιρείες και από τα ισχυρά εργατικά συνδικάτα –
με αποτέλεσμα την ισορροπημένη άνοδο των πραγματικών εισοδημάτων της
πλειοψηφίας, την αύξηση του χρόνου των διακοπών, τη μείωση των ωρών/ημερών της
απασχόλησης, τις μεγάλες επενδύσεις στις υποδομές και στην πραγματική
οικονομία, καθώς επίσης την οικοδόμηση του κοινωνικού κράτους. Μόνο σε αυτή τη
μικρή χρονική περίοδο η Αγορά λειτούργησε όπως προβλέπεται από τη θεωρία (by
the book) – δημιουργώντας συνθήκες πλήρους απασχόλησης, άνοδο της
παραγωγικότητας οπότε των μισθών για όλους κοκ.
Η χρυσή
αυτή εποχή όμως αποτελεί πλέον παρελθόν – με πιθανότερη αιτία την
παγκοσμιοποίηση, η οποία αποδυνάμωσε τα Κράτη και μαζί τους τα εργατικά
συνδικάτα, οπότε έπαψε να υπάρχει ισορροπία δυνάμεων. Φυσικά έχουν
συνδράμει πολλές άλλες συνθήκες, όπως η τεχνολογική πρόοδος, η μείωση των
μεταφορικών κοκ. – αλλά σε κάθε περίπτωση η αποδυνάμωση των συνδικάτων, η απελευθέρωση
του χρηματοπιστωτικού κτήνους και το άνοιγμα των συνόρων, ήταν πολιτικές
αποφάσεις.
Με απλά
λόγια, η μεγαλύτερη ευθύνη ανήκει στην Πολιτική – αφού αυτή παρέδιδε όλο και
περισσότερη ισχύ στις ΑΓΟΡΕΣ, περιορίζοντας τη δική της, του Κράτους και της κοινωνίας.
Επομένως η λύση για την Ανθρωπότητα είναι απλή – η ανάκτηση της
εξουσίας από την Πολιτική και η επιστροφή στις μεταπολεμικές συνθήκες, με
τον περιορισμό της παγκοσμιοποίησης, μικρογραφία της οποίας είναι η ΕΕ, με την
επανίδρυση του Κράτους, με τον έλεγχο των Αγορών και με την ισχυροποίηση των
συνδικάτων.
Εν
τούτοις, για τους ηττημένους που ευρίσκονται στο έλεος των Αγορών και των πάσης
φύσεως δανειστών τους, όπως είναι κυρίως η Ελλάδα, δεν υπάρχει αυτή η επιλογή
– ενώ η γάγγραινα είναι προχωρημένη σε μεγάλο βαθμό. Το
αποτέλεσμα είναι να κινδυνεύει όχι μόνο με τη λεηλασία της αλλά, επιπλέον, με
την αλλοίωση του πληθυσμού της, με την απώλεια της εδαφικής της ακεραιότητας,
με τη μετατροπή των Ελλήνων σε σκλάβους χρέους ή σε πρόσφυγες ενός οικονομικού
πολέμου που μαίνεται, με την υποβάθμιση της σε μία περιοχή-στρατόπεδο
συγκέντρωσης παράνομων μεταναστών, χρησιμοποιούμενο ως ανάχωμα της Ευρώπης, με
την ραγδαία άνοδο της εγκληματικότητας κοκ.
Η λύση
εν προκειμένω είναι τόσο επώδυνη, όσο και η θεραπεία της γάγγραινας – την
οποία πολύ δύσκολα μπορεί να προτείνει κανείς σε έναν ασθενή, πόσο μάλλον
γνωρίζοντας πως δεν υπάρχει καμία εγγύηση επιτυχίας της εγχείρησης. Το μόνο
σίγουρο είναι όμως πως εάν δεν το επιδιώξει, για παράδειγμα με το GREEXIT ταυτόχρονα
με το κλείσιμο των συνόρων, τότε «Καληνύχτα
Ελλάδα».
Από analyst
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Δεν υπάρχουν σχόλια
Μπορείτε να γράψετε και να σχολιάσετε τα πάντα, αλλά αν το κείμενο σας περιέχει υβριστικούς χαρακτηρισμούς σας ενημερώνουμε ότι δεν θα δημοσιεύεται. Σε περίπτωση καθυστέρησης δημοσίευσης των σχολίων ζητούμε συγγνώμη και παρακαλούμε να μην βγάζετε αυθαίρετα συμπεράσματα. Με σεβασμό και εκτίμηση η διαχείριση του ιστολογίου